Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2021

ΓΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΓΕΡΝΆ Η ΖΩΗ ΣΟΥ… ΠΡΙΝ ΚΑΝ ΓΕΡΑΣΕΙ…

 μέσα σ’ εκείνο το ζαρωμένο ποντίκι που υπήρξε ο φόβος σου να υπάρξεις (ΑΥΤΟΑΝΑΦΟΡΑ σελ. 57)

 «Η Αμφιβολία είναι μια πάγια βεβαιότητα. Το δίχως άλλο» (σελ. 14)

 και η αυτογνωσία  ίσως μια  φυσική συνέπεια της

«αχνίζουν τα λόγια σαν το μούστο που ψήνεται…» (σελ. 31)

«Ένα όνειρο που θεριεύει είναι ένα πέλαγο που – από απλή αξιοπρέπεια – αρνείται να καταποντιστεί στον εαυτό του» (ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ και ΑΥΤΟΑΝΑΦΟΡΑ σελ. 14)

Λουλούδι μου αντίστροφο   ανάποδα φυτρώνεις

φλεγόμενο το σώμα σου

μα στην ποδιά των βράχων   οι ρίζες σου εκτίθενται

(στον τοξικό τομέα)  (ΕΝΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙ σελ. 49)

 

Είναι κάποια αποσπάσματα από ένα σύνολο 278 πεζών ποιημάτων – αφορισμών με την κωδική ονομασία ΓΕΝΟΣΗΜΑ και οφείλουν τη δομή και τη γραμματολογική τους υπόσταση στην ομορφιά των μαθηματικών και της Φιλοσοφίας της Γλώσσας. Τυχαίο; Όχι.

Αυτουργός τους ο Κωνσταντίνος Λουκόπουλος που έχει σπουδάσει Φυσική και Ιστορία της Φιλοσοφίας και για χρόνια υπήρξε συγγραφέας βιβλίων Φυσικής.

«Ο συγγραφέας – ποιητής  μοιάζει να βλέπει τον κόσμο σαν ένα ανεστραμμένο είδωλο…»  σχολιάζει η Διώνη Δημητριάδου:

 «… με την αθωότητα της γραφής, και μάλιστα της ποιητικής, ο Λουκόπουλος  παρεμβαίνει κατά το δοκούν για να ισιώσει την ανάποδη εικόνα του κόσμου, αποκαθιστώντας έτσι την εικόνα των πραγμάτων όπως θα την ήθελε ή όπως θα έπρεπε να είναι…» 

Δύσκολο εγχείρημα η συγγραφή πεζών ποιημάτων,

ειδικά όταν δοκιμάζεις να κλείσεις στη φόρμα ολιγόστιχων στοχασμών  αιώνια  αινίγματα ανθρώπινης φύσης  ψάχνοντας…  με τον τρόπο σου

«ένα Ποίημα να κρυφτεί(ς)» και ξέροντας πως

 «… η θάλασσα δεν σε λειαίνει. Κι αυτή η αρκούδα που στην αρχή σε καταβροχθίζει τώρα σε έχει καταλάβει» (ΑΧΘΟΣ ΑΡΟΥΡΗΣ σελ. 51)

 

Τα  ΓΕΝΟΣΗΜΑ, λοιπόν, που είναι 278 πεζά ποιήματα και κυκλοφορούν από τις εκδόσεις ΑΩ από τον Ιούλιο του 2021,  αποτίουν φόρο τιμής στο  Tractatus Logico-Philosophicus του Λούντβιχ Βίτγκενστάιν καθώς και στην εικαστική ιδιοφυία του Αύγουστου Ζάντερ, φωτογράφου - ποιητή της εικόνας και εκφραστή της Νέας Αντικειμενικότητας στην φωτογραφική τέχνη, φωτογραφία του οποίου παρατίθεται στο εξώφυλλο.

 

Αν το  στοίχημα ήταν να βρεθεί μαγικό ραβδί που μετατρέπει   πεζές/ εγκεφαλικές κατασκευές στοχασμών επί παντός επιστητού σε πεζά ποιήματα,

φαίνεται πως ο Κωνσταντίνος Λουκόπουλος το κερδίζει.

Αν οι ορισμοί είναι το θέμα, «τότε μόνο έχουν ενδιαφέρον: ως κατασκευές, ως έργα τέχνης» (σελ. 72)

«Στις καμπύλες γλιστράω·   ποιος όχι;

κι ετούτοι οι άνθρωποι ξυπνούν από το λήθαργό τους   όπως κι εσύ·

Είναι η Κυριακή τους   και είναι παγωνιά

και είναι το σάλιο που τρέχει στο πηγούνι τους

τα νυχτερινά δάκρυα που έχουν παγώσει   το αλάτι τους

που είναι κρυσταλλικό   Ιμαλάϊων ή Μαύρης Θάλασσας·

και οι εικόνες των αγίων τους   που κατεβαίνουν από τα βάθρα τους  και τους προσκυνούν» (ΜΥΟΚΑΡΔΙΟ σελ. 70) 

 

«Είναι ισχυροί και ποιητικοί με τη διαγώνια αλήθεια τους…», οι αφορισμοί του Κωνσταντίνου Λουκόπουλου, που…  «άλλοτε συνομιλούν με την ποίηση, άλλοτε απολύτως μεταξύ τους και άλλοτε με τον ίδιο τον αναγνώστη, εμπλέκοντάς τον σε φιλοσοφικές αναδιατυπώσεις, καθώς ο λόγος του ποιητή υψώνεται υπερρεαλιστικά για να καταλήξει σε απολύτως ρεαλιστικούς απόηχους. Μα εκείνο που χαρακτηρίζει θεματικά την ποίηση του Λουκόπουλου είναι η βαθιά λογοτεχνική σπουδή, η συνομιλία με το διακείμενο, χωρίς ποτέ να παραλείπει την ανάδρομη υπερρεαλιστική αφήγηση…»  (Κατερίνα Παπαδημητρίου)

Και σύμφωνα με τη δική του ρήση: «Αίρουν κάποια ιδιότητα που παραχωρήθηκε τιμητικά· άρα ατιμάζουν. Πάντα υπάρχει κρυμμένο δράμα σε μια ατίμωση…» (σελ. 73) 

Ό,τι τελικά προκύπτει, συμπεραίνει ο Παναγιώτης Χατζημωϋσιάδης στο fractal,  «είναι ένα σύνολο ποιητικών αφορισμών με υψηλό βαθμό νοηματικής πύκνωσης, όπου ο αυστηρός τόνος του αποφθέγματος και ο σχολαστικός χαρακτήρας της φιλοσοφικής γλώσσας διαρκώς υπονομεύονται με παιγνιώδη διάθεση απ’ την πανταχού παρούσα ποιητική γραφή.

 

 


 

ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΠΟΙΗΣΗ ΠΟΥ ΑΡΝΙΟΤΑΝ ΝΑ ΓΡΑΦΤΕΙ 

όπως η μέρα που αρνιόταν να βραδιάσει (Η ΜΕΡΑ και η ΠΟΙΗΣΗ σελ. 37)

Τα  278 πεζά ποιήματα της συλλογής είναι οργανωμένα σε 49 ενότητες με το πρώτο ανάμεσά τους να εισάγει τη θεματική όσων ακολουθούν. Εκκινώντας, όπως ο ίδιος σημειώνει, «από μία κοινωνική συνθήκη, μια διερώτηση ή ένα συντριπτικό συναίσθημα» θίγει με ποιητικό τρόπο και φιλοσοφική διάθεση μια ευρεία γκάμα θεμάτων, απ’ τα αυτοαναφορικά της ποιητικής γραφής μέχρι τα υπαρξιακά της συγκρότησης του «εγώ» και απ’ τις ανθρώπινες σχέσεις μέχρι όρους των φυσικών επιστημών. Επιλέγονται  παρακάτω αντιπροσωπευτικά «δείγματα» σχεδόν απ’ όλες τις παραπάνω θεματικές ενότητες: αυτοαναφορικά της ποιητικής γραφής και περί έρωτος, αγάπης και σχέσεων ελεύθεροι συνειρμοί!..    

