Κυριακή 10 Ιουλίου 2022

ΤΟ ΑΣΩΜΑΤΟ ΣΩΜΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ (…ερείπια και ίαμβοι αυτά ταιριάζουν στο κορμί μου…)

 

«Μυστήριο –

Ακουμπισμένος στα γόνατα   Μ' ένα φακό στο βλέμμα

Εμένα σημαδεύει   Το ακίνητο γλυπτό

Παρέμβαση στο πέρασμα του κόσμου

Πανάρχαιας προέλευσης ομοίωμα

Κόσμημα βιτρίνας μελλοντολιθικής εποχής

Αυτός   Σκάβει το σώμα μου

Αιώνες κατοικούνε

Χώματος ληστής   Κάπηλος

Εγώ είμαι η χώρα   Στην κορυφή της πόλης μου

Κάτοικοι   Τους κίονες κρατούνε

Δεν έχει εδώ άλλη ταυτότητα

Ερείπια και ίαμβοι

Αυτά   Ταιριάζουν στο κορμί μου»

(στίχοι από το ποίημα ΚΤΕΡΙΣΜΑΤΑ στη συλλογή της Μαρίας Κουλούρη ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΔΕΙΟ, εκδόσεις Μελάνι 2013)

 


Η Αγγελική Λάλου, παρουσιάζοντας  τη συλλογή γράφει:

«Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της ποίησης, που την κάνει να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα λογοτεχνικά είδη, είναι ο ιδιαίτερός της τρόπος να αντιλαμβάνεται και να αφομοιώνει την πραγματικότητα.  Συγκεκριμένα ερεθίσματα προσλαμβάνονται από την προσωπική οπτική του ποιητή και μέσα από τις λέξεις του εξωτερικεύονται και δημιουργούν μια νέα διάσταση.

Η καινούργια θέαση ενός ήδη υπαρκτού κόσμου στηρίζεται αυτή τη φορά σε αντιφάσεις, αντινομίες, μεταφορές και άλλα «οικοδομικά» υλικά, που χρησιμοποιεί ο δημιουργός, προκειμένου να «χτίσει» το δικό του εύθραυστο ποιητικό σύμπαν...»

Στη συνέχεια του κειμένου, δοκιμάζει  η κριτικός να «φωτίσει» τις διάφορες εκδοχές  «ασώματου σώματος»,  που αναδεικνύονται μέσα από συγκεκριμένους στίχους, άλλοτε με νύξεις, άλλοτε αποσπασματικά κι άλλοτε με την παντελή απουσία του...

Για παράδειγμα, στα ΚΤΕΡΙΣΜΑΤΑ, το ποίημα, από τον τίτλο του, μας τοποθετεί  σε ένα κλειστό, συγκεκριμένο περιβάλλον, αυτό ενός τάφου, με την υποψία του νεκρού σώματος να επαληθεύεται στους τελευταίους στίχους, οι οποίοι φέρονται να λειτουργούν ως άλλα κτερίσματα:

«Ερείπια και ίαμβοι / Αυτά    Ταιριάζουν στο κορμί μου...»

 

Στο ποίημα ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΟΝ, ελλοχεύει η απόπειρα το σώμα να ξεχωρίσει, να αποσπαστεί από το χώμα και να ανυψωθεί:

«Άνω θρώσκω

Εις απόγνωσιν εδάφους

Επί ποδός θεού…»     (αλλά και…)

Ελλείψει βάθρου

Στα ακροδάκτυλα στέκω

Φωνές    Τα χέρια τους τεντώνουν…»

Ως προς τον τίτλο, θα μπορούσαμε να πούμε πως το ποίημα προσπαθεί να μιμηθεί το τελετουργικό μιας επίκλησης, μιας προσευχής, ή μιας απόπειρας του ανθρώπινου στοιχείου να απαρνηθεί τη διάστασή του και να ενωθεί με το θείο.

