Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2024

ΕΙΜΑΙ ΑΠΟ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ

 (… με ένα νου άνθος  κι  από την άλλη μου όψη είμαι τα μελίσσια…)


Με ένα στόμα κρυστάλλινα νερά   να ξεδιψούν της ακοής οι μαύρες ρίζες. 

Είμαι αυτοκράτορας ως εκεί που φτάνουν οι αισθήσεις μου

και ακόμα μακρύτερα, γιατί δεν έχω προκαταλήψεις…

(εισαγωγική στροφή στο πρώτο ποίημα του Μανόλη Πρατικάκη στη συλλογή του ΣΑΤΟΡΙ  ή   Η ΣΤΙΓΜΗ ΤΗΣ ΦΩΤΟΣΥΝΘΕΣΗΣ,

που σύμφωνα με τη σημείωση του ίδιου του ποιητή,

είναι το τρίτο μέρος μιας τριλογίας,

αρχής γενομένης από την ΚΙΒΩΤΟ και στη συνέχεια με τον ΛΙΘΟΞΟΟ,

που  αποτελούν έναν ενιαίο άξονα , τόσο θεματικά όσο και αισθητικά, με τη φύση στο κέντρο, τους φυσικούς φιλοσόφους  (τους λεγόμενους προσωκρατικούς)  σε συνδυασμό με την ανατολική σκέψη και φιλοσοφία  που κατά βάθος είναι μεγάλη ποίηση μπολιασμένη με τη σύγχρονη ευαισθησία. 

Τα ποιήματα αυτής της συλλογής συνομιλούν με αυτά των προηγούμενων συλλογών  με μια σημαντική διαφορά: σ’ αυτά υπερέχει η επίδραση της Ανατολής,

η προσπάθεια  συρρίκνωσης του Εγώ  ως την πλήρη του εξαφάνιση για έναν κόσμο  λιγότερο άπληστο  και αλαζονικό,  λιγότερο αλλοτριωμένο και υποταγμένο  στη σύγχρονη αγριότητα…   

 

ΣΑΤΟΡΙ, λοιπόν,  ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΜΑΝΟΛΗ ΠΡΑΤΙΚΑΚΗ

καθώς μέσα του εμπεριέχει όλα τα προηγούμενα…  

Η Ελένη Γκίκα σχολιάζει στο Fractal:

«Η ποιητική πορεία του Μανόλη Πρατικάκη υπήρξε μια μακριά πορεία με πολλούς πειραματισμούς, μα ωστόσο την ίδια εσωτερική γνώση…

Ολόκληρο το ποιητικό σώμα μοιάζει με μυστική προσευχή…

Έτσι ή αλλιώς η σχέση του Ποιητή με τη Φύση είναι σημαντική, καθώς και ο πόνος του για τ’ ανθρώπινα και το κοινωνικό γίγνεσθαι…

Κι έτσι θα μπορούσα μετά λόγου γνώσεως να πω πώς «εκείνα που παραμένουν τα ίδια είναι

η πίστη στη δημιουργία,   η αγάπη στα φυσικά όντα και τη γλώσσα,

η βαθύτερη γνωριμία του γενέθλιου τόπου…

Και τέλος το πείσμα να μη σβήσει από μέσα μας η παιδική αθωότητα και αμεριμνησία.

Εκείνα που μας εμπιστεύτηκαν να τα καλλιεργήσουμε στο έπακρον για τις επόμενες γενιές…


«Κιβωτός», «Λιθοξόο» και  «Σατόρι ή Η στιγμή της φωτοσύνθεσης»,  όλα μαζί ένα κάλεσμα σε καιρούς χαλεπούς να σωθεί ό,τι είναι αυθεντική πηγή ζωής.

Ένα κάλεσμα από τον «ασπρομάλλη Νώε που γεμάτος γνώση ακούει της αφθονίας και της αποξένωσης τον επερχόμενο κατακλυσμό» για να διασώσει τα Τιμαλφή…»

 

«Μόνο μέσα από την αναπηρία μπορούμε κάποτε να ξαναβρούμε την αρτιμέλεια του Είναι μας

Όταν  τα έργα και οι ημέρες μας αναβλύζουν από τέτοιο βάθος ζωής ,

τότε το ζω θα σημαίνει τροποποιώ κατά τι το πεπρωμένο μου,  δηλαδή το πεπρωμένο μας,

Τότε που τα παλιά μας τραύματα θα ’ναι φωλιές λουλουδιών

επιστρέφοντάς μας το άρωμα ενός λησμονημένου κόσμου

από εκείνο το ανεκλάλητο  έπος όπου ανασαίνουν οι χαμένες ζωές των ανθρώπων 

(τελευταία στροφή στο πρώτο ποίημα της εν λόγω συλλογής)

 

*ΣΗΜ.  Σατόρι είναι ο ιαπωνικός βουδιστικός όρος για τη φώτιση στο Βουδισμό Ζεν. Η κυριολεκτική σημασία της λέξης είναι «κατανόηση».

Η συνημμένη εικόνα του εξωφύλλου δημιουργήθηκε από το ζωγράφο Νίκο Γιαλαμάκη   

 



 

 Ο,ΤΙ ΑΓΑΠΑΣ ΒΑΘΙΑ  ΤΗ ΡΙΖΑ ΤΟΥ ΕΧΕΙ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΣΟΥ 

(από τη συλλογή του Μανόλη Πρατικάκη ΣΑΤΟΡΙ  ή  Η ΣΤΙΓΜΗ ΤΗΣ ΦΩΤΟΣΥΝΘΕΣΗΣ 2023)

Ό,τι αγαπάς βαθιά δεν έχει χρόνο.  Κι όλα τα ρήματα

ανθίζουνε στον ενεστώτα.

Ό,τι αγαπάς είναι η περιουσία που σε δένει με το μενεξεδί των πρωτοπλάστων

Όμως το εκπορνευμένο μας πνεύμα,  αποκομμένο από άξονα  και  κέντρο,

οφείλει να  δοθεί στους καθαρμούς του Ακραγαντίνου.

Με συνεχή σφυροκοπήματα  κι  οδυνηρές αποσβέσεις.

Με ζοφερή γονιμότητα  και  συνεχείς κλονισμούς

για να ξανάβρει  της πρωταρχικής του φύσης την ουσία.

Τον άρτο  και  τον ύμνο  της ακόμη αξόδευτης κι αδαπάνητης νιότης.

Ό,τι  ιερό και  σταθερό  χρησιμεύει σαν όρκος.

Η φωτιά κοιμάται ατάραχη  μέσα στα ξύλα

για ένα μακρινό φεγγοβόλημα.

Ως την τρομερότερη απόσβεση

«κατά την του χρόνου τάξιν»,  φθέγγεται ο Αναξίμανδρος!..

 

Σαν αετού φτερά λίγο πριν την ώρα του θανάτου

και είναι όλα αστραφτερά.

 

Το νερό γίνεται υδρατμός,  χιόνι,  βροχή ανυψώνεται,

αλλά πάντα επιστρέφει στους υδροφόρους του ορίζοντες∙

καθώς τα ποτάμια γυρνάνε πάντα πίσω  (κι ας λένε)

με μια στάση τους στον ουρανό.

Όλα μεταβάλλονται  πάρεξ  παραμένουν αμετάβλητα

όκωσπερ  χρυσού χρήματα  και  χρημάτων χρυσός.

Ό όρκος που κρατιέται  είναι η αρχή της αφθαρσίας   της ύλης.

Η αρχή του ειδικού βάρους   ως σύνεσις αυτοφυής.

Ως βούλησις αυτόφορη.

Από πριν γνωρίσει το εκτόπισμα

καθρεφτίζει το σώμα  σου και θυμάται.

Είσαι εκείνο που σου επιστρέφει. 

Εκείνο που εκτοπίζοντας  σε υψώνει  και  σε κρίνει.

 

Ανασαίνει μια γόνιμη εκδίκηση μέσα στον εξευτελισμό.

Μια άπτερη δόξα,  μέσα στη χαμέρπεια

που ετοιμάζει το δικό της υπερώον.

 

Για ιδέστε.  Έγινε λουλούδι αιώνιο

στα χείλη του το κώνειο.

Αγαθό μνημείο εκεί που ο φόβος του θανάτου

δεν μπορεί να ρίξει   στο καναβάτσο τη ζωή!..

 

Από εκεί που χλεύαζε το θάνατο.

Από εκεί που πάει να πάρει  παράμερα το δείπνο του.

Από εκεί ξημερώνει.

 

Η ΘΛΙΒΕΡΗ ΕΠΟΠΟΙΊΑ ΤΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑΣ

Το θίξιμο στον Άλλον

 

είναι ένας σκοτεινός  έπαινος.

 

Ο φθόγγος είναι κρυμμένος

 

θαυμασμός,

 

Και τι μίσος∙    α τι μίσος∙  η αγάπη

 

των ηττημένων!..

 

ΠΡΟΠΑΔΕΙΑ

Αυτό είναι δύναμη αφομοίωσης και εξαγνισμού

Να μπορείς να προσθέσεις

του προσωπικού σου βάραθρου τα ρίγη στη

φωνή σου∙  την έρημο που σου αντιστοιχεί

στου κορμιού σου την καρποφορία.

Αυτό είναι δύναμη∙  να μπορείς

ν’ αφαιρείς την πανοπλία  που μέσα της βουίζει

ο Μεσαίωνας!..

Ν’ αφαιρείς  και  να λιγοστεύεις  ώσπου να γίνεις

δυσδιάκριτος μέσα στο πλήθος.

Μια παλιά πέτρα  χτισμένη ανάμεσα    στις άλλες.

Ν’ αφαιρείς τις πράξεις σου από τις σκέψεις σου

κατά πως το στάρι   από τ’ άχυρο

στο λίκνισμα.  Αυτός είναι ο τρόπος

του ανέμου.

 

(Η πληγή του βάρους  και  της αλαφράδας)

Ν’ αφεθείς του ανέμου.   Εκεί είναι

η Απάντηση.

 

Να μιλάς μόνο όταν είναι αναπόφευκτο!..

[από τη συλλογή του Μανόλη Πρατικάκη ΣΑΤΟΡΙ  ή  Η ΣΤΙΓΜΗ ΤΗΣ ΦΩΤΟΣΥΝΘΕΣΗΣ, 2023]

 

Ο ΣΟΦΟΣ ΣΑΜΑΝΟΣ  ΓΙ  ΓΟΥΈΙ

(από τη συλλογή του Μανόλη Πρατικάκη  ΣΑΤΟΡΙ  ή  Η ΣΤΙΓΜΗ ΤΗΣ ΦΩΤΟΣΥΝΘΕΣΗΣ, 2023)

Δεν έχει πρόσωπο,  δεν έχει μορφή.  Σαν το νερό που κάθε φορά

παίρνει τη μορφή του δοχείου  ή  του τόπου που το φιλοξενεί.