 

ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΣΗΣ  «γενόσημοι»  αφορισμοί του Κωνσταντίνου Λουκόπουλου που…

Ήταν… αυτός που ζούσε με τα ποιήματα κι όταν ξυπνούσε δεν έφτιαχνε καφέ παρά ανέπνεε τη μέρα. Καλά πήγαινε, μα δεν είχε βρει έναν τρόπο αν ήθελε να αναπνέει τη μέρα ντεκαφεϊνέ... (σελ. 22)

 

(γιατί…)

 

Για να ανακλαστεί ένα ποίημα, εντός των χρόνων και των ερώτων του, ακόμη και το σκληρό φως της αποτυχίας του οφείλει να οξύνεται  (Η ΑΝΤΙΘΕΣΗ σελ. 20)

 

(καθώς…)

 

Ένα όνειρο που θεριεύει είναι ένα πέλαγο που – από απλή αξιοπρέπεια – αρνείται να καταποντιστεί στον εαυτό του. (ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ και ΑΥΤΟΑΝΑΦΟΡΑ σελ. 14)

 

(το ερώτημα όμως είναι…)

 

Η ΠΟΙΗΣΗ ΑΡΚΕΙ;

Η Ποίηση δεν είναι - φυσικά - προς αμφισβήτηση. Απορροφά την ενέργεια από το σύνθετο άπαν σαν μια χωροχρονική ηλεκτροσκούπα, μα η ουσία της είναι απλή: απλώνεται στα βρεφικά κεφαλάκια και μυρίζει τη ζωή σαν βούτυρο. Περιττές και οι αναγωγές και οι επιστήμες. Η ποίηση αυθύπαρκτη αρκεί και περισσεύει (σελ. 28)

 

(φαίνεται πως αρκεί…  με την προϋπόθεση ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ. Βλέπε υπεύθυνη δήλωση Ποιητή):

«Δεν διαβάζω ποτέ φωναχτά ποιήματα και λόγια που τρίβονται. Τους λογαριασμούς της ΔΕΗ απαγγέλλω με σταθερή φωνή, περισσότερο μπάσα από όταν κάνω μάθημα. Πού και που μου ξεφεύγει κανένα κοκοράκι (σελ. 31)

 

ΠΑΛΙΜΨΗΣΤΟ

Τα χρόνια που έγραφες, εγώ σε έσβηνα πριν στεγνώσεις και γίνεις ποίημα. Από πάνω έγραφα ό,τι χρειαζόμουν: λίστες σουπερμάρκετ και δουλειές για την κοπέλα που καθάριζε. Το όνομα μιας φίλης που κάπνιζε τριαντάφυλλα και μασούσε πεγιότ, καθώς και κάποιας άλλης με στήθη δαγκωμένα απ’ το καβούρι. Εκείνη ειδικώς ήταν περήφανη για το γιατρό της και για το πόσο λίγα λεφτά της πήρε αμοιβή για τη μαστεκτομή. Εγώ ήμουν περήφανος που έγραψα το πρώτο μου ποίημα για την αναισθησία κατά τη διάρκεια του χειρουργείου. (σελ. 35)

 

ΚΑΙ ΕΤΣΙ ΤΟ ΦΩΣ ΟΡΙΣΤΗΚΕ:

από το πόσο κακό έκανε το σκοτάδι του (ΟΡΙΣΜΟΣ σελ. 37)

 

Από τις εκρήξεις σας, φως κι αιθάλη σκορπίζονται· μα η βουβή λάμψη ήταν πάντοτε της ποίησης το πρόσταγμα (ΚΡΟΤΟΥ ΛΑΜΨΗΣ σελ. 34)

 

(λοιπόν…) ΠΟΙΗΣΗ είναι μια γάτα που τεντώνει τα νύχια της στον ήλιο…

σαν ένα ελάχιστο μανιφέστο αιχμηρότητας. Μοιραία το φως της θα εκτιναχθεί (μέσα από τις νυχιές που θα προκύψουν στης ημέρας το κατάμαυρο σεντόνι) (σελ. 42)

 

Ο ΓΑΪΔΑΡΟΣ ΤΟΥ ΧΟΤΖΑ

Με τους ποιητές θα έπρεπε να γίνεται όπως και με τον γάιδαρο του Χότζα: Μόλις τους μαθαίνει η ποίηση πώς να τη γράφουν δίχως λόγια, ας βγάζουν, επιτέλους, τον σκασμό (σελ. 37)

 

ΓΙΑΤΙ ΚΑΘΕ  ΠΡΑΓΜΑ ΓΙΝΕΤΑΙ;   ΓΙΑΤΙ ΧΑΝΕΤΑΙ και ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΕΙ;

Η πίεση της περιέργειας οφείλεται στο σώμα, μα αρκεί μια καρφίτσα για να εκτονώσει το μπαλόνι της υπερφίαλης γνωσιακής πλάνης. Από κείνες τις λιποβαρείς τρυπίτσες τα άστρα θα δολοφονήσουν τη νύχτα με διακριτικότητα!. (ΤΟ ΑΙΤΙΟ σελ. 28)

(και.. )

ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΑΙΤΙΟ:

Η παρατήρηση της διαδοχής και της συνύπαρξης δεν περίμεναν τον Καντ είτε τον Χιουμ. Στην Πολιτεία, ο Δεσμώτης συγκρατεί στη μνήμη του ποιες από τις σκιές περνούν πρώτες, ποιες στη συνέχεια και ποιες περνούν μαζί. Έπειτα ανακαλεί τη γνώση για να προ-βλέψει. Έτσι η επιστήμη εγκολπώνεται το ποιητικό αίτιο του χρόνου για πρώτη φορά. Ο Καντ κι ο Χιουμ έρχονται δεύτεροι και καταϊδρωμένοι. (σελ. 28)

 

Η ΠΟΙΗΣΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΤΗΣ·

είναι το αίμα των λέξεων (και τα βουβά σημαινόμενα) (σελ. 46)

 

Πώς να μιλήσω δίχως λέξεις για τη γλώσσα; Θα βυθιστώ στην τριβή και τα φωνήεντα ενώ ο Φλοίσβος θα παρέρχεται κι η θάλασσα θα ενορχηστρώνει τη φυγή και θα οπλίζει· ένας τοίχος με το κύμα θα υψώνεται, στην αμμουδιά θα ξεβράζονται τα ποιήματα σαφρίδια τουμπανιασμένα. ( ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΦΑΙΡΕΣ σελ. 46)

 

Η ΦΛΥΑΡΗ ΣΙΩΠΗ

Σε μια παρουσίαση ποιημάτων ένας γέροντας κυρτός φλυαρούσε για να μας πείσει ότι η δική μας φλυαρία καταδεικνύεται κυρίως μέσα στη σιωπή που επιδιώκουμε!.. (σελ. 56)

 

Η ΣΙΩΠΗΛΗ ΣΤΑΧΤΗ

Τι να την κάνουμε τη σιωπή; Από τη θράκα της θα ξεπηδήσει ένα ποίημα ενώ το έκπαγλο φλουρί μας θα χωνεύεται στη στάχτη της· και δεν θα ακούγεται μιλιά!.. (σελ. 56)

 

ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ

(Το ξέρω, είναι νύχτα και πια εμείς έχουμε πάψει να αναμετριόμαστε με τον οίστρο μας) σελ. 59

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ και ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΟ

Αυτή η παρένθεση μας οδηγεί στο προφανές η αλλοίωση είναι το Ενδεικτικό της αιωνιότητας. Μερικές φορές γίνεται και Απολυτήριο.  (σελ. 59)

 [επιλογές περί ποίησης κι άλλων δαιμονίων από τα 278  ΓΕΝΟΣΗΜΑ πεζά ποιήματα του Κωνσταντίνου Λουκόπουλου, εκδόσεις ΑΩ 2021]

 

ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΔΙΧΩΣ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ

Κι είτε από έρωτα είτε από απόγνωση κορυφώνεται η δίψα σου ενώ υποκρίνεσαι την κοίτη (Η ΔΙΨΑ σελ. 57)

 

ΑΔΙΑΝΟΗΤΟΣ Ο ΕΡΩΤΑΣ:  

Ποιος κατάφερε ποτέ αυτά τα πράγματα να τα οριοθετήσει; (ΕΝΤΟΣ ΟΡΙΩΝ σελ. 21)  

Κι άλλοι Περί Έρωτος ΓΕΝΟΣΗΜΟΙ αφορισμοί Κωνσταντίνου Λουκόπουλου, που κάτι διδάχθηκε από την ΠΡΩΤΗ ΑΓΑΠΗ   

«Λόλα να ένα μήλο. Μα αυτό το μήλο δεν το δάγκωσε ποτέ!..»

και από την ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ:

«Είναι μια χίμαιρα. Κανείς δεν την ξέρει την τελευταία· αγάπη ή στιγμή; - σελ. 44]

 

ΤΟΝ ΠΟΘΟ ΟΤΑΝ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ, ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ ΤΗ ΛΕΞΗ «Πόθος»

Όταν σε αρπάζει ο πόθος, τίποτε δε σκέφτεσαι (Ο ΠΟΘΟΣ σελ. 10)

 

Μες στο ερείπιο του πόθου μας φυτρώνει μια φθορά που διαβάζεται ακόμη και με τα χέρια. Καταπάνω της εκτινάσσομαι μα όλο σκοντάφτω στο ίδιο μου το κορμί· η σκιά που υπήρξα πριν συμμορφωθώ σε ματίζει. Και τα μάτια σου μυρίζουν ευχέλαιο. ( ΔΙΑΔΟΧΗ και ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΙΑ σελ. 52)

 

Στον έρωτα το κορμί γίνεται ένα κάστρο που οφείλει να απολαύσει την πολιορκία του. Μάταια εκτοξεύονται δόρατα και βράχοι κι εφορμούν πολιορκητικοί κριοί. Η παράταση της πείνας και της δίψας είναι ο στόχος· όχι οι πολεμίστρες!.. (Η ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΔΙΧΩΣ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ σελ. 16)

 

ΜΑ ΠΟΣΟ ΠΙΟ ΛΑΜΠΡΗ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙΣ ΑΠ’ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ ΣΕ ΕΡΩΤΕΥΤΗΚΑ (Λάμψη σελ. 20)

Ένας γλάρος σημαίνει τη θάλασσα μα οι αναλογίες δεν εκτείνονται στις ιδιότητες. Ούτε η θάλασσα πετάει, ούτε οι γλάροι φουρτουνιάζουν. Κάποτε μόνο ξεβράζονται στην άμπωτη όσοι - λέμε τώρα - ερωτεύονται κάποιο κύμα!.. (ΕΡΩΤΑΣ σελ. 13)

 

ΕΝΤΟΣ ΟΡΙΩΝ

Στη ζωή μας ορίζουμε τα πράγματα μέσα απ’ τη γλυπτική τους: σαν τυφλοί που χαϊδεύουν μα προτομή για να αντιληφθούν τη μορφή δια της αφής!.. Τα πάντα προκύπτουν πεπερασμένα ώστε να τα χωράει ο νους. Αδιανόητη η σκληρότητα προς τη ζωή, ο βιασμός, ο πόλεμος. Αδιανόητος ο έρωτας. Ποιος κατάφερε αυτά τα πράγματα να τα οριοθετήσει;  (σελ. 21)

 

ΑΦΗ

Είναι στιγμές που απολαμβάνω τον ύπνο σου με τα δάχτυλα, θαμπώνει η αφή, τραχύνονται οι ρώγες και βγάζουν χόρτο. Μα ακόμη τα δάχτυλα μπορούν και σφίγγουν. (σελ. 22)

 

Να πούμε ξανά πόσο τρυφερή είναι η καρδιά ενός μαρουλιού: σαν ενός αγοριού που ερωτεύεται ένα άλλο αγόρι!.. ( ΤΡΥΦΕΡΟΤΗΤΑ σελ. 22)

 

ΕΙΚΟΝΕΣ

Για τώρα που έφυγες έχω εγώ τον κήπο μας. Κόβω από κει τις εικόνες που βγαίνουν στην πρωινή πάχνη. Ούτε καν τις κόβω. Σχεδόν ανεβαίνουν μόνες τους στα χέρια μου. Και το νερό απ’ το πότισμα το φυλάω για πιόμα! (σελ. 12)

 

Ευτυχώς τα όρια της εικόνας δεν είναι το τέλος της απεικόνισης: ένα κάδρο, όσο κι αν ισχνά περιβάλλει τον έρωτα που βουλιάζει στον νόστο του, έχει αγγιχτεί από τα χέρια που ερωτεύτηκαν. Κάθε απόγονος – όσο κι αν πικρός – θα παίρνει λίγη γλύκα από τη ζάχαρη του κάδρου (ΤΟ ΚΑΔΡΟ σελ. 58)

 

ΤΟ ΑΠΕΙΡΟ ΠΕΡΙΕΧΕΙ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥ…

αρκεί πρώτα ν’ αδειάσετε τα κρεβάτια σας από τα χθεσινά κορμιά κι έπειτα να τα αερίσετε (σελ. 38)

 

Η μοναξιά του κορμιού δε διασπάται σε κβάντα χρόνου κι άλλες τέτοιες γραμμικότητες· είναι σαν ένα σεντόνι απόγνωσης: συνεχής, ολοκληρωτική και για πάντα. (Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΟΥ ΚΟΡΜΙΟΥ σελ. 40)

 

Η μοναξιά της ύπαρξης είναι το σκοτάδι του Θανάτου εν Ζωή. Κλειστά τα μάτια διατηρείς να μην τον δεις να σε παίρνει. Όμως έτσι δεν θα δεις ποτέ ούτε έναν από τους υπόλοιπους τυφλούς, με τους οποίους θα μπορούσες να ζευγαρώσεις. (Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ σελ. 40)

 

ΚΙ Ο ΕΡΩΤΑΣ;

Φυγαδεύεται πάντοτε απ’ το κορμί κι αποθηκεύεται στον άχρονο λειμώνα που διαβιοί ως βοσκότοπος· ανάμεσα σε σκόρπιους οργασμούς και φρέσκο εφηβικό κλάμα. Μια αποθήκη ηδονής περισσότερο παρά η ζωή που σου συμβαίνει.  (σελ. 44)

 

ΕΡΩΤΑΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ και ΕΡΩΤΑΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ

Όμως ο έρωτας είναι αόριστος· όπως ένα λαμπρό πρωινό που είχε υπάρξει στα δόντια του χρόνου αμέσως μόλις ένα κορίτσι με θαμπά ροδομάγουλα συναντήθηκε με μιαν έξαψη αψιά, γεμάτη ήλιο. Έκτοτε έρωτα τον ονομάζει, αόριστο έρωτα!.. (σελ. 47)

 

Η απάντηση όλων είναι άλλωστε ο έρωτας. Για τα όρια του να μην αναρωτιέσαι. Όλα έχουν υπάρξει εντός μιας απεριόριστης εκδοχής όπου αγαπάμε κι αγαπιόμαστε σαν μέλισσες, εις γάμου κοινωνίαν με ολόκληρη την κυψέλη. Μια τέτοια στιγμή ζυμώνουμε για πάντα. Όσο διαρκεί το δικό μας «για πάντα»!.. (σελ. 47)

 

ΕΓΩ ΟΜΩΣ, ΟΤΑΝ ΔΙΨΩ, ΑΠΟ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ  ΣΟΥ ΠΙΝΩ.

Όσο πιο μακρινό, τόσο πιο γάργαρο το ουράνιο νερό σου!.. ( ΤΟ ΣΤΑΘΕΡΟ ΦΕΓΓΑΡΙ σελ. 54)

Κι εσύ όταν γελούσες καλούσες πάντα, για μάρτυρα, το σταθερό φεγγάρι· αν και κάποιες μέρες ιχνηλατούσαν τη σπουδαιότητά τους στην απλή παράθεση και την απραξία. Όμως οι μέρες μας δεν είναι ένα περιβάλλον γέλωτος. Χρόνος είναι. Καθαρός και πολύτιμος χρόνος (ΟΤΑΝ ΓΕΛΟΥΣΕΣ σελ. 54)

 

(Το ξέρω, είναι νύχτα και πια εμείς έχουμε πάψει να αναμετριόμαστε με ον οίστρο μας) ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ 59

 

Η ΑΓΑΠΗ

Μα ακόμα κι ο βοών βοριάς επιδιώκει κάποτε να ζεσταθεί. Κι η τέχνη του φόνου γίνεται κραυγή για λίγη αγάπη. Είναι άραγε ειλικρινής όπως φωνάζει για να αγαπηθεί; Ή μήπως αναδιοργανώνεται για να ξαναχτυπήσει; (σελ. 64)

 

Η ΑΚΕΡΑΙΑ ΕΙΚΟΝΑ

Ένα τραγούδι από στάχυα και νύχτα κι ο ουρανός να επιμένει: πού χάσατε τα μάτια σας; Λες και είχα αυτιά, δάκρυα ή γλώσσα.  (σελ. 76)

 

ΔΙΧΩΣ ΜΑΤΙΑ

Σε βλέπω κι εσένα που παραλλάσεις αλλάζοντας τομάρι με τις επαναληπτικές ισημερίες σου. Κάθε απόγευμα γίνεσαι η ανάμνηση αν όχι η υποψία του έρωτα που εγκατέλειψες χάριν μιας νερόβραστης αγάπης.  (σελ. 76)

 

ΤΑΠΙΣΕΡΙ

Εγώ πάντως σε ονειρεύομαι ακέραια κι ας μη σε έζησα τότε που νόμιζες ότι ζούσες κι οι μέρες σου κρέμονταν στους τοίχους σαν ελαττωματική ταπισερί.  (σελ. 76)

 

ΤΟ ΡΟΛΟΪ ΠΟΥ ΜΟΥ ΧΑΡΙΣΕΣ…

… μεγαλώνει μες την τραγικότητά του· εκτείνεται στα μετρικά κενά με απελπισία ύπαρξης ενώ τα βράδια γίνεται σβησμένο άστρο και τα δευτερόλεπτά του εξαερώνονται!..

 

Όμως το φως του είναι πάντα ευπρόσδεκτο ακόμη κι όταν προέρχεται από ένα σβησμένο άστρο. Χαϊδεύει τα μαλλιά και τα φουσκώνει από έρωτα για το ηφαίστειο που υπήρξε, χρυσός που ουδέποτε οξειδώνεται!..  (σελ. 77)

 

ΤΑ ΝΥΧΤΕΡΙΝΑ ΤΡΕΝΑ

Τα νυχτερινά τρένα, μετά τη δουλειά, θα φτάνουν πάντα στους προορισμούς τους όπως θα θέλατε οι ερωμένες σας να φτάνουν σε οργασμό: με ακρίβεια κι απόγνωση (σελ. 34)

 

ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ

Ο οργασμός είναι ένας θάνατος και μια γέννηση μαζί. Όμως μετά τον οργασμό, δεν αρχίζει ούτε ο θηλασμός ούτε η αποσύνθεση. Γεγονός ενθαρρυντικό διότι ο οργασμός ως πράξη θα επαναληφθεί· κι ας φαίνεται να διαρκεί μια στιγμή μονάκριβη. (σελ. 11)

 

ΤΟ ΕΣΩΤΕΡΟ ΕΓΩ   το   ΕΞΩΤΕΡΟ ΕΣΥ και ο ΑΛΛΟΣ

Το εσώτερο εγώ είναι μια νύχτα που εσωκλείστηκες αυτόβουλα εντός του μέλανος σώματος. Σύμφωνα με τον Πλανκ, είναι απολύτως απίθανο να βγεις από κει μέσα, όσο κι αν συγκρούεσαι απεγνωσμένα με τα τοιχώματα!..

Το εξώτερο εσύ είναι μια βάρκα που το φως της ερωτεύτηκε παλιότερα ένα μέλαν σώμα ενώ τώρα πλέει ανέμελη στο γαλάζιο νερό. Κι όσο πλέει τόσο της αυξάνουν τη δόση!..

Ο άλλος γρυλίζει ακέραιος πριν την αυγή και φοράει τα μάτια του τίγρη, Μα δεν αναγνωρίζεται παρά μόνο από τη μυρουδιά. Ελεύθερο άζωτο και ελάχιστο θείο. Η μυρουδιά της Γούνας του που καίγεται!.. (σελ. 67)

 

ΝΑ ΚΑΕΙ Ο,ΤΙ ΚΑΙΓΕΤΑΙ.  ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΝΕΑ ΠΛΑΝΗΤΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

Παράδεισος ήταν ο πλανήτης πριν αρχίσει να πιστεύει.

Μερικά σπόρια που κρύφτηκαν στο χώμα εσωκλείουν από την ελιά του Πλάτωνα έως τις υπερχιλιετείς σεκόγιες (ΤΟ ΠΥΡ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΟ, ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ και ΜΝΗΜΗ σελ. 68)

 

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ  ΕΙΣΑΙ  ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΓΙΝΕΣΑΙ…

… είναι μια μυστικιστική συνθήκη ισορροπίας σαμανικής προέλευσης που αποδεικνύει τις παγανιστικές φύτρες της «ανθρωπιάς» σου. Κι ας λένε οι φιλόλογοι εκείνα τα ρατσιστικά «άνω – θρώσκω». Ο ίδιος άνθρωπος είσαι που, ενώ χαϊδεύεις το κεφάλι ενός μωρού το πρωί, σαπίζεις τη μάνα του στο ξύλο το βράδυ!..  (σελ. 65)

 

ΚΑΠΟΤΕ ΟΝΕΙΡΕΥΟΜΑΙ ΤΗΝ ΠΤΗΣΗ ΜΕ ΔΙΚΑ ΜΟΥ ΦΤΕΡΑ

(Πιο συχνά, με το μακρύ ταξίδι μοιάζει: και χερουβίμ και Αχέροντας… (Η ΠΤΗΣΗ σελ. 25 κι άλλα αποσπάσματα απ’ αυτή τη σελίδα):

Από κει   ΤΟ ΠΡΑΝΕΣ   αναδεικνύεται πιο σκούρο: το πράσινο είναι και ουρανός, και τα χελιδόνια χρωματίζονται με σύννεφα. Κάποιοι ερωδιοί του βαθύ χειμώνα υποκρίνονται την άνοιξη. Τη νύχτα ακούγεται   Η ΒΟΗ    των άστρων και τα νερά λάμπουν σκοτεινά μες στη λάσπη τους. Εκεί θα ήθελα να αλητέψω   ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ    δίχως εμπλοκή – συναισθηματική ή άλλη – με τη ζωή, με τον χρόνο ή με τα πέρατα.   ΤΟ ΠΕΡΑΣ   απεύχομαι (μα πρέπει να μάθω να το αγκαλιάζω). Ειδικά αυτό:   ΤΟ ΠΕΡΑΣ ΕΝ ΠΤΗΣΕΙ·   καλό είναι να συμβεί μες στη σιωπή ή στη μοναξιά των κάμπων με βαμβάκι, σαν ένα βλήμα που σφηνώνεται σε ένα στρώμα από αφρό πολυουρεθάνης· θρύμμα της πέτρας και δάκρυ και σπίρτο μαζί.    (ΤΕΛΙΚΑ, δεν διαβάζεται εύκολα αυτή η πεζόμορφη Ποίηση, συμπεραίνει ο Παναγιώτης Χατζημωησιάδης στην κριτική του που αναρτήθηκε στο FRACTAL: «Πολλά και ορμητικά ποτάμια χύνονται εντός της. Το πέλαγός της αμιγώς ποιητικό κομίζει μιαν άλλη αντίληψη για τη σχέση της ποίησης με τη φιλοσοφία και τις επιστήμες… Το εγχείρημα όμως του Λουκόπουλου έχει μια πολύ ενδιαφέρουσα διάσταση. Ο ποιητικός λόγος, που από αιώνες έχει πάρει διαζύγιο απ’ τις θετικές επιστήμες, συνομιλεί μ’ αυτές, παίζει μαζί τους, αξιοποιεί τις γνώσεις τους και, τελικά τις εγκολπώνεται ανοίγοντας έναν άλλο τρόπο για τη θέασή τους.

Κυριακή , 31 Οκτωβρίου 2021