Τρίτη 17 Αυγούστου 2021

ΕΚΕΙ ΠΗΡΑΜΕ ΤΗΝ ΚΑΚΗ ΣΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΓΟΝΑΤΙΣΑΜΕ ΣΤΟ ΑΛΩΝΙ…

 «Ζωή αρτεσιανή κάνε να γίνω στη νέα έλευσή μου

όπως μου ορίστηκε να γίνω ένας υδροφόρος για τους άλλους μες στη Σαχάρα των καιρών

να ρέω κρουνός του λόγου από ψηλά και να τους ραίνω

εις μνήμην του ζωδιακού μου Υδροχόου»  (Γιάννης Δάλλας, Υστερόγραφα)

 

«Τους έπρεπε να δαμάζουν άλογα   να θωπεύουν γενειάδες ηρώων

κι όχι να περιφέρονται δέσμιοι   σ’ αυτά τα χειρόγραφα…»

(ΤΑ ΠΑΡΘΕΝΙΑ από τη συλλογή του Γιάννη Δάλλα ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ)

 


Η μεταπολεμική φθορά ψυχών και ονείρων, το γονάτισμα τόπων κι ανθρώπων, η προδομένη ανάταση και συνακόλουθα η χαμένη ανάσταση συγκροτούν, σύμφωνα με την άποψη του Χρήστου Μπράβου, τα παράλληλα επίπεδα στα οποία εκτείνεται η ποίηση του Γιάννη Δάλλα στη συλλογή του ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ (1η διαδρομή στις εκδόσεις ΚΕΙΜΕΝΑ 1981)

Σχολιάζοντας, λοιπόν την εν λόγω συλλογή, ο Χρήστος Μπράβος γράφει στο κριτικό κείμενό του:

«Τίμημα ατομικό ή συλλογικό (οδυνηρό σε κάθε περίπτωση) που καταβάλλεται στο αργυραμοιβείο της εποχής με αντάλλαγμα την καθίζηση σε μια ζωή ευθύγραμμη και στέρφα. Τους ιμάντες κινούν,  απ’ το βάθος του χρόνου, οι μυλόπετρες του Εμφυλίου.

Το λαχάνιασμά του γίνεται υπόκρουση και η σκιά του σκηνικό και σώμα του δράματος που στίχο με στίχο αρμολογείται στο ΤΙΜΗΜΑ.

Η ταινία προβάλλεται σε αντίστροφη κίνηση· ο αιμάτινος ποταμός αναπλέεται:

«Εκεί  πήραμε την κακή στροφή   και γονατίσαμε στο αλώνι

Πέρα καπούλια των βουνών ακόμα τρέχοντας

κι ύστερα γέρνοντας από ψηλά στη λίμνη

με τα ρουθούνια σαν σε μαρμαρόγουρνα

σταματημένος σταλαγμός ο χρόνος

κι δρόμος έβγαζε ξανάβγαζε στο αλώνι

πληρώσαμε παλαιστικά πιάσαμε θέση

κι είδαμε τον αλωνιστή να χερομάχεται

και ξάφνου στις οπλές ανάμεσα

– δάσος χεριών δρεπάνισμα ποδιών –

μια μάνα διχασμένη   και παρακάτω στις μυλόπετρες

τους ζωντανούς να αλέθονται σιτάρι

Στη γειτονιά μου και στη γειτονιά σας ξέχειλα

μαρτυρολόγια της μονής του Ντίλιου…»

(Η ΣΚΗΝΗ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΙV από τη συλλογή του Γιάννη Δάλλα ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ εκδόσεις Κείμενα 1981)

 

 

ΑΛΤΕΣ ΕΠΙ ΚΟΝΤΩ (από τη συλλογή του Γιάννη Δάλλα ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ 1981)

Πρώτη φορά ονειρεύτηκε όνειρα να γίνονται ήχοι.

Ξύπνησε κι άκουσε την πόρτα του ν' ανοίγει αθόρυβα

Οι τοίχοι του μια διαφάνεια κι αναγνώρισε τα πρόσωπα

Γνώριμοι γείτονες με τους παλιούς τους ρόλους σε προπόνηση

Ο σφάχτης ο εκκαθαριστής ο τραμαυτιοφορέας κι άλλοι

Άλτες επί κοντώ και κάποιος έδινε το πρόσταγμα

Μετακινούσε το σηματοδότη πέρα από τα σύννεφα

Σαν να κυμάτιζε ως την οροφή δάσος ραβδούχων

Και ο μακελλάρης των μετόπισθεν τους μοίραζε παράσημα

Τώρα η στρατόσφαιρα είναι μέσα μου είπε κι ένιωσε

Και τη δική του σιλουέτα σ' ένα πήδημα θανάτου.

Αλτες - και να ξανάρχονται ήχοι από ψηλότερα…

 

Ο Χρήστος Μπράβος σχολιάζοντας το εν λόγω ποίημα γράφει: «Οι πρωταγωνιστές του δράματος επαναπροσδιορίζονται μέσω μιας διαδικασίας μισο-ονειρικής μισο-ενσυνείδητης… Η εποχή επαναδομείται. Δεν αναζητούμε το ίχνος της. Το δράμα της αναβιώνει – για να παρασταθεί από την αρχή. Κι απ’ τη σκοπιά αυτή, είναι εύγλωττος ο τίτλος του εναρκτήριου ποιήματος της συλλογής Η ΣΚΗΝΗ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ, (τα πρόσωπα του έργου και η περιγραφή σκηνικού χώρου). Έτσι, ο Γιάννης Δάλλας, προτάσσοντας εισαγωγικά στοιχεία της μορφολογίας του θεάτρου, στοχεύει στον αρχέγονο πυρήνα του που είναι η ουσία των πραγμάτων.

Αυτή η αίσθηση του τραγικού συνοδεύει το βαρύ βηματισμό των μετακατοχικών και μετεμφυλιακών χρόνων… Την πορεία σηματοδοτούν:

Το Ζάλογγο των οραμάτων:

«Τα όνειρα χορός στην κόψη των γκρεμών» ή

«Τόσες κατοχές και η απελευθέρωση ανάρπαστη»  

Η αγωνιστική αγκύλωση:

«Ρίξαμε ένας – ένας τις ψυχές μας στο σωρό σαν όπλα αιχμαλώτων» ή

«Καθένας μας και μια παραλλαγή

μια ατομική περιπλοκή του δράματος»

Η μεταπολεμική αφασία:

«Ποτέ σαν να μην απελευθερώθηκε αυτή η πόλη» ή

«Κανένα σκίρτημα

είναι οι παλιοί μου φίλοι στήλες άλατος»

 και η σύγχρονη τερατογένεση:

«και ύστερα γέμισε η πατρίδα μου γιαπιά

και πίσω από πανύψηλους φεγγίτες μάτια»

Και ο Χρήστος Μπράβος σχολιάζει:

«Ασφυκτικό, αν δεν έχετε αντίρρηση, πλαίσιο για ένα ποιητή με αγωνιστικές καταβολές όπως ο Γιάννης Δάλλας. Κι αν όλοι ξέρουμε σε ποια κοίτη διοχέτευσαν την οραματική αγωνία τους οι ομότεχνοι της γενιάς του, είναι εύκολο να εννοήσουμε τη σπαραγμική αμηχανία τους, όταν η Ιστορία πήρε δρόμους αντίρροπους κι οι ίδιοι το χρίσμα του αιρετικού – όπως όλοι οι ηττημένοι. Μέσα σ’ ένα κλίμα μετεωρισμού και άτυπης ροής του χρόνου, ο λόγος τους ακροβατεί ανάμεσα στην αγωνιστική απονάρκωση  και την ακύρωση της ποιητικής λειτουργίας, μέσω της παραδοχής τετελεσμένων.

 

ΕΡΩΤΙΚΟ, ΤΗΣ ΑΧΕΡΟΥΣΙΑΣ

Ετσι όπως ανεπαίσθητα περνάς από τη μια εποχή στην άλλη κι
όλα είν’ ακαθόριστα καθώς το φως το χρώμα κ’ οι φωνές της μιας
γίνονται αίσθημα και χύνονται μέσα στην άλλη*  Ομοια κ’ εγώ
ταξίδευα κάτω απ’ τα δέντρα αυτού του γέρου ποταμού κ’ είχα την
αχερούσια γυναίκα που άλλαζε μορφές στην αγκαλιά μου* Μα-
στοί της γης πλόκαμοι ιτιάς μάτια και δέρμα σκίρτημα βυθών και
κάτω η γύμνια της ατέλειωτη μες στο κουπί μου* Και στη
στροφή που βράδιαζε γυρίζω και τη βλέπω που κιτρίνιζε σαν ν’
άρπαξε ο μισός  Αχέροντας φωτιά κι αυτή στη μέση τρίζοντας να
καμπουριάζει* Κ’ εγώ που ’χα το σώμα της αγάπης κ’ έτρεμε
γεμίζοντας τις χούφτες πήγαινα βουλιάζοντας από τη μια στην άλ-
λη  μου ηλικία*  Μ’ ένα λαγήνι στάχτη πέρασα στον Άδη.

 [από τη συλλογή του Γιάννη Δάλλα ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ 1981

 

ΠΡΟΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ (Εκβολές Αχέροντα)

Κομμένη η μέρα σήμερα στα δύο
η μια ταξίδευε με το ποτάμι αγύριστη
αγνώριστη μες στους ασφοδελούς και τα τζιτζίκια


Κι ο ποταμός πρασινομάτης πρασινόμαλλος
μ' όλες τις ανατριχιασμένες του πηγές
βράδιαζε κ' έμοιαζε καμπουρωτός καυλός της γης
που στράγγιζε στα βούρλα και τα πολυτρίχια
στην ανοιχτή λεκάνη του Ιονίου

Το νεροπούλι γύρισε σε γκιώνη
   
Αγγελοκρούστηκεν η μέρα καθώς νύχτωνε
Κι ως τ' αντι-Κύθηρα βαστούσεν ο σπασμός της

 

ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ ΣΤΙΓΜΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΔΑΛΛΑ ΩΣ ΠΟΙΗΤΗ… (αποσπάσματα από την παρουσίαση της συγκεντρωτικής έκδοσης των ποιημάτων του από τον Κώστα Βούλγαρη):

«Έτσι, στο ερώτημα ποιο είναι το ιδιαίτερο στίγμα του Δάλλα ως ποιητή, θα προτάξω ένα «εξωποιητικό» στοιχείο. Δηλαδή, τη χειραφέτηση του Δάλλα από τις κοινωνικές αξιώσεις της ποιητικής ιδιότητας. Η πιο εμφανής απόδειξη είναι η συστηματική ενασχόλησή του με την ποίηση συνομηλίκων του, όπως του Μίλτου Σαχτούρη, του Μανόλη Αναγνωστάκη, του Τάκη Σινόπουλου, και τόσων άλλων. Μάλιστα, τον Σαχτούρη θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν ο Δάλλας αυτός που τον επέβαλε ως σημαντικό ποιητή. Κι όμως, εδώ δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με τη μεγαλοσύνη του ανδρός, που κι αυτή πρέπει να προσμετρηθεί στον Δάλλα. Δεν πρόκειται ακριβώς περί γενναιοδωρίας, αλλά για την οργάνωση του ποιητικού σύμπαντος των μεταπολεμικών ποιητών, σύμπαν μέσα στο οποίο και η ποίηση του Δάλλα αναπνέει. Μάλιστα, δεν είναι αυτό το κύριο πεδίο όπου ο Δάλλας δοκιμάστηκε ως κριτικός και ως φιλόλογος, αφού η σημαντικότερη σχετική εργασία του εντοπίζεται στον Σολωμό, στον Καβάφη, στον Βάρναλη, αλλά και στη μετάφραση των αρχαίων λυρικών.
Δεν ήταν λοιπόν ούτε η διεκδίκηση της ιδιότητας του κριτικού, που οδήγησε τον Δάλλα στην ενασχόληση με το έργο των συνομηλίκων του, αλλά η επιλογή του να εντάξει τη δική του φωνή μέσα σε ευρύτερα συμφραζόμενα…

Τα διαρκέστερα όμως συμφραζόμενα, με τα οποία συνομιλεί συστηματικά η ποίηση του Δάλλα, ταυτίζονται με εκείνα τα πεδία όπου δοκιμάστηκε ως κριτικός και ως φιλόλογος, δηλαδή με τα σολωμικά, τα καβαφικά, τα βαρναλικά μεταλλεία. Σε μια ευρύτερη, σπάνια προοπτική, ο Δάλλας διευρύνει αναπάντεχα το πεδίο της έρευνάς του, μη διαχωρίζοντας την ιδιότητα του κριτικού από αυτή του ποιητή. Οι ποιητικές συνομιλίες του, με το έργο του Σολωμού και των υπολοίπων, φωτίζουν και συμπληρώνουν το έργο του κριτικού, ενώ και το κριτικό του έργο φωτίζει και συμπληρώνει εκείνο του ποιητή...  Όπως το λέει ο ίδιος ο Δάλλας: λαξεύω ένα κομμάτι πέτρας και δεν βλέπω ποια μορφή μέσα της κρύβεται/ δουλεύω το νταμάρι και δεν ξέρω τι θα βγει// Ο Αντρέας Εμπειρίκος ή ο Ανδρέας Κάλβος;

Τι μας λένε όλα αυτά; Ότι η ποίηση του Δάλλα συνομιλεί συστηματικά με την ποιητική μας παράδοση, με το έργο των συνομηλίκων του ποιητών, με το πεζογραφικό του έργο, με την ποίηση των αρχαίων λυρικών. Η ποίηση του Γιάννη Δάλλα είναι ένα απέραντο διακείμενο…»

 

Ο ΜΑΥΡΟΣ ΑΛΕΚΤΩΡ ΚΑΙ ΤΟ ΛΕΙΡΙ ΤΟΥ ΝΑ ΤΡΕΜΕΙ, Ο ΠΡΩΤΟΣ ΣΠΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΡΧΟΜΕΝΗΣ ΜΕΡΑΣ

(τι κάλπικη υδρόγειος η αγάπη μας)

Ξημερώνει μέρα πολύκροτη

 

Τόσα και τόσα γεγονότα βουίζοντας

στις εισόδους και τις παρόδους της αγοράς

πολυτονική μουσική   για την ηδονή του κορμιού και του κέρδους

Τα πρωινά παραρτήματα πνέοντας

στη χοάνη της σαν ανεμοστρόβιλοι

ως την οροφή παλλόμενα στόματα

χείλια και φιλιά φυσερά τ’ ουρανού

 

Και στο βάθος του τούνελ ο αργυρόηχος ίλιγγος

 

Για δες ένα ζευγάρι εκεί πάνω, φώναξα

από το πολύ στροβίλισμα έγινε νόμισμα

ουράνια σφαίρα σε περιφορά δύο όψεων

κι όπου να ’ναι θα σκάσει

κορώνα γράμματα κάτω στο οδόστρωμα

(«Τι κάλπικη υδρόγειος η αγάπη μας»!)

Και τώρα η σειρά σας… Ανακληθείτε

καθένας στην περιστροφική πολυθρόνα του

στον αναβατήρα σας cher και συ σύντροφε

ακρωτηριασμένε από την παγκόσμια ευτυχία

Όλοι επί ποδός… Προσδεθείτε, εκτοξευτείτε

για το κυνήγι της σκύλας Επιτυχίας

Η σκύλα θεά! Θα μας λιανίσει έναν-έναν

μπήκε στην αγορά μυστικός υλοτόμος

σαν καρδιοσχίστης και σαν το σαράκι

σαν το σαράκι του δένδρου της Γνώσεως

να σχίζεται η ρίζα

και τα πουλιά στα κλαδιά να σαρώνονται

 

Χιλιάδες δούναι-λαβείν ανεμόδαρτα

 

Στο βάθος του τούνελ αλυσίδα από Τράπεζες

των Ημεδαπών των Εταίρων των Διεθνών Forum

απ’ όλα τα στόμια ο αργυρόηχος λόξυγκας

κι η κίτρινη σκόνη να κυκλοφορεί στα αιμοσφαίρια ο κίτρινος ίλιγγος

Πριμοδοτήστε Ποντάρετε Υπογράψτε Περάστε τα

από χέρι σε χέρι στη σημαδεμένη θυρίδα

Κι από κάτω άλλοι κύκλοι… Ζυγοί των ζυγών

από την Τράπεζα παροχών στην Τράπεζα Πίστεως

(«Για ποια ανάληψη μιλάς αδελφέ μου»)

Οι γνωστές μετοχές … Η πίστη τα οράματα

όλα στο σφυρί, διαμαρτυρημένα

 

Από τον καρποσυλλέκτη Αδάμ ως τον Άνταμ    τι χάσμα!..

αυτοδιαχείριση, μερκαντιλισμός, εκβιομηχάνιση

κι η συσσώρευση κεφαλαίου έλεγε ο Μαρξ

ανεξέλεγκτη σαν του μάγου

όχι του μάγου που ήξερε να μεταμορφώνεται

παίρνοντας τη μορφή του χρυσού του φιδιού ή του στίχου

με τα κέρατα στα δυο σκέλια της φουρκισμένης

(guarda le piu violent passioni, τόνιζο Ποιητής)

αλλά του μάγου που παραφρόνησε κι όρμησε

εξουσιασμένος απ’ τη μαγεία του έρμαιος

των σκοτεινών δυνάμεων που ο ίδιος ξεσήκωσε

αναρχούμενος μες την κυκλοθυμία της αγοράς

Τέτοια και η συσσώρευση κεφαλαίου στις μέρες μας

Η συσσώρευση θλίψης, συμπλήρωσε ο Σιγισμούνδος

 

(Ο θείος Κάρολος ο δαιμόνιος Σιγισμούνδος)

 

Και τώρα σου μιλώ από την κυλιόμενη σκάλα

Τόσα οδοντωτά γεγονότα… Από πού να πιαστείς;

Η μεταμόρφωση αέναη… Κι η πόλη βραδιάζοντας

με κλειστές τις εξόδους της ηχεί σαν κερματοδέκτης

όπου περνά ο καθένας κι αφήνει τη μέρα του

κι ύστερα βιάζεται να χωθεί μες στο σπίτι

κι εκεί οληνύχτα διασκεδάζει την πλήξη του

πυροβολώντας με το τηλεκοντρόλ την οθόνη

Οι πρώτες σκηνές τα γνωστά και τα τετριμμένα

νονοί της μαφίας πρωθυπουργοί και νυμφίδια

κι άλλα τέτοια – φτηνή χαρμολύπη

Έξω ένας γύπας αποτελειώνει τη μέρα

και μέσα άλλα γεγονότα –σφαγεία

Τα λόγια πολτός    σαν το αίμα που τρέχει

Η κίνηση της οδού Σοφοκλέους ραγδαία

οι τιμές άνω κάτω… Καιρός θυελλώδης

χιονίζει    από την  οθόνη ως την μακρινή μου πατρίδα

 

Μετά τα μεσάνυχτα προβολή της ταινίας

Οι Έμποροι των Εθνών η γνωστή επανάληψη

(το αίμα δεν λειώνει λεκιάζει το χιόνι)

Και το ματς μεταξύ δολαρίου και μάρκου

μετά τα μεσάνυχτα    συνεχίζεται

 [ΕΚΠΟΙΗΣΗ από τη συγκεντρωτική έκδοση ποιημάτων του Γιάννη Δάλλα ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1989-2013]

 

ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ ΜΗΝ ΑΠΕΛΠΙΖΕΣΘΕ, ΕΙΠΑ, Σ’ ΟΠΟΙΟΝ ΓΑΛΑΞΙΑ ΚΙ ΑΝ ΒΡΙΣΚΕΣΤΕ ΚΡΑΤΗΣΤΕ ΑΠ’ ΤΗ ΓΗ ΣΑΣ  

 όχι τους αλληλοσπαραγμούς και τα άγχη της,  αλλά…  τη συνείδηση του αστρικού πεπρωμένου σας)…

«Ξυπνώντας σήμερα φαντάστηκα ένα ποίημα να καταπίνει   και να ξαναχύνει τα πάντα σαν ένας υποβρύχιος ροφός,    ένας ανακυκλωτής ένας σίφουνας μια μηχανική ή αστρική χοάνη  μια αντιύλη σαν ένας υποπόταμος ουρανομήκης    κι εδώ κάτω κεραυνωμένη γη για αποκάλυψη σχίσμα φωνής και μέσα ο φθόγγος σπηλαιώδης αλληλούιος..» [ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ απόσπασμα από τη συλλογή του Γιάννη Δάλλα ΑΠΟΘΕΤΗΣ Γαβριηλίδης 2005.      «Ο Δάλλας, ευαίσθητος σε κάθε πρωτοπορία, αφουγκράζεται το καινούριο και το προσαρμόζει στις δικές του ιδέες και επιλογές, και συνθέτει εικόνες οι οποίες προέρχονται από τη δημώδη, την επώνυμη παράδοσή μας, αλλά και από την αρχαία λυρική ποίηση, εικόνες οι οποίες αφομοιώνονται με τα στοιχεία της νεωτερικής γραφής, ιδιαιτέρως με εκείνα του υπερρεαλισμού και του εικονισμού. Ο λόγος του άλλοτε είναι δωρικός άλλοτε παιγνιώδης, ενώ πολλές φορές μετεωρίζεται ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό, το ονειρικό και το παράδοξο. Η προχωρημένη εικονογραφία, οι λεπτές και περίπλοκες συναισθηματικές αποχρώσεις, η σκοτεινότητα που δημιουργείται από τη χρήση των άλογων στοιχείων αποδίδουν τον κατακερματισμό και το χάος της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας και ανασυνθέτουν εξ αρχής έναν παράλογο, προλογικό κόσμο…» [μια παράγραφος από την κριτική της Χρύσας Σπυροπούλου « Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΔΑΛΛΑ: ΜΕΤΑΞΥ ΝΕΩΤΕΡΙΚΗΣ ΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ»

Τρίτη, 17 Αυγούστου 2021