Έτσι όπως ο σοφός προσαρμόζεται  και  μπαίνει στη θέση εκείνου

που τον φιλοξενεί.  Και μετρά το εκτόπισμα   και  το ειδικό βάρος εκείνου

που βυθίζεται.  (Μιας τέτοιας γενναιοδωρίας η απόσβεση)

Κάθεται όπως ένα πεταμένο κούτσουρο στην άκρη του δρόμου. 

Μα τι λέτε;

«Κάθεται πάνω σ’ ένα κοιμισμένο λιοντάρι.  Η χαίτη του

μόλις ξυπνήσει  είναι οι κόκκινες γλώσσες της φωτιάς

που κοιμούνται χρόνια  μες στο ξύλο∙

βαθυχαιτήεις  έως το ξαφνικό τους φεγγοβόλημα,  με βρυχηθμούς.

Κάθεται  όπως ένα πουλί  πάνω  σε κλαδί  και με τον τρόπο

των πουλιών για να μπορούν να κελαηδούνε.

Δεν έχει πρόσωπο γιατί  έχει γίνει ένα με τα χώματα

και τα χορτάρια.  Με τον άνεμο  και  την βροχή.

Έχοντας χάσει κάθε έννοια ατομικότητας  δεν μπορεί

να ξεχωρίσει τι είναι δικό του  ή  δικό σου.

Ό,τι ακούει  ή  οσφραίνεται αφομοιώνεται  αθόρυβα σε σώμα.

Το χωρίς προσκόλληση  απελευθερωμένο του πνεύμα

τον  εμποδίζει  να διαιρεί  και  να ξεχωρίζει.

Καθώς γνωρίζει ότι όλα έχουν  βγει  από την ίδια μήτρα.

 

Τον οδηγεί στο να μη βλέπει     μέσα στο κάθε τι

παρά μονάχα  την παγκόσμια   ψυχή

και μόνον αυτή

 

ΤΟΥ ΦΤΩΧΟΥ ΤΟ ΚΕΛΑΡΙ  

Θυμήσου ακόμα.  Ό,τι περισσεύει από σένα είναι κλεμμένο  απ’ του φτωχού το κελάρι.

Με ψαροκόκκαλα δειπνούν οι γλάροι. 

Και με γαρμπόνα  στριδόφλούντζες   και  σουπιοκόκκαλα.

Είμαστε η αθλιότητα της απληστίας μας γιατί θυμόμαστε μονάχα αυτά που δώσαμε,

κι όχι το ασήμι που πήραμε από την κάθε μας  προσφορά.

Είμαστε μονάχα αυτό που δίνουμε.

Κι εκεί που στεκόμαστε, με τόσα πλούτη δε βρίσκεται κανείς.

Αυτοί οι καιροί μας δίνουν εκείνο που αδειάζει όλη μας τη ζωή.

Σκοτεινοί μαγνήτες μας σέρνουν στης αφθονίας το βουλιμικό κάτεργο.

Θέλεος αθέλεος, που λέει κι ο Αισχύλος  (άγρια μυρίζει το ψαχνό σα σκύλος)

Σ’ ένα συνεχές σηπτικό φαγοπότι  - του κενού κόκκινο μενού.

Η αγιάτρευτη πείνα είναι η αφθονία.

Γι’ αυτό όσο τρως αδειάζει,  μ’ ένα συνεχές μαράζι.

Μ’ εκείνη την παράδοξη απέχθεια στον εαυτό μας.

Κι όλο ζητάμε κι όλο ψάχνουμε αυτό που λάμπει στο κοσμικό χοιροστάσιο.

Της Λαίδης Κίρκης  το αστραφτερό εργοστάσιο∙  σόπινγκ – ξεσόπινγκ, μ’ ένα σωρό μαϊμούδες στο σβέρκο,  μες στις αγορές με τις πρόστυχες ουρές.

Ιδού θεραπεία, καταναλωτικά πρεζόνια.

Γλυτώσαμε απ’ τους λύκους μα θα μας φάνε τα τριζόνια.

Ένας μεγαλόσωμος θόρυβος σαν ουρακοτάγκος μας

φτύνει αυτοκόλλητα  εδώ κι εκεί – είναι όλοι βιαστικοί

Κάθε προσπέρασμα χρονικό παράβολο στα δυστυχήματα…

[από τη συλλογή του Μανόλη Πρατικάκη ΣΑΤΟΡΙ  ή  Η ΣΤΙΓΜΗ ΤΗΣ ΦΩΤΟΣΥΝΘΕΣΗΣ, 2023]

 

ΤΟ ΠΙΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ ΠΡΟΣΩΠΟ   ΤΙ ΤΕΛΕΙΑ ΦΩΤΙΖΕΙ Ο ΕΦΙΑΛΤΗΣ

(από τη συλλογή του Μανόλη Πρατικάκη  ΣΑΤΟΡΙ  ή  Η ΣΤΙΓΜΗ ΤΗΣ ΦΩΤΟΣΥΝΘΕΣΗΣ, 2023)

Μονάχα αυτός  γυμνή την ποταπότητά μας καθρεφτίζει.

Μονάχα αυτόν την άβυσσο μας δείχνει  και  δείχνοντας μας παραστέκει:

Να δούμε αυτό που είμαστε χωρίς φτιασίδια.

Πίσω από χίλιες σφαλισμένες πόρτες που το κάθε τραύμα αυτόματα κλειδώνει.

Κάτω απ’ τα πέπλα της Σαλώμης, έως την άγρια γύμνια του χορού,

μέχρι  στο δίσκο να σερβιριστεί του Βαπτιστή το αιμόφυρτο κεφάλι.

Λοιπόν όχι στην κίβδηλη , την τσιμεντένια εικόνα που μισούμε.

Που όμως όλοι οι άθλιοι απόλυτα υιοθετήσαμε κι εμείς.

Γιατί η εύνοια μας έραινε με τα φλουριά της.

Όχι στο νόθο πια μωρό μου.

Καθώς πίσω απ’ τη μάσκα  και  τις φυλλωσιές του στήθους μας  τρέφουμε χίλιες μαϊμούδες.

Όχι στην πλαστογράφα εικόνα του θεάτρου.

Που υψώναμε με αθώα,  τάχα,  έπαρση σαν άσκηση της αρετής.

 

Θυμηθείτε.  Στημόνι: το αρχικό ανυπεράσπιστο μας τραύμα.

Υφάδι:  Ο φόβος που το κρύβει και το υφαίνει στην ειρκτή του.

Σαϊτα ή Χελιδών, μαύρο ψαλίδι.

Που το κοστούμι μας σχεδιάζει και το ράβει.

Όπως ορίζει ο παντεπόπτης Μόδιστρος – Προκρούστης.

Και το κοστούμι πέτρινο το λουλουδένιο ρεύμα  της ζωής μας μεταβάλλει

 

ΦΡΑΓΜΕΝΤΑ 

(Στους πνευματικούς μου προπροπάππους 

Βιτσέντζο  και  Διονύσιο, 

από μένα το μικρό τους τρισέγγονο,  με τον τρόπο τους,

από το μαγικό γαϊδουρονήσι όπου γράφτηκαν)

(Ι)

Δεν έχει αυτή η έρημος τίποτα να σου δώσει.

Εξόν τα φτερουγίσματα της απεραντοσύνης.

Κι αυτά τα νεκρά δένδρα να λαμπαδιάσουν

μέσα στη νύχτα των ανθρώπων

για να κατορθώσουν ένα χάραμα.

Σαν αετού φτερά λίγο πριν την ώρα

του θανάτου κι είναι όλα αστραφτερά.

Κι αυτές τις καμήλες σαν πτυσσόμενες γέφυρες

πάνω απ’ τους αόρατους γκρεμούς.

Εξόν αν μέσα απ’ τη σιωπή των άμμων

ένας αιφνίδιος τυφώνας ξεσκεπάσει στα σπίτια

το θαμμένο σκελετό σου.

 

Αυτό το άγαλμα που σου αναλογεί.

(ΙΙ)

Ξασπρισμένα οστά  -  ωλένες, κλείδες –

έξω απ’ τη σάρκα, έξω από το χρόνο

-τέτοια ανάστημα δεν είδες  -  ζευγαρωμένα με τον αρχαίο πόνο.

(ΙΙΙ)

Η νύχτα είχε σίδερα  ο τόπος πέτρες κι άδεια

μα εκείνοι φέραν την αυγή  μια γλώσσα απ’ τα σκοτάδια

Μεστή, λιτή κι ολόδροση σαν το ψηλό χορτάρι

που εμέτραγε ό,τι περπατά  με τ’ουρανού τη χάρη.

V)

Άλλη άρθρωση,  άλλο δέσιμο,  άλλη πνοή ν’ αφήσει.

 

Είναι στιγμές που η τέχνη τους ετρόμαξε τη φύση.

(V)

Πιάνουν τη λέξη που περνά σαν αστραπή μπροστά τους

άγνωστο ελάφι του ουρανού βόσκει στην κάμαρά τους.

(VΙ)

‘Ερμοι ακούν τα μακρινά και τα βαθιά γνωρίζουν

Στην κάμαρά τους  έγκλειστοι  στα πέλαγα αρμενίζουν

(VΙΙΙ)

Μόνο χωρίς υπάρχοντα το ανάστημα ψηλώνει

Χωρίς αγάπη και στοργή  ποτέ δεν ξημερώνει

(ΧΙ)

Λέξη τη λέξη αστρική λαλιά στο στήθος αβγαταίνει

Πορτούλα στον Παράδεισο του ανοίξανε και μπαίνει

V)

Η πρώτη αληθινή χορεύτρια της γης είναι η φλόγα

που τη συμπαίνει το δαδί του έρωτα το πάθος σαν κάρβουνο

στην παραστιά που το σκεπάζει ο Άθως…

[από τη συλλογή του Μανόλη Πρατικάκη ΣΑΤΟΡΙ  ή  Η ΣΤΙΓΜΗ ΤΗΣ ΦΩΤΟΣΥΝΘΕΣΗΣ, 2023] 

 

Ο ΙΔΙΟΣ ΡΥΠΑΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ… που τάχα πολεμούμε…  ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΕΝΤΟΣ ΜΑΣ…

(… και από εκεί μάς στέλνει τις αδιάκοπες ανταποκρίσεις του…)

«Δεν καραδοκεί πλέον    στα στενά της Κακιάς Σκάλας ο μυθικός Προκρούστης.   Αλλά το άρρωστο μυαλό μας   εγκαλεί προκρούστεια το κάθε καινοτόμο»   (Μανόλης Πρατικάκης, Σατόρι*   ή  Η Στιγμή της Φωτοσύνθεσης, εκδόσεις Αρμός 2023)    «Θα μπορούσε να πει κανείς ότι   το «Σατόρι  ή  Η στιγμή της φωτοσύνθεσης»   είναι το Ποιητικό Σύμπαν του Μανώλη Πρατικάκη,     η Περίληψη του Κόσμου του»,    σχολιάζει η Ελένη Γκίκα στο Fractal    «Καθώς περισσότερο από μια χώρα κατοικούμε μια γλώσσα…   Και πατρίδα μας πλέον η ξενιτιά…»,    ο Ποιητής ατενίζει κατάματα αυτή την πραγματικότητα   και  με τους στίχους του συνοψίζει τις αλήθειες της, όπως:   «Να αποσπάς το άφθαρτο    μέσα από των πραγμάτων   τη φθαρτότητα.    Απ’ το εφήμερο, εκείνο που φθέγγεται παντοτινό»   «Πιάνουν τη λέξη που περνά    σαν αστραπή μπροστά τους   Άγνωστο ελάφι τ’ ουρανού βόσκει στην κάμαρά τους»   «Μόνο χωρίς υπάρχοντα το ανάστημα ψηλώνει.   Χωρίς αγάπη και στοργή ποτέ δεν ξημερώνει»…   «Λέξη τη λέξη αστρική λαλιά    στο στήθος του αβγαταίνει.    Πορτούλα στον παράδεισο του ανοίξανε και μπαίνει»….   «Να μη θέλω να μου ανήκει τίποτα    ιδού το αυτοκρατορικό μου στέμμα»…   «Μόνο όταν δεν είσαι πια κανείς    όλη ανθρωπότητα θα βηματίζει μέσα σου»…   «Μόνο όταν δεν επιδιώκεις τίποτα    σου προσφέρεται το σύμπαν»…   Με θέα στο αθέατο, ακρόαση στο άφατο, ο Ποιητής Μανόλης Πρατικάκης στήνει το Ποιητικό του Σύμπαν γνωρίζοντας έστω και υποσυνείδητα   ότι:  «Το ποίημα είναι, κατά βάθος, το αυθεντικότερο,   το δραστικότερο πρόσωπό μας»      ότι  εμείς   «είμαστε πλάσματα πολυσύνθετα…»   και εγώ    «είμαι αυτό που δεν μπόρεσα να γίνω,    αυτή η εκκωφαντική και γεμάτη άλγος έλλειψη».   «Η Κόλαση είμαστε εμείς    που κατά βάθος είμαστε Άλλοι»…. αλλά    «Το Φως είναι παντού, αν δεν είσαι τυφλός.    Είναι το μόνο πράγμα που καταργεί το σκοτάδι»    και   «όλα έχουν μια συνέχεια, μια καταγωγή»    και   «η μνήμη είναι μια φαντασμαγορική αιωνιότητα»

Κυριακή, 29 Δεκεμβρίου 2024

Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2024

ΕΡΩΤΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΘΩΠΟ

 (… ίσως αυτό να ’ναι το δυσκολότερο απ’ όσα μας έταξε η μοίρα  

όλα τ’ άλλα δεν είναι παρά προετοιμασία και προπαρασκευή του…)


Γι' αυτό κι οι νέοι — που είναι «αρχάριοι» στο κάθε τι — δεν ξέρουν ακόμα ν' αγαπούν:   

πρέπει να διδαχτούν τον έρωτα.

Με όλο τους το είναι, με όλες τους τις δυνάμεις συμμαζεμένες γύρω στην ερημική φοβισμένη καρδιά τους, που οι χτύποι της ψηλώνουν ολοένα, πρέπει να μάθουν ν' αγαπούν.

Ο καιρός όμως της μαθητείας είναι πάντα καιρός μακρόχρονου «εγκλεισμού».

Έτσι είναι, για πολύν καιρό, κι ο έρωτας:

μοναξιά, ολοένα και πιο έντονη και πιο βαθιά μόνωση.

 

Έρωτας δε θα πει ν' ανοίγεσαι ευθύς, να δίνεσαι, να ενώνεσαι με κάποιον Άλλον  (τι θα ήταν, άλλωστε, η ένωση δυο όντων ακαθόριστων ακόμα, ατέλειωτων, ανοργάνωτων;)˙   είναι μια σπάνια ευκαιρία για να ωριμάσεις, ν' αποχτήσεις μιαν υπόσταση δική σου, να γίνεις εσύ ένας ολόκληρος Κόσμος, για χάρη κάποιου άλλου, αγαπημένου προσώπου˙   είναι μια υψηλή, ακράτητη αξίωση, που σε χρίζει εκλεκτό της και σε σπρώχνει προς τ' απέραντα πλάτη.

Μόνο έτσι θα ’πρεπε να μεταχειρίζονται οι νέοι τον έρωτά τους: σαν ένα καθήκον που τους υποχρεώνει να εργάζονται αδιάκοπα στο μέσα τους κόσμο…

Δεν είναι ακόμα ώριμοι για το δόσιμο του εαυτού τους, για την εγκατάλειψη και το σβήσιμό τους μέσα σ' ένα άλλο άτομο, για οποιοδήποτε τρόπο Ένωσης.

Η Ένωση αυτή, το δόσιμο αυτό, είναι το στερνό σκαλοπάτι˙ ίσως η ανθρώπινη ζωή να μη μπορεί ακόμα να το χωρέσει.


Εδώ όμως λαθεύουν οι νέοι τόσο συχνά και τόσο βαριά: ορμάνε ακράτητοι ο ένας προς τον άλλον, όταν τους αγγίξει η αγάπη (είναι στη φύση τους να μη μπορούν να περιμένουν), σκορπίζονται εδώ κι εκεί, ενώ η ψυχή τους είναι γεμάτη ακεφιά, ακαταστασία και ταραχή...

Για τους ανθρώπους ο έρωτας δεν είναι παρά μια απόλαυση, τον κατάντησαν λοιπόν κάτι εύκολο και φτηνό, ακίνδυνο και σίγουρο, όμοιο με τις απολαύσεις των δρόμων.


Αλήθεια, πόσοι και πόσοι νέοι στάθηκαν ανίκανοι να βρουν το σωστό δρόμο της αγάπης, για πόσους τα σύνορα τού έρωτα σταματάνε στο εύκολο, βιαστικό δόσιμο του εαυτού τους!..

Νιώθουν, πολλοί, να λυγίζουν κατ' απ' το βάρος αυτού τού λάθους και πασχίζουν να κάνουν βιώσιμη και γόνιμη, με το δικό τους προσωπικό τρόπο, την κατάσταση αυτή όπου βρέθηκαν ριγμένοι…

Οι γυναίκες — που μέσα τους κατοικεί μια ζωή πιο αυθόρμητη, πιο γόνιμη, γεμάτη από περισσότερη εμπιστοσύνη — είναι, σίγουρα, πιο ώριμες, πιο «ανθρώπινες» απ' τον άντρα — το φαντασμένο κι ανυπόμονον αρσενικό, που καταφρονάει ό,τι νομίζει πως αγαπάει, επειδή δε γνώρισε ποτέ την τραχιά καρποφορία των σπλάχνων, που θα του ξάνοιγε (όπως στη γυναίκα) τα μυστικά βάθη της ζωής.

Αυτή η «ανθρωπιά» της γυναίκας, ωριμασμένη μέσα στον πόνο και την καταφρόνια, θα βγει στο φως της μέρας, όταν η γυναίκα λυτρωθεί απ' τις κοινωνικές συμβατικότητες, όπου την καταδικάζει η αποκλειστικά θηλυκή υπόστασή της…

Πόσο αργεί άραγε η μέρα που ο έρωτας δε θα ’ναι πια σχέση άντρα με γυναίκα, αλλά Ανθρώπου με Άνθρωπο˙ θα στέκει πιο κοντά στην ανθρώπινη φύση (γεμάτος άπειρη απαλότητα και σεβασμό, καλός και καθάριος σε όλα κείνα που σμίγει και χωρίζει).
Θα ’ναι ο έρωτας που προετοιμάζουμε μ' αγωνία και μόχθο: δυο Μοναχικοί Άνθρωποι, που θα προστατεύουν, θα συμπληρώνουν, θα περιορίζουν και θα σέβονται ο ένας τον άλλον…

[κι άλλα αποσπάσματα από τα  ΓΡΑΜΜΑΤΑ Σ’ ΕΝΑ ΝΕΟ ΠΟΙΗΤΗ του Ράινερ Μαρία Ρίλκε – Art by
Rammos Kostas]




 

ΝΑ ΑΓΑΠΗΣΕΤΕ ΤΑ ΙΔΙΑ ΣΑΣ ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ

(…σα να ’ταν  κλειστά δωμάτια 

ή  βιβλία  γραμμένα σε ξένη, άγνωστη γλώσσα…)

Μη γυρεύετε να πάρετε απαντήσεις, που δε γίνεται να σας δοθούν, γιατί δε θα μπορούσατε να τις εφαρμόσετε, να τις «ζήσετε».   Κι αυτό, ίσα - ίσα, έχει σημασία: να ζείτε το καθετί. Για την ώρα, να ζείτε τα ερωτήματά σας μόνο. Κι ίσως, έτσι, μπορέσετε να φτάσετε, μια μακρινή μέρα, χωρίς να το νιώσετε, στην απόκριση. Ίσως να κλείνετε μέσα σας δημιουργικές ικανότητες, που θα ’φερναν τη ζωή σας σ’ ένα αγνό κι ευτυχισμένο δρόμο· ακολουθήστε αυτή την πορεία κι αυτό το στόχο – δώστε όμως όλη σας την εμπιστοσύνη σε κείνο που έρχεται· κι αν, τούτο έρχεται απ’ τη βούλησή σας μονάχα, από μιαν κάποια ανέχεια κι ανάγκη του εσώτερου Είναι σας, τυλίχτε το με την έγνοιά σας, μην το μισήσετε. Οι δρόμοι της σάρκας είναι δύσκολοι, σίγουρα. Αλλά, τα δύσκολα είναι η μοίρα μας· σχεδόν καθετί βαθυσήμαντο είναι δύσκολο… Άμα το νιώσετε αυτό, άμα κατορθώσετε εσείς, με τις δικές σας ικανότητες, με τη δική σας πείρα που ’χει τις ρίζες της στα παιδικά σας χρόνια, με τη δική σας δύναμη, να πετύχετε μιαν αρμονία του εαυτού σας με τη σάρκα (ολότελα ατομική σας αρμονία, λυτρωμένη από κάθε συμβατικότητα και κάθε μιμητική συνήθεια) – τότε δεν πρέπει πια να φοβόσαστε μη χαθείτε και μη φανείτε ανάξιος του πιο ακριβού αγαθού σας.

Η σαρκική ηδονή είναι ένα επεισόδιο απ’ τη ζωή και τη λειτουργία των αισθήσεων, καθόλου αλλιώτικο απ’ την αγνή ματιά ή την αγνή απόλαυση που χαρίζει στη γλώσσα μας ένας όμορφος καρπός· είναι μια μεγάλη, απέραντη πείρα που μας προίκισεν η φύση, μια γνώση του Κόσμου, η πληρότητα, η ολοκλήρωση κι η λάμψη ολόκληρης της Γνώσης. Τίποτα το κακό δεν υπάρχει σ’ αυτή την πείρα μέσα· το κακό βρίσκεται στο ότι όλοι σχεδόν τη χρησιμοποιούν άθλια, τη σκορπάνε στους πέντε ανέμους, τη μεταχειρίζονται για διεγερτικό και για διασκέδαση τις κουρασμένες ώρες της ζωής τους, κι όχι για περισυλλογή κι αυτοσυγκέντρωση προς τις μεγάλες κορφές. Και το φαγητό, οι άνθρωποι, το καταντήσανε κάτι αλλιώτικο: στέρηση από τη μια, πληθωρισμός από την άλλη, θόλωσαν την καθαρότητα αυτής της ανάγκης. Όμοια θολώθηκαν κι όλες οι βαθιές κι απλές ανάγκες, που ανανεώνουν τη ζωή. Ο καθένας όμως ατομικά μπορεί να τις ξελαμπικάρει, για δική του χαρά, και να τις ζήσει καθάριες… Μπορεί να καταλαβαίνει πως κάθε ομορφιά, στα ζώα και στα φυτά, είναι μια γαλήνια κι άφθαρτη μορφή Έρωτα και Πόθου. Βλέπει τα ζώα και τα φυτά να ζευγαρώνονται, να πληθαίνουν, ν’ αυξάνουν, υπομονετικά κι υπάκουα· και μαντεύει πως δεν τα σπρώχνει η φυσική ηδονή ή ο φυσικός πόνος, μα μια ακαταμάχητη ανάγκη, πιο τρανή απ’ την ηδονή και τον πόνο, πιο δυνατή από κάθε θέληση και κάθε αντίσταση… Ω κι ας γινόταν – το μυστικό τούτο που πλημμυράει τη γη ως το παραμικρό της μόριο, να το δεχθεί ο άνθρωπος με πιότερη ταπεινοσύνη, να το κλείσει μέσα του με πιότερη σοβαρότητα και να νιώσει πόσο τρομερά βαρύ είναι, αντί να το παίρνει αψήφιστα!.. Ας μπορούσε να νιώσει πιότερο σεβασμό για την ίδια του τη γονιμότητα, που –είτε πνευματική μορφή έχει, είτε σαρκική – είναι μια και μόνη: γιατί και το πνευματικό ακόμα δημιούργημα τη ρίζα του την έχει στο σαρκικό, μια είναι η φύση τους· το έργο του πνεύματος είναι σα μια απαλότερη, πιο μυστηριακή, πιο γητεμένη, πιο «αιώνια» επανάληψη της σωματικής ηδονής. «Η συναίσθηση πως είσαι δημιουργός, πως γεννοβολάς, πως πλάθεις και δίνεις μορφή», είναι ολότελα ασήμαντη σα δε βρίσκει αδιάκοπη κι απέραντη την επικύρωση και την επαλήθευσή της μεσ’ στον Κόσμο, σα δεν επιδοκιμάζεται μύριες και μύριες φορές απ’ τα πράματα και τα ζώα – κι η χαρά, που σου δίνει, είναι έτσι ανείπωτα όμορφη και πλέρια, μόνο και μόνο επειδή την πλημμυρίζουν πανάρχαιες κληρονομημένες θύμησες από καρποφορίες και γεννοβολήματα εκατομμυρίων υπάρξεων. Μέσα σ’ ένα μόνο στοχασμό ενός δημιουργού, ξαναζούν χίλιες λησμονημένες ερωτικές νυχτιές και τον γεμίζουν μεγαλείο και ύψος. Κι εκείνοι που σμίγουν τις νύχτες, κι αγκαλιάζονται μέσα σε λικνιστική ηδονή, κάνουν ένα βαρυσήμαντο έργο: μαζεύουν γλυκές απολαύσεις, βαθιά νοήματα και δύναμη για το τραγούδι κάποιου ερχόμενου ποιητή, που θα σηκωθεί ν’ ανιστορήσει ανείπωτες ευτυχίες. Όλοι τους καλούν το αύριο· ακόμα κι όταν παραστρατίζουν, ακόμα κι όταν αγκαλιάζονται στα τυφλά, το αύριο έρχεται ωστόσο, άλλος ένας άνθρωπος ορθώνεται, και απ’ τα βάθη της Τύχης (που λες κι αυτήν μονάχα υπακούνε τα πάντα εδώ), ξυπνάει ο νόμος που προστάζει κάθε γερό δυνατό σπέρμα ν’ ανοίγει δρόμο προς το ωάριο που προχωρεί, ανοιχτό, να τ’ ανταμώσει. Μη ξεγελιόσαστε απ’ τα εξωτερικά φαινόμενα· στο βάθος τα πάντα είναι Νόμος. Κι εκείνοι που δεν καταφέρνουν να ζήσουν το μυστήριο τούτο χωρίς λάθη και χωρίς ασυνέπειες (κι είναι πάρα πολλοί) , το χάνουν μεσ’ απ’ τα χέρια τους, μα το χάνουν μόνο για τον εαυτό τους, γιατί το παραδίδουν ωστόσο στους άλλους, σα σφραγισμένο γράμμα, χωρίς να μάθουν ποτέ τι λέει. Μη σας ξεγελάει η ατέλειωτη ποικιλία των περιπτώσεων και το άπειρο πλήθος των λέξεων. Ίσως τα πάντα να τα κυβερνάει μια γιγάντια Μητρότητα, ένας κοινός πόθος. Η ομορφιά της παρθενικής κοπέλας – της ύπαρξης αυτή που δεν έδωσε ακόμα τίποτα, - δεν είναι παρά το προαίσθημα κι η προετοιμασία, ο τρόμος κι ο πόθος της μελλούμενης μητρότητας. Κι η ομορφιά της γυναίκας, σαν είναι μητέρα, δεν είναι παρά η «στρατευόμενη» μητρότητα· και σαν φτάσει στα γεράματα, ομορφιά της είναι η μεγάλη θύμηση, που ζει μέσα της. Ακόμα και στον άνδρα υπάρχει, νομίζω, η μητρότητα, σωματική και πνευματική: η καρποφορία του είναι ένα είδος γεννοβόλημα· και γεννοβολάει, πραγματικά, ο άνδρας, όταν δημιουργεί μεσ’ απ’ το πιο ολοκληρωμένο Είναι του. Μπορεί τα φύλα να συγγενεύουνε περισσότερο απ’ όσο νομίζουμε· κι η μεγάλη Ανανέωση του κόσμου, μπορεί να ’ναι τούτη δω: ο άνδρας κι η γυναίκα, λυτρωμένοι απ’ όλες τις πλάνες κι απ’ όλες τις δυσαρέσκειες, θ’ αποζητάνε ο ένας απ’ τον άλλον, όχι πια σαν αντίπαλοι, μα σαν αδέλφια, σα συνοδοιπόροι· και θα συσμίγουν σαν άνθρωποι, για να σηκώσουν μαζί στους ώμους τους, απλά, σοβαρά και καρτερικά, το βαρύ φορτίο της σάρκας, που τους έταξεν η μοίρα…

[αποσπάσματα από τα ΓΡΑΜΜΑΤΑ Σ’ ΕΝΑ ΝΕΟ ΠΟΙΗΤΗ του Rainer Maria Rilke, εκδόσεις Ίκαρος 1978]

 

ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΕΧΝΗΣ ΖΟΥΝ ΜΕΣΑ Σ’ ΑΠΕΡΑΝΤΗ ΜΟΝΑΞΙΑ

(…κι η κριτική είναι το χειρότερο μέσο για να τα ζυγώσεις…) 

Μονάχα η αγάπη μπορεί να τα «συλλάβει», να τ’ αγκαλιάσει, να σταθεί δίκαιη απέναντί τους!.. (γι’ αυτό):   Να πιστεύετε, πάνω απ’ όλα, ό,τι σας λέει το δικό σας το αίσθημα, στο πείσμα των όποιων αναλύσεων και κριτικών.   Κι άδικο ακόμα αν είχατε, η φυσική ανάπτυξη του εσωτερικού σας κόσμου θα σας οδηγήσει, σιγά - σιγά, με τον καιρό, προς άλλες γνωστικές κατακτήσεις. Αφήστε τις κρίσεις σας ν’ ακολουθήσουν τη δική τους σιωπηλή, αδιατάραχτη εξέλιξη, που  (όπως κάθε πρόοδος)  πρέπει να ’ρχεται απ’ τα βάθη του Είναι σας,  και δε μπορεί ν’ ανεχθεί ούτε πίεση, ούτε βιάση.   Εγκυμοσύνη ως την κρίσιμη ώρα, και, τότε, γεννοβόλημα.   Αυτό είναι όλο.    Αφήστε κάθε εντύπωση, κάθε σπόρο συναισθήματος να ωριμάζει μέσα σας, στο σκοτάδι, στο χώρο του ανείπωτου, του υποσυνείδητου, όπου δε φτάνει η νόησή σας·  με βαθιά ταπείνωση κι υπομονή, προσμείνετε την ώρα που θα γεννηθεί ένα καινούργιο φεγγοβόλημα:   αυτό, και μόνο, θα πει «ζω την τέχνη»,  είτε απλός πιστός της είσαι, είτε δημιουργός…   Καλλιτέχνης θα πει:  να μη μετράς, να μη λογαριάζεις, να ψηλώνεις όπως το δένδρο,  που δε βιάζει το χυμό του, που αδείλιαστο αψηφάει τις ανοιξιάτικες μπόρες,  χωρίς να φοβάται μη δεν έρθει το καλοκαίρι.   Το καλοκαίρι έρχεται.   Έρχεται, όμως, μονάχα για κείνους που ξέρουν να προσμένουν,  ξέγνοιαστοι  και  γαλήνιοι σα να ’χανε μπροστά τους την αιωνιότητα…» [απόσπασμα από τα ΓΡΑΜΜΑΤΑ Σ’ ΕΝΑ ΝΕΟ ΠΟΙΗΤΗ του Rainer Maria Rilke, εκδόσεις Ίκαρος 1978]

Κυριακή, 10 Νοεμβρίου 2024