 Ωστόσο, καταλήγει σε κάτι το ακριβώς αντίθετο, σε έναν ύμνο υπέρ της ανθρώπινης φύσης…

 

Στο ποίημα ΘΕΑΤΡΟ ΣΚΙΩΝ, η οντότητα του σώματος εξαρτάται από τα παιχνίδια του φωτός και τις διαθέσεις των αισθήσεων, της όρασης:

«Και τελικά το φως θα μείνει σβηστό

Θυσία στην ανημπόρια της αίσθησης

Μάστιγα κατάντησε αυτή η όραση

Μονοδιάστατη προβολή…»

 

[ακολουθούν κι άλλα αποσπάσματα από την κριτική της Αγγελικής Λάλου για την εν λόγω  συλλογή της Μαρίας Κουλούρη -  όπως αναρτήθηκε στο περιοδικό για το βιβλίο και την ανάγνωση BOOKSTAND

με επιμύθιο ένα σχόλιο της Πόλυς Χατζημανωλάκη:  

ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΔΕΙΟ: ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ: «… η γραφή ως νεκρώσιμος λόγος για την αιωνιότητα… »]

 

ΘΑ ΜΕΙΝΟΥΜΕ ΕΜΕΙΣ  ΦΙΓΟΥΡΕΣ ΓΥΜΝΕΣ

(…χάθηκαν ακόμα και οι όγκοι φωνής μες στο σκοτάδι…)

Το ποίημα ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΠΡΩΤΗ είναι ένα φανταστικό γράμμα -κατά το πρότυπο της Σίλβια Πλαθ- της κόρης προς τον πατέρα της. Μπορεί, ίσως, να προσεγγίσει κανείς το ποίημα από διαφορετικές πλευρές, μια «ψυχαναλυτική» ωστόσο ανάγνωση μας φέρνει πιο κοντά στο…  Ασώματο Σώμα της Ποίησης. Αρχικά το σώμα υποδηλώνεται από τα «συνοδευτικά» του:

Οι μαύρες μπότες

Το σκούρο κοστούμι

Η μυρωδιά σου σαπούνι.

Η μόνη ξεκάθαρη αναφορά γίνεται στο στίχο «Πόσο γρήγορα τρέχουνε τα πόδια σου», χωρίς να είναι τυχαία η χρήση των ποδιών και της ταχύτητας, εμπεριέχοντας τις έννοιες της ορμής και της καταπάτησης που μπορεί να χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά ενός πατέρα προς τη ζωή της κόρης του. Οι επόμενες αναφορές στο σώμα μέσα στο ποίημα δεν αφορούν τους άμεσους πρωταγωνιστές, αλλά ενδεχομένως να αποτελούν μια προσπάθεια να προσεγγιστούν τα θέματα του λανθάνοντος ερωτισμού, των συμπλεγμάτων και της προσκόλλησης στην παιδική ηλικία, όπου τα όρια, η σχέση, αλλά και το φύλο πατέρα/κόρης όσο κι αν είναι κοινωνικώς προδιαγεγραμμένα χαρακτηρίζονται ενίοτε ρευστά κι ασαφή («Στα δεμένα μ’ έρωτα όμοια κορμιά / Στου παιδιού το αυτιστικό κεφάλι»). Στην έννοια του φύλου και πώς αυτή εδραιώνεται μέσα από τη σχέση με την πατρική φιγούρα αναφέρονται και οι στίχοι:

Είσαι ο άνεμος

Γιατί να μη σε είχα σκοτώσει

Τις μέρες που γεννιόμουν

Γυναίκα ενωμένη

Τώρα τα μέλη μου πέφτουν

Ακολουθούν τις ωδές της χαράς σου

Μπαμπά

Στοργικέ μου, δυνάστη

Βιαστή αχόρταγε.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να μείνω λίγο στους στίχους «Γυναίκα ενωμένη / Τώρα τα μέλη μου πέφτουν», στον πρώτο το σώμα είναι ένα ενιαίο σύνολο, αδιάσπαστο και ως εκ τούτου κι εν μέρει άφυλο, ενώ στο δεύτερο το σώμα αποκτά μέλη, μέλη όμως τα οποία πέφτουν, σηματοδοτώντας ενδεχομένως και τη διάλυση του σώματος – και την κατάργηση πάλι του φύλου…

 

Στο ποίημα ΣΠΙΤΙΑ  τρεις στίχοι συνθέτουν μια πολύ ξεχωριστή και πρωτότυπη εικόνα, με το σώμα να κατέχει σε αυτούς μια ιδιάζουσα θέση.

Αυτός που κουβάλησε τόνους επιθυμίας

Στις πλάτες μιας όμορφης Κυριακής

Κάποτε μετρήσαμε το χρόνο με χαμόγελα

Τώρα σκυμμένοι ζητάμε λεπτά πάνω στο χώμα.

Στον πρώτο στίχο μια λέξη που αναφέρεται σε μέλος του σώματος - και, μάλιστα για έμφαση στον πληθυντικό (πλάτες) - υιοθετείται από μία χρονική υποδήλωση, την Κυριακή. Στον δεύτερο στίχο, ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει μέλος του σώματος, τα «χαμόγελα», χρησιμοποιείται ως μονάδα μέτρησης χρόνου, ενώ στον τρίτο, η μετοχή «σκυμμένοι» είναι η μόνη κυριολεκτική αναφορά στο σώμα, τονίζοντας τη στάση του και την τάση της ποιήτριας να θέλει το σώμα κοντά στο χώμα, θυμίζοντάς μας συνειδητά ή ασυναίσθητα την καταγωγή αλλά και τη φθαρτότητά του

 

Πιο αναλυτική και εξειδικευμένη χρήση του σώματος έχουμε στο ποίημα ΕΠΙ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑΝ, με την καρδιά να εμφανίζεται στον τίτλο αλλά πουθενά αλλού μέσα στο ποίημα. Όμως ακόμα κι εδώ η παρουσία του σώματος είναι ελλιπής και γίνεται μια προσπάθεια αναφοράς των άκρων, συνδυάζοντας ανά ζεύγη περίπου ένα εξωτερικό κι ένα εσωτερικό χαρακτηριστικό:

Τα δάχτυλα που σκάλιζαν τ’ αγάλματα

Κι η σκόνη που δάκρυζε το βλέμμα,  και Σάρκες σκίζονται

Έντερα τραβιούνται  / Φωνές μες στο μυαλό.

 

Άλλο ένα ποίημα όπου το σώμα ανήκει στη φύση ή αποτελεί κατά κάποιον τρόπο προέκτασή της είναι το ΣΙΣΥΦΕΙΟΣ ΛΗΘΗ:  

Γύριζε στους κήπους

Συχνά    Πριν τελειώσει τις δουλειές

Την είδανε ανάμεσα στα πέταλα

Σκυμμένη

Του φύλακα σκύλος…

Βρέθηκε μπροστά του τη μέρα εκείνη

Λουλούδι με άρωμα εισβολέα…

Δεν ένιωσε του άντρα της τη φύση…

Τώρα    Στέκει

Βρεφοκρατούσα για πάντα

Χέρια δεμένα

Το βάρος του μίσχου ρυτίδα στο μέτωπο.

 

Για το τέλος, άφησα το ποίημα ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ, όπου πρωταγωνιστεί ένα μέλος του σώματος, η κορυφή, και το αναφέρω ολόκληρο:

Κεφάλι    Επί σκότους κρεμάμενο

Διωγμένο από κρεβάτι

Ήσσονος σημασίας

Απρόθυμο να ειπωθεί    Σωπαίνει

Τα χρόνια περνούνε

Στα δάχτυλα των γέρων

Ένοικοι τότε    Νύχτες παλιές

Κι αυτό αιωρείται

Χωρίς βάση    Στέκεται

Ένα φύσημα αφορμή να πάει πιο κει

Εκατοστά αέρα η συλλογή του

Εκθέματα πίσω από βιτρίνα

Μουσείο άδειο.

Ένα κεφάλι λοιπόν κρεμάμενο, που αιωρείται, δηλαδή ασώματο, έρχεται στο τέλος να εξισωθεί με ένα «Μουσείο άδειο», καθώς οι κύριες λειτουργίες του, οι αισθήσεις, η μνήμη και η σκέψη, υπολειτουργούν ή φθίνουν με το πέρασμα του χρόνου εντελώς, για να μετουσιώσουν συνοπτικά ό,τι έχει προηγηθεί στη ζωή σε «Εκατοστά αέρα η συλλογή του / Εκθέματα πίσω από βιτρίνα». Ως βιτρίνα θα μπορούσε εκτός από την ίδια τη ζωή να ερμηνευθεί το σώμα, διαφοροποιώντας τα εξωτερικά ερεθίσματα από την εσωτερική πραγματικότητα ενός ανθρώπου. Ενώ το ίδιο το «Μουσείο άδειο» θα μπορούσε να εκληφθεί ως μια προέκταση του σώματος, απαλλαγμένου πλέον από τα σωματικά του χαρακτηριστικά, από την ανθρώπινη υπόστασή του και -γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο- ελεύθερου.

[ΠΗΓΗ: Αγγελική Λάλο, Το Ασώματο Σώμα της Ποίησης, BOOKSTAND, Περιοδικό για το βιβλίο και την ανάγνωση]

 

ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

(… «για μια ποιητική των ερειπίων, αντίθετη της ήττας…

ή η γραφή ως νεκρώσιμος λόγος για την αιωνιότητα… »,

η Πόλυ Χατζημανωλάκη σχολιάζει το ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΔΕΙΟ της Μαρίας Κουλούρη)

ΜΟΥΣΕΙΟ, χώρος έκθεσης αντικειμένων «νεκρών», που έχουν απομακρυνθεί από τη βιωμένη εμπειρία… Το ίδιο, ίσως συμβαίνει, τηρουμένων κάποιων αναλογιών, στην ποίηση… Ο  στοχασμός, δηλαδή,  επί των «αντικειμένων», των συμβάντων, του ένδον, προϋποθέτει μια ακινητοποίηση, μια «παρέμβαση στο πέρασμα του κόσμου» μια νέκρωση της ζωής, μια μουσειακή έκθεση, μια στάση παρατήρησης – ανασύνθεσης, όπως αυτή του παρατηρητή, του επισκέπτη ενός Μουσείου μια συμβολική αναμέτρηση με «εκθέματα» που βρίσκονται σε απόσταση – χρονική – βιωματική από αυτόν.  Ο χώρος – διαδικασία της ποίησης, ως χώρος νέκρωσης, διατηρεί μια έντονη αναλογία με την διαδικασία – χώρο της γραφής… Η απόσταση λοιπόν από το άμεσο βίωμα, η μετατροπή – έστω πρόσκαιρα των υποκειμένων σε αντικείμενα με τα οποία συνομιλεί ο Ποιητής, η δημιουργία του ποιητικού χώρου ως ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΔΕΙΟ, που θα κατοικηθεί από τις σκοτεινές, ανεξαργύρωτες εμμονές, τις εικόνες, τις αναμνήσεις, τους στίχους του ποιητή… Με το βλέμμα της ειλικρίνειας, της αγωνίας να εκφράσει ο ποιητής τις προθέσεις του, όλα εκτίθενται στην κατάλληλη απόσταση. Το γράμμα της Συλβί προς τον Πατέρα, η προσευχή του Ιάσωνα – Ισαάκ προ της θυσίας, οι μεταμορφώσεις του Κάφκα σε χώρο για να εκφραστεί ο Ποιητής, πένθιμα – αγγίζοντας χωρίς να μουδιάζει θέματα στα όρια της ζωής και του θανάτου – εις τόπον αναψύξεως – θλιμμένα όπως στο ΕΠΙ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑΝ, ποίημα  που αποφασίζω να ανθολογήσω ολόκληρο, σαν δείγμα ποίησης ζώσας, στιλπνής σαν άγαλμα, με φωνή αντίθετη της ήττας:   «Τα δάχτυλα που σκάλιζαν τα αγάλματα  /  Κι σκόνη που δάκρυζε το βλέμμα  / Η επιμονή σου να δεις τι έχει από κάτω  / Τίποτα δεν έχει από κάτω  / Όλα είναι στην όχθη αυτή  / Στα λουλούδια που ξαπλώναμε  / Στον ήλιο  / Στο ποτάμι το μικρό και τη δροσιά του  / Κοινά τα λόγια της θλίψης  / Τίποτα πρωτότυπο στο πένθος  / Σάρκες σκίζονται / Έντερα τραβιούνται / Φωνές μες στο μυαλό / Δεν έχω άλλο να πω / Δεν ξέρω πώς είσαι πια / Πού είναι τα σπίτι σου / Εκοψες τα μαλλιά σου / Πώς σε φωνάζουν τώρα / Αγάπη μου/ Αντίθετο της ήττας θα σε λέω / Κι ας είναι της ποίησής μου αμοιβή / Των φωνηέντων μου το πάχος / Και των συμφώνων μου ο συριγμός / Ας είσαι εσύ της κάθε μέρας εκκρεμότητα / Ούτε και σήμερα κατάφερα τη λήθη» [απόσπασμα από κείμενο της Π. Χατζημανωλάκη για τη συλλογή της Μαρίας Κουλούρη ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΔΕΙΟ, εκδόσεις Μελάνι 2013]

Κυριακή, 10 Ιουλίου 2022

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου