(… ίσως αυτό να ’ναι το δυσκολότερο απ’ όσα μας έταξε η μοίρα
όλα τ’ άλλα δεν είναι παρά προετοιμασία και
προπαρασκευή του…)
Γι' αυτό κι οι νέοι — που είναι
«αρχάριοι» στο κάθε τι — δεν ξέρουν ακόμα ν' αγαπούν:
πρέπει να διδαχτούν τον έρωτα.
Με όλο τους το είναι, με όλες τους
τις δυνάμεις συμμαζεμένες γύρω στην ερημική φοβισμένη καρδιά τους, που οι
χτύποι της ψηλώνουν ολοένα, πρέπει να μάθουν ν' αγαπούν.
Ο καιρός όμως της μαθητείας είναι
πάντα καιρός μακρόχρονου «εγκλεισμού».
Έτσι είναι, για πολύν καιρό, κι ο
έρωτας:
μοναξιά, ολοένα και πιο έντονη και
πιο βαθιά μόνωση.
Έρωτας δε θα πει ν' ανοίγεσαι ευθύς,
να δίνεσαι, να ενώνεσαι με κάποιον Άλλον (τι θα ήταν, άλλωστε, η ένωση δυο όντων
ακαθόριστων ακόμα, ατέλειωτων, ανοργάνωτων;)˙ είναι μια σπάνια ευκαιρία για να ωριμάσεις,
ν' αποχτήσεις μιαν υπόσταση δική σου, να γίνεις εσύ ένας ολόκληρος Κόσμος, για
χάρη κάποιου άλλου, αγαπημένου προσώπου˙ είναι μια υψηλή, ακράτητη αξίωση, που σε
χρίζει εκλεκτό της και σε σπρώχνει προς τ' απέραντα πλάτη.
Μόνο έτσι θα ’πρεπε να
μεταχειρίζονται οι νέοι τον έρωτά τους: σαν ένα καθήκον που τους υποχρεώνει να
εργάζονται αδιάκοπα στο μέσα τους κόσμο…
Δεν είναι ακόμα ώριμοι για το δόσιμο
του εαυτού τους, για την εγκατάλειψη και το σβήσιμό τους μέσα σ' ένα άλλο
άτομο, για οποιοδήποτε τρόπο Ένωσης.
Η Ένωση αυτή, το δόσιμο αυτό, είναι
το στερνό σκαλοπάτι˙ ίσως η ανθρώπινη ζωή να μη μπορεί ακόμα να το χωρέσει.
Εδώ όμως λαθεύουν οι νέοι τόσο συχνά και τόσο βαριά: ορμάνε ακράτητοι ο ένας
προς τον άλλον, όταν τους αγγίξει η αγάπη (είναι στη φύση τους να μη μπορούν να
περιμένουν), σκορπίζονται εδώ κι εκεί, ενώ η ψυχή τους είναι γεμάτη ακεφιά,
ακαταστασία και ταραχή...
Για τους ανθρώπους ο έρωτας δεν είναι
παρά μια απόλαυση, τον κατάντησαν λοιπόν κάτι εύκολο και φτηνό, ακίνδυνο και
σίγουρο, όμοιο με τις απολαύσεις των δρόμων.
Αλήθεια, πόσοι και πόσοι νέοι στάθηκαν ανίκανοι να βρουν το σωστό δρόμο της
αγάπης, για πόσους τα σύνορα τού έρωτα σταματάνε στο εύκολο, βιαστικό δόσιμο
του εαυτού τους!..
Νιώθουν, πολλοί, να λυγίζουν κατ' απ'
το βάρος αυτού τού λάθους και πασχίζουν να κάνουν βιώσιμη και γόνιμη, με το
δικό τους προσωπικό τρόπο, την κατάσταση αυτή όπου βρέθηκαν ριγμένοι…
Οι γυναίκες — που μέσα τους κατοικεί
μια ζωή πιο αυθόρμητη, πιο γόνιμη, γεμάτη από περισσότερη εμπιστοσύνη — είναι,
σίγουρα, πιο ώριμες, πιο «ανθρώπινες» απ' τον άντρα — το φαντασμένο κι
ανυπόμονον αρσενικό, που καταφρονάει ό,τι νομίζει πως αγαπάει, επειδή δε γνώρισε
ποτέ την τραχιά καρποφορία των σπλάχνων, που θα του ξάνοιγε (όπως στη γυναίκα)
τα μυστικά βάθη της ζωής.
Αυτή η «ανθρωπιά» της γυναίκας,
ωριμασμένη μέσα στον πόνο και την καταφρόνια, θα βγει στο φως της μέρας, όταν η
γυναίκα λυτρωθεί απ' τις κοινωνικές συμβατικότητες, όπου την καταδικάζει η
αποκλειστικά θηλυκή υπόστασή της…
Πόσο αργεί άραγε η μέρα που ο έρωτας
δε θα ’ναι πια σχέση άντρα με γυναίκα, αλλά Ανθρώπου με Άνθρωπο˙ θα στέκει πιο
κοντά στην ανθρώπινη φύση (γεμάτος άπειρη απαλότητα και σεβασμό, καλός και
καθάριος σε όλα κείνα που σμίγει και χωρίζει).
Θα ’ναι ο έρωτας που προετοιμάζουμε μ' αγωνία και μόχθο: δυο Μοναχικοί
Άνθρωποι, που θα προστατεύουν, θα συμπληρώνουν, θα περιορίζουν και θα σέβονται
ο ένας τον άλλον…
[κι άλλα αποσπάσματα από τα ΓΡΑΜΜΑΤΑ Σ’
ΕΝΑ ΝΕΟ ΠΟΙΗΤΗ του Ράινερ Μαρία Ρίλκε – Art by Rammos Kostas]
ΝΑ ΑΓΑΠΗΣΕΤΕ ΤΑ ΙΔΙΑ ΣΑΣ ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ
(…σα να ’ταν
κλειστά δωμάτια
ή βιβλία γραμμένα σε ξένη, άγνωστη γλώσσα…)
Μη γυρεύετε να πάρετε
απαντήσεις, που δε γίνεται να σας δοθούν, γιατί δε θα μπορούσατε να τις
εφαρμόσετε, να τις «ζήσετε». Κι αυτό,
ίσα - ίσα, έχει σημασία: να ζείτε το καθετί. Για την ώρα, να ζείτε τα ερωτήματά
σας μόνο. Κι ίσως, έτσι, μπορέσετε να φτάσετε, μια μακρινή μέρα, χωρίς να το
νιώσετε, στην απόκριση. Ίσως να κλείνετε μέσα σας δημιουργικές ικανότητες, που
θα ’φερναν τη ζωή σας σ’ ένα αγνό κι ευτυχισμένο δρόμο· ακολουθήστε αυτή την
πορεία κι αυτό το στόχο – δώστε όμως όλη σας την εμπιστοσύνη σε κείνο που
έρχεται· κι αν, τούτο έρχεται απ’ τη βούλησή σας μονάχα, από μιαν κάποια
ανέχεια κι ανάγκη του εσώτερου Είναι σας, τυλίχτε το με την έγνοιά σας, μην το
μισήσετε. Οι δρόμοι της σάρκας είναι δύσκολοι, σίγουρα. Αλλά, τα δύσκολα είναι
η μοίρα μας· σχεδόν καθετί βαθυσήμαντο είναι δύσκολο… Άμα το νιώσετε αυτό, άμα
κατορθώσετε εσείς, με τις δικές σας ικανότητες, με τη δική σας πείρα που ’χει
τις ρίζες της στα παιδικά σας χρόνια, με τη δική σας δύναμη, να πετύχετε μιαν
αρμονία του εαυτού σας με τη σάρκα (ολότελα ατομική σας αρμονία, λυτρωμένη από
κάθε συμβατικότητα και κάθε μιμητική συνήθεια) – τότε δεν πρέπει πια να
φοβόσαστε μη χαθείτε και μη φανείτε ανάξιος του πιο ακριβού αγαθού σας.
Η σαρκική ηδονή είναι
ένα επεισόδιο απ’ τη ζωή και τη λειτουργία των αισθήσεων, καθόλου αλλιώτικο απ’
την αγνή ματιά ή την αγνή απόλαυση που χαρίζει στη γλώσσα μας ένας όμορφος
καρπός· είναι μια μεγάλη, απέραντη πείρα που μας προίκισεν η φύση, μια γνώση του
Κόσμου, η πληρότητα, η ολοκλήρωση κι η λάμψη ολόκληρης της Γνώσης. Τίποτα το
κακό δεν υπάρχει σ’ αυτή την πείρα μέσα· το κακό βρίσκεται στο ότι όλοι σχεδόν
τη χρησιμοποιούν άθλια, τη σκορπάνε στους πέντε ανέμους, τη μεταχειρίζονται για
διεγερτικό και για διασκέδαση τις κουρασμένες ώρες της ζωής τους, κι όχι για
περισυλλογή κι αυτοσυγκέντρωση προς τις μεγάλες κορφές. Και το φαγητό, οι
άνθρωποι, το καταντήσανε κάτι αλλιώτικο: στέρηση από τη μια, πληθωρισμός από
την άλλη, θόλωσαν την καθαρότητα αυτής της ανάγκης. Όμοια θολώθηκαν κι όλες οι
βαθιές κι απλές ανάγκες, που ανανεώνουν τη ζωή. Ο καθένας όμως ατομικά μπορεί
να τις ξελαμπικάρει, για δική του χαρά, και να τις ζήσει καθάριες… Μπορεί να
καταλαβαίνει πως κάθε ομορφιά, στα ζώα και στα φυτά, είναι μια γαλήνια κι
άφθαρτη μορφή Έρωτα και Πόθου. Βλέπει τα ζώα και τα φυτά να ζευγαρώνονται, να
πληθαίνουν, ν’ αυξάνουν, υπομονετικά κι υπάκουα· και μαντεύει πως δεν τα
σπρώχνει η φυσική ηδονή ή ο φυσικός πόνος, μα μια ακαταμάχητη ανάγκη, πιο τρανή
απ’ την ηδονή και τον πόνο, πιο δυνατή από κάθε θέληση και κάθε αντίσταση… Ω κι
ας γινόταν – το μυστικό τούτο που πλημμυράει τη γη ως το παραμικρό της μόριο,
να το δεχθεί ο άνθρωπος με πιότερη ταπεινοσύνη, να το κλείσει μέσα του με
πιότερη σοβαρότητα και να νιώσει πόσο τρομερά βαρύ είναι, αντί να το παίρνει
αψήφιστα!.. Ας μπορούσε να νιώσει πιότερο σεβασμό για την ίδια του τη
γονιμότητα, που –είτε πνευματική μορφή έχει, είτε σαρκική – είναι μια και μόνη:
γιατί και το πνευματικό ακόμα δημιούργημα τη ρίζα του την έχει στο σαρκικό, μια
είναι η φύση τους· το έργο του πνεύματος είναι σα μια απαλότερη, πιο
μυστηριακή, πιο γητεμένη, πιο «αιώνια» επανάληψη της σωματικής ηδονής. «Η
συναίσθηση πως είσαι δημιουργός, πως γεννοβολάς, πως πλάθεις και δίνεις μορφή»,
είναι ολότελα ασήμαντη σα δε βρίσκει αδιάκοπη κι απέραντη την επικύρωση και την
επαλήθευσή της μεσ’ στον Κόσμο, σα δεν επιδοκιμάζεται μύριες και μύριες φορές
απ’ τα πράματα και τα ζώα – κι η χαρά, που σου δίνει, είναι έτσι ανείπωτα
όμορφη και πλέρια, μόνο και μόνο επειδή την πλημμυρίζουν πανάρχαιες
κληρονομημένες θύμησες από καρποφορίες και γεννοβολήματα εκατομμυρίων υπάρξεων.
Μέσα σ’ ένα μόνο στοχασμό ενός δημιουργού, ξαναζούν χίλιες λησμονημένες
ερωτικές νυχτιές και τον γεμίζουν μεγαλείο και ύψος. Κι εκείνοι που σμίγουν τις
νύχτες, κι αγκαλιάζονται μέσα σε λικνιστική ηδονή, κάνουν ένα βαρυσήμαντο έργο:
μαζεύουν γλυκές απολαύσεις, βαθιά νοήματα και δύναμη για το τραγούδι κάποιου
ερχόμενου ποιητή, που θα σηκωθεί ν’ ανιστορήσει ανείπωτες ευτυχίες. Όλοι τους
καλούν το αύριο· ακόμα κι όταν παραστρατίζουν, ακόμα κι όταν αγκαλιάζονται στα
τυφλά, το αύριο έρχεται ωστόσο, άλλος ένας άνθρωπος ορθώνεται, και απ’ τα βάθη
της Τύχης (που λες κι αυτήν μονάχα υπακούνε τα πάντα εδώ), ξυπνάει ο νόμος που
προστάζει κάθε γερό δυνατό σπέρμα ν’ ανοίγει δρόμο προς το ωάριο που προχωρεί,
ανοιχτό, να τ’ ανταμώσει. Μη ξεγελιόσαστε απ’ τα εξωτερικά φαινόμενα· στο βάθος
τα πάντα είναι Νόμος. Κι εκείνοι που δεν καταφέρνουν να ζήσουν το μυστήριο
τούτο χωρίς λάθη και χωρίς ασυνέπειες (κι είναι πάρα πολλοί) , το χάνουν μεσ’
απ’ τα χέρια τους, μα το χάνουν μόνο για τον εαυτό τους, γιατί το παραδίδουν
ωστόσο στους άλλους, σα σφραγισμένο γράμμα, χωρίς να μάθουν ποτέ τι λέει. Μη
σας ξεγελάει η ατέλειωτη ποικιλία των περιπτώσεων και το άπειρο πλήθος των
λέξεων. Ίσως τα πάντα να τα κυβερνάει μια γιγάντια Μητρότητα, ένας κοινός
πόθος. Η ομορφιά της παρθενικής κοπέλας – της ύπαρξης αυτή που δεν έδωσε ακόμα
τίποτα, - δεν είναι παρά το προαίσθημα κι η προετοιμασία, ο τρόμος κι ο πόθος
της μελλούμενης μητρότητας. Κι η ομορφιά της γυναίκας, σαν είναι μητέρα, δεν
είναι παρά η «στρατευόμενη» μητρότητα· και σαν φτάσει στα γεράματα, ομορφιά της
είναι η μεγάλη θύμηση, που ζει μέσα της. Ακόμα και στον άνδρα υπάρχει, νομίζω,
η μητρότητα, σωματική και πνευματική: η καρποφορία του είναι ένα είδος
γεννοβόλημα· και γεννοβολάει, πραγματικά, ο άνδρας, όταν δημιουργεί μεσ’ απ’ το
πιο ολοκληρωμένο Είναι του. Μπορεί τα φύλα να συγγενεύουνε περισσότερο απ’ όσο
νομίζουμε· κι η μεγάλη Ανανέωση του κόσμου, μπορεί να ’ναι τούτη δω: ο άνδρας
κι η γυναίκα, λυτρωμένοι απ’ όλες τις πλάνες κι απ’ όλες τις δυσαρέσκειες, θ’
αποζητάνε ο ένας απ’ τον άλλον, όχι πια σαν αντίπαλοι, μα σαν αδέλφια, σα
συνοδοιπόροι· και θα συσμίγουν σαν άνθρωποι, για να σηκώσουν μαζί στους ώμους
τους, απλά, σοβαρά και καρτερικά, το βαρύ φορτίο της σάρκας, που τους έταξεν η
μοίρα…
[αποσπάσματα από τα ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Σ’ ΕΝΑ ΝΕΟ ΠΟΙΗΤΗ του Rainer Maria Rilke, εκδόσεις Ίκαρος 1978]
ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΕΧΝΗΣ ΖΟΥΝ ΜΕΣΑ Σ’ ΑΠΕΡΑΝΤΗ
ΜΟΝΑΞΙΑ
(…κι η κριτική είναι το χειρότερο μέσο
για να τα ζυγώσεις…)
Μονάχα η αγάπη μπορεί να τα «συλλάβει», να τ’ αγκαλιάσει,
να σταθεί δίκαιη απέναντί τους!.. (γι’ αυτό):
Να πιστεύετε, πάνω απ’ όλα, ό,τι σας λέει το δικό σας το αίσθημα, στο
πείσμα των όποιων αναλύσεων και κριτικών.
Κι άδικο ακόμα αν είχατε, η φυσική ανάπτυξη του εσωτερικού σας κόσμου θα
σας οδηγήσει, σιγά - σιγά, με τον καιρό, προς άλλες γνωστικές κατακτήσεις.
Αφήστε τις κρίσεις σας ν’ ακολουθήσουν τη δική τους σιωπηλή, αδιατάραχτη
εξέλιξη, που (όπως κάθε πρόοδος) πρέπει να ’ρχεται απ’ τα βάθη του Είναι
σας, και δε μπορεί ν’ ανεχθεί ούτε
πίεση, ούτε βιάση. Εγκυμοσύνη ως την
κρίσιμη ώρα, και, τότε, γεννοβόλημα.
Αυτό είναι όλο. Αφήστε κάθε
εντύπωση, κάθε σπόρο συναισθήματος να ωριμάζει μέσα σας, στο σκοτάδι, στο χώρο
του ανείπωτου, του υποσυνείδητου, όπου δε φτάνει η νόησή σας· με βαθιά ταπείνωση κι υπομονή, προσμείνετε
την ώρα που θα γεννηθεί ένα καινούργιο φεγγοβόλημα: αυτό, και μόνο, θα πει «ζω την τέχνη», είτε απλός πιστός της είσαι, είτε
δημιουργός… Καλλιτέχνης θα πει: να μη μετράς, να μη λογαριάζεις, να ψηλώνεις
όπως το δένδρο, που δε βιάζει το χυμό
του, που αδείλιαστο αψηφάει τις ανοιξιάτικες μπόρες, χωρίς να φοβάται μη δεν έρθει το καλοκαίρι. Το καλοκαίρι έρχεται. Έρχεται, όμως, μονάχα για κείνους που ξέρουν
να προσμένουν, ξέγνοιαστοι και
γαλήνιοι σα να ’χανε μπροστά τους την αιωνιότητα…» [απόσπασμα από τα
ΓΡΑΜΜΑΤΑ Σ’ ΕΝΑ ΝΕΟ ΠΟΙΗΤΗ του Rainer Maria Rilke, εκδόσεις Ίκαρος
1978]
Κυριακή,
10 Νοεμβρίου 2024
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου