Τρίτη 26 Μαρτίου 2024

ΚΑΠΟΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΔΙΚΑΙΩΝΟΝΤΑΙ

 (… κάποτε παραμονεύουν   κάποτε σβήνουν και ρωτούν:   Ζεις;   Για δεν ζεις;   Ζήσε!..)  


Να στοιχηθείς δεν θέλησες   να μοιραστείς δεν ήρθες

στην αλχημεία της φωτιάς πορεύτηκες ολκός

σ’ ανυπεράσπιστα βλέμματα γεύτηκες ύδωρ

τρυγόνια νοερά, βρύσες λιμένων άντλησες

στης αγωνίας τον αχό εντοιχισμένα μάρμαρα 

και δυστοπίες αιώνων συνόψισες

δόρατα φίλων,  μνήμες νεκρών,   κατηγορίες απίστων

με παρρησία κατήγγειλες

πέρατα ιερά,   περιπολίες αγίων

χνάρια πολύφερνα,   δόκανα χώματα

μνήματα αθύρματα,   σώματα ασώματα.

Πέτρα την πέτρα σκάναρες μαρτυρικά στο γέρμα

της ερημιάς το τρίστρατο και τα κρυφά μαντάτα.

[ΠΕΤΡΑ ΤΗΝ ΠΕΤΡΑ, ένα ποίημα  του Χρήστου Μαρκίδη όπως αναρτήθηκε παλιότερα στο ΝΕΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ]

 


Το ποίημα, όμως,  δεν βρίσκεται ποτέ εδώ με τον τρόπο που βρίσκεται η τυπογραφική του όψη,

αποφαίνεται  στην παρουσίαση του ο Γιώργος Μπλάνας.

Και εξηγεί:

«Στην περίπτωση του Χρήστου Μαρκίδη, θα μπορούσαμε να το θέσουμε κάπως αλλιώς. Καθώς η γλώσσα είναι η οντολογική του κατάσταση, οι λέξεις στην ποίησή του αποτελούν τη βασική χρωστική ουσία του.

Ένα παράδειγμα θα δείξει σαφέστερα αυτή την τακτική, η οποία δεν είναι άγνωστη στην ποίηση, αλλά από το τέλος της δεκαετίας του 1960 παραπαίει ανάσα στο δίπολο συναίσθημα - κυριολεξία.

Το ποίημά του «Ξύπνησα με βροχή» από τη συλλογή  του ΕΡΕΒΟΣ  ή  ΤΟ ΑΛΛΟ ΦΩΣ,  βαίνει ως έτσι:

Ξύπνησα με βροχή

Κρατούσα, λέει, στα χέρια μου   ένα μεγάλο αίνιγμα

 φαιό ακίνητο   ωσάν τον ουρανό που αντίκρισα

ανοίγοντας με βιάση τα παραθυρόφυλλα.

Δύο εικοσιτετράωρα ο θεός

καταδέχτηκε να συνωμοτήσει στο νόημα

εκείνο των σαράντα ημερών, το μέγα.

 

Μα τα φαινόμενα ως είθισται απατούν   μέχρι το ποίημα να τραφεί

ήλιος ανέτειλε χλωμός,   δεν συμφωνεί η φύσις.

Η βούληση από το συμβάν έτη φωτός απέχει…

 

Το ποίημα καθένας καταλαβαίνει πως αφορά στην αποτυχία δημιουργίας ενός ποιήματος.

Ωστόσο, αυτή η αποτυχία έχει ήδη δημιουργήσει ένα ποίημα, αυτό που διαβάζουμε – κι ετούτο το γεγονός συνιστά μια τελετουργία, όχι μια «ενημέρωση», μια «πληροφόρηση».

Πρόκειται για τη μύηση του αναγνώστη σε ένα βιωματικό μοντέλο. Αυτό κατορθώνεται με τη διάχυση των σημασιακών και γραμματικών περιοχών των λέξεων.

Στον δεύτερο στίχο, ο ποιητής κρατά

«ένα μεγάλο αίνιγμα φαιό ακίνητο…».

Εδώ οι τέσσερις λέξεις θα μπορούσαν να είναι επίθετα ή ουσιαστικά, με διάφορους συνδυασμούς…

Στη συνέχεια του ποιήματος, παρουσιάζονται λέξεις, οι οποίες «χρωματίζουν» το λόγο με απρόσμενη ανατροπή της αναπαριστατικότητας.

Οι λέξεις «ωσάν» και «μέγα» δεν ανήκουν στην «ομαλή» επικοινωνιακή διάσταση της γλώσσας. Βρίσκονται εκεί αντιπροσωπεύοντας την αξία τους, χωρίς να περιστέλλουν το νόημά τους.

Τέλος, η φράση   «δεν συμφωνεί η φύσις»

αφήνει να διαχυθεί σε όλο το ποίημα εκείνο το χρώμα, που παρασκεύασε ο Κ. Καρυωτάκης στο ποίημά του «Κιθάρες».

Εν κατακλείδι, ο ποιητής Χρήστος Μαρκίδης δεν είναι ένας ζωγράφος, που απορεί πώς να «δουλέψει» με τις λέξεις, αλλά ένας ποιητής με πλήρη αίσθηση της γλώσσας…  (Γιώργος Μπλάνας)

Και άλλα παραδείγματα από τις συλλογές του Ποιητή. Ο πίνακας ζωγραφικής είναι το Ζωγράφου / Ποιητή

 

ΟΙ ΙΣΚΙΟΙ

Ύστερα ήρθαν οι ίσκιοι

φέρνοντας άλλους ίσκιους

εκείνους που ταράζουν το κορμί

κι εκείνους που αλώνουν τα όνειρα

σημαδεμένος είσαι μου είπαν

ο ένας σ’ έκοψε στα δυο

ο άλλος το μυστήριο σου χάρισε

ο τρίτος ο φαρμακερός σε βάφτισε στο πυρ

ο τοξοφόρος στην άβυσσο.

Όμως εσύ οξεία είχες για νυγμό και

τυχερή περισπωμένη στον λέοντα

και δουλεμένα χέρια στο υνί

ψυχή από οίστρο και άργιλο

χρόνια εξερευνούσες σήραγγες σεμνές

ποτάμια με φιδίσια αινίγματα

στέρνες στεγνές άλλοτε πληρωμένες

από θεσπέσια ερείπια και ύδωρ

άλογα λόγια, κάμπους βατούς

τοπάζια περίοπτα, άβατα νάματα

ψιλές και δασείες, αιώρες και ρήγματα.

 

Ποιος άραγε τεχνούργησε τέτοια χαρά;

Ποιος πίσω την άρπαξε;

 

ΝΙΨΕ

Ανυπεράσπιστο παιδί ή παιδαριογέρων;

ρώτησε ο σοφός το νήπιο.

Όφις καημένε και νερό

νερόφιδο του απάντησε με στόμφο εκείνο

καθώς κροτάλιζαν τα τόξα

καθώς δεξαμενές αδειάζαν από ήχο

και θύρες ανοιχτές με πάταγο βροντούσαν

τι πάταγος κι αυτός, ο προαιώνιος

Κύριος, ο από μηχανής ελεήμων

μα και θυσιασμένος απολωλός

Άγγελος, τι στήθος που πορεύεται

στην ιστορία με γυμνωμένους μυς

δίχως νοήματα, δίχως ελπίδα

στυγνό κουφάρι πολλαπλασιασμένο

στο άπειρο, τι σώματα τερπνά

μέσα στον ύπνο, τι τέρατα δεμένα

στης κοινωνίας τον χαμό

ιδιοτέλεια σαύρας, σκύμνου κραυγή

αητού τροφή, έπος τριήμερο

χαντακωμένο μίσος, θέα παράλογη

μνήμης φωτιά, φύτρα περίοπτη

ξεμωραμένη νύχτα.

Στύψε το αίμα να χαρείς, μωρέ

Νίψε την άβυσσο.

 

ΤΟ ΦΑΣΜΑ

Στη σιωπή εν μέσω της νυκτός

Το φάσμα ήρθε και μου μίλησε

Άκου, μου είπε,  τ’ αλόγατα σε φέραν ως εδώ

κι άκου να δεις τι είπαν:

Έρπουν λογής – λογής νιφάδες

ο ουρανός ανέτειλε,  κατέβηκε στη γη.

Κι εκείνη τη στιγμή με το Ζαγρέα

ο μανιασμένος άνεμος τη σήκωσε απ’ τα βάθρα

την έριξε στης οικουμένης το σταμνί

ευχή ειρκτή θα βρεις εσύ,  να τη νυμφεύσεις πάλι.

Εγώ εξέπεσα, καλέ

μήτε γι’ αρνί οδύρομαι  μήτε για λύκο

Εντόσθια μόνον ενθυμούμαι!..


ΜΕΤΑΠΤΩΣΗ

Χειμώνα επιθύμησες παντοτινό να στέργει

να στάζουν τα παραθυρόφυλλα

το δόκανο σαν το χρυσό αυγό να κρύβεται

να βρέχει κόκκινο χαλάζι

Στην Άνοιξη την πανσεβάσμια

ξεφάντωναν ωστόσο οι ώρες

Τα καλοκαίρια μήτρα άγονη νοστούσες

Φθινόπωρο επέστρεφες σαν την ψυχή στον Άδη.

 

ΚΑΜΙΑ ΣΤΡΟΦΗ  ΚΑΝΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΔΕ ΝΟΓΑ…

(…αγαπημένε μαζί του Διονύσου  ή  του Πανός

τον οίστρο εξιστορήσαμε 

μα η κοινωνία τ’ άλλα υπηρετεί!..

Τ’ άθλια  και  τα φρικτά ισοζύγια!.. 

Κι η φύσις:  Αυτή κι αν θέλει να κρυφτεί

κανείς δεν ξεύρει πώς ο κόσμος προχωρεί!..

Ερχόμαστε  πού;   Πηγαίνουμε πού; 

Ερημία  τρισμέγιστη!..)

«Η ΒΟΥΛΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΜΒΑΝ ΕΤΗ ΦΩΤΟΣ ΑΠΕΧΕΙ»

(Προτζέκτορας:  αποσπάσματα από μια συζήτηση με τον Χρήστο Μαρκίδη για την τέχνη και την ποίηση…)

Με σπουδές στη Ζωγραφική, στη Νωπογραφία, στην Ιστορία Τέχνης, στη Ρυθµολογία και στην Παιδαγωγική-Ψυχολογία στην ΑΣΚΤ, δεκατέσσερις ατοµικές εκθέσεις, συµµετοχές σε περισσότερες από εβδοµήντα οµαδικές σε Ελλάδα και εξωτερικό, τρεις ποιητικές συλλογές και µία συλλογή δοκιµιακών πεζογραφηµάτων, ο Χρήστος Μαρκίδης δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Βαθιά ποιητικός και απροκάλυπτα ειλικρινής, µέσα από το έργο του ακουµπά µε γενναιότητα τις βαθύτερες πληγές της ανθρώπινης ύπαρξης, ξεδιπλώνει χωρίς αναστολές την αδυναµία της απέναντι στο ανέφικτο αποκαλύπτοντας µας οδυνηρές µα διαχρονικές αλήθειες.    Η ζωγραφική του έχει ποίηση και η γραφή  τη διεισδυτικότητα της µατιάς ενός ζωγράφου. Μάλλον έτσι είναι, ομολογεί ο ζωγράφος / ποιητής:  «Παραµένω ο ίδιος άνθρωπος µε διαφορετικά εργαλεία, η ποιητική δεν άλλαξε, µεταµορφώθηκε. Η ζωγραφική µου είχε ανέκαθεν δύο θέµατα, την µοναχική ανθρώπινη φιγούρα και τη νεκρή φύση. Η γραφή, και εδώ βρίσκεται το παράδοξο, µου άνοιξε πεδία ελευθερίας απροσδόκητα…»   Σπαράγµατα της ανθρώπινης µορφής διέτρεχαν πάντοτε τα έργα του πατώντας όµως γερά σε κλασικές βάσεις…  «Ποτέ δεν µε ενδιέφερε η αφαίρεση πέρα από ένα όριο, ούτε, βεβαίως, και η ρεαλιστική αναπαράσταση…», δηλώνει.  Και σ’ ένα στίχο  «Η βούληση από το συµβάν έτη φωτός απέχει».    «Έρωτας και Θάνατος θα µας ξεπερνούν εις το διηνεκές. Φαντασιώσεις, παραφιλολογία και όνειρα θερινής νυχτός αποτελούν οι ψευδαισθήσεις της παντοδυναµίας. Υπάρχουν δραµατικές εµπειρίες στο πέρασµα των αιώνων, που έπρεπε να µας είχαν κάνει σοφότερους. Στο συγκεκριμένο στίχο αναφέροµαι στις αρχέγονες δυνάµεις της Φύσης. Η βούληση από το συµβάν έτη φωτός απέχει». Εδώ η Φύση ξεπερνά τον Θεό. Σε όλη µου την εργασία, εικαστική και ποιητική, παλεύει η ύλη µε το πνεύµα. Αυτό ακριβώς ορίζει και την έννοια του Τραγικού…»

Τρίτη, 26 Μαρτίου 2024

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου