Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2020

ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΟΡΥΦΟΓΡΑΜΜΕΣ ΩΣ ΤΙΣ ΘΑΛΑΣΣΟΓΡΑΜΕΣ ΚΙ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΑ

(…μέρα νύχτα παίζεται το αίνιγμα της Σφίγγας…)


«Το κόκκινο σκουφί μου πέταξα κι έφυγα,

 κόρη ανυπάκουη,

λέξη τη λέξη τις παραινέσεις να τεμαχίζω·

βήμα το βήμα σε κινούμενη άμμο να πατώ.

Πλάσμα μοναχικό,   

αρπαχτικό για τις προσδοκίες τους.

Μανιτάρια μάζεψα – δηλητηριώδη και βρώσιμα –

 με κρεμμύδια τσιγαριστά τα μαγείρεψα,

με μαυροδάφνη τα ’σβησα,  

θηράματα κοκκινιστά,

με κανέλα και δενδρολίβανο.    Όπως πρέπει.

Σε σπίτι έρημο οδηγήθηκα,

με γιαγιά εντοιχισμένη στην κουζίνα  

και λύκο σκοτωμένο στον πάτο της λίμνης.

Έσμιξα με τον κυνηγό και τον νυμφεύτηκα,

ανάμεσα σε κροκοδείλους και φύκια.

Στον νου μου πάντα το φευγιό.

Στης διαδρομής τα σταυροδρόμια,

του φεγγαριού το φως

και του αηδονιού η φωνή με οδηγούσε.

Κι ήρθε η ώρα που έβγαλα φτερά.

Στις τσέπες μου οι πέτρες    μιας ιστορίας καθωσπρέπει,

με μια ηρωίδα που    δεν ήταν για τα παραμύθια.

Κοριτσάκι, τι γύρευες με τους κροκοδείλους    στον βάλτο;

Μάζευα λουλούδια,

κι εκείνα φαίνονταν σαν δακρυσμένα νούφαρα

στην άκρη της λιμνούλας»

 

ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ, επιγράφεται το παραπάνω ποίημα από τη συλλογή της Γεωργίας Μακρογιώργου ΤΟ ΦΩΣ ΟΤΑΝ ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΕΤΑΙ, εκδόσεις Βακχικόν 2019.

 

Η συλλογή περιλαμβάνει τριάντα τέσσερα ποιήματα που «διανθίζονται»  από είκοσι τέσσερις φωτογραφίες της ποιήτριας. Εγχείρημα εσωτερικού διαλόγου σε μια απόπειρα προσέγγισης της αντιφατικής πραγματικότητας.

Από τη μια, η ποιήτρια,   «έχει «τα μάτια δεκατέσσερα»

μπροστά στα αινίγματα του κόσμου όπου

«οι ήρωες το πρωί τετράποδα σε κλουβί

 καταναλώνουν όνειρα για να μεγαλώσουν.

Το μεσημέρι δίποδα σε αποθήκες

μπαινοβγαίνουν μαζεύοντας κτερίσματα.

Το βράδυ με μπαστούνι σε σπίτι έρημο

ανάβουν καντήλι με το δικό τους λάδι»   (ΑΙΝΙΓΜΑ  σ. 12)

 αλλά από την άλλη, ξέροντας ότι

«μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά», 

απομονώνει με το φωτογραφικό φακό της

σπάνιες στιγμές αρμονίας κι ομορφιάς

που κατακλύζουν τον κόσμο μας.

Εύλογα, επομένως, αισθάνεται «πνιγμένη» απ’ αυτή τη διπολική πραγματικότητα

κι όπως η ηρωίδα του Ρίτσου στη Σονάτα, 

έχει την αγωνία της για το τι θα λέει κάποιος που,

 απ’ έξω ή από πάνω, παρακολουθεί αυτές τις παλινωδίες της:

«τάχα πως πνίγεται κάποιος ή πως ένας δύτης ανιχνεύει τους βυθούς;».

Έρχεται η ώρα όμως,

έξω από συμβολισμούς και παραμύθια, να κάνει το αποφασιστικό πρώτο βήμα.

Μπορεί η ορατότητα να είναι περιορισμένη,

ίσως μάλιστα να νιώθει αιφνιδιασμένη

απ’ τη ρευστότητα του σύμπαντος κόσμου,

ή δεμένη σαν τον Οδυσσέα στο κατάρτι

ν’ ακούει  Σειρήνες αβέβαιη για όλα πια,   

με την Ποίηση όμως έχει στα χέρια της το σωστό κωδικό:

«με λένε Μαζί    Με λένε Πάντα.

Έχω ζεστασιά   Έχω αιωνιότητα

Ας ενωθούμε με αθανασίας νήμα    Θέλω να πετάω»

Ας πετάξουμε, λοιπόν, μαζί με τη Γεωργία Μακρογιώργου,

και διαβάζοντας τα παρακάτω αντιπροσωπευτικά ποιήματα από ΤΟ ΦΩΣ ΠΟΥ ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΕΤΑΙ

(Ελέφαντας σε Παιδική Χαρά,   Κινούμενη Άμμος,

Σύννεφα του Είδους σου,   Παράφωνα Συνθήματα,

Οδηγίες για μεταφύτευση Τριανταφυλλιάς και η Πομπή),

 ας ισορροπήσουμε

«ανάμεσα στην πίκρα της λογικής   και

το επείγον μιας φλεγόμενης καρδιάς…»  

με Πράξεις Αριθμητικής (σελ. 48):

«Αφαίρεση χαμόγελου.    Πρόσθεση κόμπου στο λαιμό.

Διαίρεση δια του αριθμού των κυττάρων σου.

Αίσθηση αμοιβάδας.

Πολλαπλασιασμός επί μηδέν και ξανά αφαίρεση»

Φαύλος κύκλος, δηλαδή, στο δρόμο προς τη θάλασσα…

κι ανάγλυφο το ΜΑΥΡΟ ΓΛΥΠΤΟ (σελ. 56):

«άλλοι αγκαλιασμένοι καίγονται   ήλιοι ενωμένοι

κι άλλοι σε κάμερες κι οθόνες σβήνουν.

Στο ενδιάμεσο κάποιοι   σώζουν και σώζονται».

Γιατί οι Ποιητές,

μπορεί να μοιράζονται στα δύο

χτυπημένοι από τη σχιζοφρένια αυτού του κόσμου (Σινόπουλος),

μπορεί να είναι η θέση τους στο ταλάντευμα

και να βιώνουν ένα συνεχές σκαμπανέβασμα,

«βαθύ-βαθύ το πέσιμο   βαθύ βαθύ το ανέβασμα» (Σονάτα Σεληνόγωτος),

είναι όμως ο ίλιγγος τους Ανάλαφρος Ωραίος και Εξαίσιος

και προπαντός

 «εκεί στο βάθος του πνιγμού» τους

ανακαλύπτουν τελικά:

«κοράλλια και μαργαριτάρια και θησαυρούς ναυαγισμένων πλοίων»   (Ρίτσος)

Ο Πλούτος του Βυθού στην ποίηση της Γεωργίας Μακρογιώργου έχει ΦΩΣ  προς ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΣΗ:

«την ανθρώπινη ουσία της αιώνιας ενότητας»

που καρπίζει μόνο όταν γίνουμε όλοι μια αγκαλιά,

«ποιήματα, τραγούδια, δάκρυα, ζωγραφιές»

που γκρεμίζουν τείχη μίσους και συνθήματα παράφωνα.

(Happy End) με το

«Παράξενο γένος των ρομαντικών

των αλαφροΐσκιωτων ποιητών»

που μπορεί να είναι   «Άβυσσος η ψυχή τους…»

αλλά ευαγγελίζονται την Ουτοπία μιας Αληθινής Ευτυχίας





ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ ΣΕ ΠΑΙΔΙΚΗ ΧΑΡΑ 

(από τη συλλογή της Γεωργίας Μακρογιώργου ΤΟ ΦΩΣ ΟΤΑΝ ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΕΤΑΙ 2019)

Κάθε φορά που ελέφαντας

προσγειώνεται σε τραμπάλα

και εκτοξεύει μικρά ζωντανά στη λίμνη,

βλέποντας τις φυσαλίδες ν’ ανεβαίνουν,

αναρωτιέμαι

αν φαίνομαι πνιγμένη στη σονάτα   του μεγάλου ποιητή

ή σαν δύτης που ανιχνεύει τους βυθούς.

 

Όταν αλλάζει το φεγγάρι

με αυτιά γεμάτα σπόρους πικραλίδας,

καμώνομαι τον ρήτορα

ψελλίζοντας βατράχια αντί για λέξεις.

 

Κι όταν εκρήγνυνται οι νύχτες,

οι ερωτήσεις φωλιάζουν

στα γκρίζα μου μαλλιά

διωγμένες από απαντήσεις.

 

Έτσι αργά εξατμίζομαι

με τον ελέφαντα στην παιδική χαρά.

 

ΚΙΝΟΥΜΕΝΗ ΑΜΜΟΣ

Σε κάποια σπίτια παλιά ταινία προβάλλεται με πρωταγωνίστρια Ελένη, Κλυταιμνήστρα, Μήδεια, κάτι τέτοιο. Έναρξη. Πουκάμισο φρεσκοπλυμένο σε γκρο πλαν εκτοξεύει χούφτα άμμου που φωλιάζει στην κουζίνα, εισχωρεί σε μύτη, μάτια, δυναμώνει, ξηλώνει κέντημα πουλιού, φωτογραφίες ξεθωριάζει. Επιβάλλεται. Λόγια κλειδώνει. Αποσιωπά την κραυγή του Μουνκ.

Αλλαγή πλάνου. Φώτα. Κλάμα μωρού, μυρωδιά από γάλα, τα πρώτα βήματα τα παιδικά. Ανοίγει η πόρτα. Η ηρωίδα σε ρόλο μάνας με ηλεκτρική σκούπα πασχίζει να μαζέψει την κινούμενη άμμο από το σπίτι. Η ταινία κόβεται πριν το τέλος. Οι θεατές φεύγουν αγανακτισμένοι με την έκβαση του ανεκπλήρωτου.

[από τη συλλογή της Γεωργίας Μακρογιώργου ΤΟ ΦΩΣ ΟΤΑΝ ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΕΤΑΙ, εκδόσεις Βακχικόν 2019]

 

ΣΥΝΝΕΦΑ ΤΟΥ ΕΙΔΟΥΣ ΣΟΥ 

(από τη συλλογή της Γεωργίας Μακρογιώργου ΤΟ ΦΩΣ ΟΤΑΝ ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΕΤΑΙ 2019)

Νεφέλωμα ήσουν όταν ήρθες

πριν το ηλιοβασίλεμα.

Τα μάτια μου αντανακλούσαν   το δικό σου χρυσαφί.

Απόλυτη προσήλωση απαιτούσες.

Κοκάλωσα.

 

Εκ των υστέρων έμαθα

ότι τα σύννεφα του είδους σου

μετά το δειλινό μαυρίζουν

και καταπίνουν   τους μαγεμένους εραστές.

 

ΠΑΡΑΦΩΝΑ ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ (σελ. 44)

Τον διχασμό που απλώνεται   σαν μαύρη ομίχλη

πάνω απ’ τα καμένα τους κεφάλια

εγώ θα διαλύσω.

Αιόλου ασκό ανοίγοντας    μ’ ανθίσματα κι αηδόνια.

Χωρίς μια στάλα μίσος στην ψυχή μου

κι ούτε σταγόνα δηλητήριο για το διαφορετικό,

με ζεστό βλέμμα για ασπίδα μου,

σ’ αυτόν τον πόλεμο    δυνατή προχωρώ.

Εσείς οι μανιασμένοι,

στ’ όνομα της πατρίδας διαλαλείτε το μίσος σας.

Επάνω σε τάφο αδελφού ο μιαρός   τη λάσπη του απλώνει.

Εσείς θα το μπορούσατε ποτέ

την ανθρώπινη ουσία ν’ αντιληφθείτε   της αιώνιας ενότητας

στου πανηγυριού του πολύχρωμου τη μελωδία

για να γίνετε όλοι μια αγκαλιά;

Ελάτε να σας πω,

εσένα με τη φτωχή καρδιά   και τη σημαία για μπέρτα,

εσένα, σταυροφόρε, με τα παράσημα

κι εσάς με τους πυρσούς και τις κραυγές,

που θέλετε τα τείχη να υψώσετε

και καλώδια ηλεκτροφόρα

κι εσάς που σχίζετε ιμάτια

σαν νύφες προδομένες την πρώτη νύχτα του γάμου.

Θέλετε εκδίκηση

και καθώς ανατέλλει το φεγγάρι

θα ’χετε του Μαγιακόφσκι τους νοσταλγούς απέναντι·

όχι άνθρωποι εσείς,

αλλά συνθήματα παράφωνα,    ξελαρυγγιασμένα.

[από τη συλλογή της Γεωργίας Μακρογιώργου ΤΟ ΦΩΣ ΟΤΑΝ ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΕΤΑΙ, εκδόσεις Βακχικόν 2019]

 

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΣΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΑΣ 

(από τη συλλογή της Γεωργίας Μακρογιώργου ΤΟ ΦΩΣ ΟΤΑΝ ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΕΤΑΙ 2019)

Χαϊδεύεις τα πέταλα,

ποτίζεις με γλυκόλογα,

φροντίζεις να τη λούζει φως.

Πριν αρχίσει ν’ ασφυκτιά

στην πλαστική γλάστρα,

τη μεταφυτεύεις την κατάλληλη εποχή

σε ύψωμα, κατά προτίμηση   με θέα θάλασσα,

ώστε οι ρίζες   ν’ αγγίξουν τους βυθούς σου

κι αυτή να βλέπει ηλιοβασιλέματα.

Ποτέ μην την αρπάξεις απ’ το μίσχο

γιατί θα ματώσεις

και τότε ο πλούτος του βυθού σου

θα μείνει ανεξερεύνητος.

 

(ΕΙΚΟΝΕΣ από το ΦΩΣ όταν ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΕΤΑΙ…)

 

Άγγιγμα χιονιού   παίζει κρυφτό με ήλιο   ανοιξιάτικο (ΧΑΪΚΟΥ ΧΙΟΝΙΣΜΕΝΟ σελ. 46)

 

Ομπρέλα πήρες απ’ το πανηγύρι   για ήλιο και βροχή,

κατάσαρκα τη φόρεσες,

προστασία   ακόμα κι απ’ τα ουράνια τόξα.

Πίσω σου το φως   μήπως είναι κεραυνός;  (ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ σελ. 15)

 

Φλέγεται του ποδηλάτη η ονειροπαγίδα.

Πλημμυρισμένη η διαδρομή.

Το ποδήλατο στον φράχτη

κι αυτός πιασμένος από κόκκινο μπαλόνι

πλησιάζει τον ήλιο επικίνδυνα.  (ΠΟΔΗΛΑΤΗΣ σελ. 26)

 

Πανσέδες   σε γλάστρα κεραμοπλαστικής   

 με φόντο τη θάλασσα.

Μετά τη θύελλα ο πίνακας 

εκτέθηκε σε μουσείο    ξεριζωμένων (ΜΕΤΑ ΤΗ ΘΥΕΛΛΑ σελ. 51)

 

Καταβροχθίζω  «στιγμές μαζί».

Καμήλα αν ήμουν   θ’ αποθήκευα στη ράχη αποθέματα (σελ. 58)

ΗΛΙΟΣ ΜΠΛΕΓΜΕΝΟΣ ΣΤΟ ΚΑΤΑΡΤΙ ΜΕΤΡΑΕΙ ΤΙΣ ΑΠΟΥΣΙΕΣ (Χαϊκού Ηλιόλουστο σελ. 63)

Η ΠΟΜΠΗ ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΚΤΗ ΜΕ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΤΟΝ ΗΛΙΟ.  Το νεκρό κορμί παιδιού ακολουθούσαν σωσίβια που σχημάτιζαν τη σήμα της ειρήνης, ανοιχτά πορτοπαράθυρα, ποιήματα, τραγούδια, δάκρυα ζωγραφιές, ναΐφ εκπρόσωποι των τεχνών με πολυεργαλεία που γκρεμίζουν τείχη, οι κατατρεγμένοι κι ευαίσθητοι των χωρών και τα πονεμένα ζωντανά της φύσης. Νεράιδες κι ακτιβιστές, οικολόγοι ανθρωπιστές, η επίγνωση και η ενσυναίσθηση αγκαζέ. Μπροστά - μπροστά, η αλληλεγγύη μ’ ανοιχτή αγκαλιά. Ο φωτογράφος που απαθανάτισε το γεγονός άρχισε ν’ απογειώνεται  [ΠΟΜΠΗ από τη συλλογή της Γεωργίας Μακρογιώργου ΤΟ ΦΩΣ ΟΤΑΝ ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΕΤΑΙ, εκδόσεις Βακχικόν 2019]

(Θαλασσογραμμές ενώνουν καλοκαίρια κι εξατμίζονται ΧΑΪΚΟΥ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ 64)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου