Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2024

ΚΑΛΛΙΟ ΧΟΡΕΥΤΑΡΑΣ ΝΑ ’ΜΟΥΝΑ…

 

κόλλες που να κρατώ και μολυβάκια

θα ’σερνα συρτό χορό, χέρι με χέρι,

μ’ όλα μας του γιαλού τα καραβάκια!.. 

 

 Ο Γιάννης Σκαρίμπας είναι ένας «Ποιητής στη σκιά» με όλη την κυριολεκτική σημασία της έννοιας,

διαπιστώνει ο Γιώργος Λαμπράκος στην παρουσίασή του  και εξηγεί:

«Όταν άρχισα να διαβάζω Σκαρίμπα, στα μέσα της δεκαετίας του ’90, η προσεγμένη σειρά των εκδόσεων Νεφέλη με άπαντα τα έργα του,   δεν περιλάμβανε ακόμα τα ποιήματά του,  έτσι ήταν πρακτικά δύσκολο να τα βρει κανείς. Επειδή μάλιστα δεν είχα καλές σχέσεις με την ελληνική μουσική,   δεν ήξερα ούτε τα μελοποιημένα ποιήματά του… Για καλή μου τύχη, αυτό που εν τέλει αποδείχθηκε το αγαπημένο μου μη σατιρικό ποίημα του Σκαρίμπα,  η ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ,  ήταν το πρώτο που διάβασα,  στην Ελληνική Ποιητική Ανθολογία Θανάτου του 20ου αιώνα»

 


Στην ΕΙΣΟΔΟ μάλιστα των κειμένων για τον εν λόγω ποιητή,  στον πρώτο τόμο της σειράς ΠΟΙΗΤΕΣ ΣΤΗ ΣΚΙΑ των εκδόσεων Γαβριηλίδης 2012, ο Γιώργος Μπλάνας σημειώνει:

«Ο Γιάννης Σκαρίμπας υπήρξε μια μαύρη τρύπα,  ένα αστρικό σώμα με τεράστια μάζα  και απίστευτη βαρυτική δύναμη, στην ελληνική λογοτεχνία.  Την εποχή που οι μοντερνισμοί σφυροκοπούσαν τα λογοτεχνικά καθεστώτα στις χώρες της Ευρώπης,  ο Σκαρίμπας ανέπτυξε το δικό του μοντερνισμό από δύο δρόμους: 

από την αναζήτηση του στοιχείου του παράλογου στη λαϊκή παράδοση  και

από ένα γλωσσοθραυστικό δαιμόνιο,  που ωστόσο έμοιαζε τόσο φυσικό.

Έτσι έδωσε ο Σκαρίμπας το στίγμα του:  εξαρθρώνοντας τη γλώσσα, φανέρωνε τη διάθεσή του να δει εξαρθρωμένη  μια εκτρωματική αστική κοινωνία που έκρυβε την πορνική φυσιογνωμία της στην αυστηρή επιφάνεια της έκφρασης!..   Δεν χρειαζόταν να ασχοληθεί με θέματα πολιτικά.  Η γλώσσα του από μόνη της ήταν μια αντιεξουσιαστική πράξη!..  Και αυτό το κατάλαβαν οι καθεστωτικοί άνθρωποι των γραμμάτων  και τον έβαλαν στην άκρη!.. 

Ο Σκαρίμπας όμως ήταν έτοιμος ν’ ακουστεί με τους δικούς του όρους στη φωνή των νέων ποιητών…»

 

Επέλεξα για  τίτλο αυτής της ανάρτησης την πρώτη στροφή  από το ποίημα ΧΟΡΟΣ ΣΥΡΤΟΣ,

 όπου    ο Ποιητής απαντάει στο διαχρονικό δίλημμα: 

ζωή  ή τέχνη;    

και  με το δικό του ξεχωριστό τρόπο εκφράζει μια τάση φυγής που χαρακτηρίζει συνολικά το ρεύμα των νεορομαντικών και νεοσυμβολιστών, του οποίου αποτελεί έναν από τους τελευταίους εκπροσώπους…

(ιδού η συνέχεια του εν λόγω ποιήματος):

 

«Κι έν’ αψηλό τραγούδι για σιρόκους

Θ’ άρχιζα,  γι’ αφροπούλια και για ένα

γλαρό καράβι  με πανιά και κόντρα φλόκους

που θα ’ρχονταν να μ’ έπαιρνε και μένα. 

 

Με χώρις  Καρυωτάκη,  Πολυδούρη

μόνο να τραγουδάν τριγύρω οι κάβοι

κι οι πένες μου πενιές σ’ ένα σαντούρι

άσπρα πανιά σου οι κόλλες μου, καράβι!.. 

 

Γιαλό – γιαλό να φεύγουμε  και άντε!..

Να λέμε όλο για μάτια,  όλο για μάτια, 

κι εκεί – λες κομφετί μες στο λεβάντε –

όλα μου τα γραφτά χίλια κομμάτια!..

 

Και, σαν χτισμένη εκεί από κιμωλία,

βαθιά μα χάνεται η Χαλκίδα πέρα,

μ’ όλα μου ανοιγμένα τα βιβλία, 

καθώς μπουλούκι γλάροι στον αέρα…  

(Γιάννης Σκαρίμπας, συλλογή Εαυτούληδες 1950)

 

«Οι πιερότοι,  οι αρλεκίνοι,   οι φασουλήδες,   ο καραγκιόζης,   οι βοϊδάγγελοι…  Οι commedie dellarte.  Τα γητέματα της πόλης,  η Χαλκίδα σαν από τεμπεσίρι,  το πλοίο με ύφος.  Όλα φτιαγμένα ψιμύθια,  όλα μέρος ενός σκηνικού.  Η δράση συμβαίνει  σε κάποιαν άλλη χρονοδιάσταση.  Αχ, τι ευκαιρία που ’χασα να φύγω   όξ’ απ’ τα όρια του κόσμου!..  Μια χρονοδιάσταση,  αυτή του Σκαρίμπα,  που αποτυπώνεται σαν σε νεκρικά πορτρέτα…  Ίσως να ήταν μια κουστωδία από μάσκες  και  θολά πρόσωπα, με τα οποία έκανε τις δοκιμές του ο Σκαρίμπας για να απαλλαγεί από τις λογοτεχνικές φόρμες κι επιταγές – όχι «της εποχής»  αλλά της κάθε εποχής…»

 

ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ   Ο ΕΙΡΩΝ  

(… ένα από τα πιο δραστικά στοιχεία που ρέουν ανεμπόδιστα στον ποιητικό  και πεζό  λόγο του Γιάννη Σκαρίμπα  είναι η ειρωνεία…

Η ειρωνεία είναι εκείνο το γνώρισμα της λογοτεχνίας του Σκαρίμπα, το οποίο σαγήνευε  και εξακολουθεί να σαγηνεύει, ενώ σχετίζεται ασφαλώς και με τον Καραγκιόζη… Ο Γιώργος Λαμπράκος σχολιάζει:

«Ο Καραγκιόζης  έχει μεταγγίσει αρκετά γνωρίσματά του στον… σκαριμπικό παλιάτσο,  γκαφατζή  ή  παρία.  Ξέρουμε άλλωστε ότι ο λογοτέχνης κατασκεύασε πολλές φιγούρες του θεάτρου σκιών…

Ούτως ή άλλως, ο χαρακτήρας του παλιάτσου είναι ένα γνωστό λογοτεχνικό  κι ευρύτερα καλλιτεχνικό όχημα για την υπονόμευση κάθε κατεστημένου:  με το σαρκασμό  και  φυσικά με τον αυτοσαρκασμό του,  ο παλιάτσος μπορεί να σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά του.  Γι’ αυτό εμφανίζεται τόσο συχνά και είναι τόσο αγαπητός:  για να περιοριστούμε στον περασμένο αιώνα,  τον διακρίνουμε στους αδελφούς Μαρξ,  τον Τσάπλιν,  τον Κίτον,  τον Χοντρό – Λιγνό,  τον Βέγγο  αλλά και σε έργα του Μπέκετ  και του Ιονέσκο…  Ο χαρακτήρας του παλιάτσου σε όλους αυτούς τους δημιουργούς,  και  στον Σκαρίμπα, δεν είναι πάντως ένας χαζοχαρούμενος βλαξ, αλλά ένας ευσυνείδητος γελωτοποιός,  που σατιρίζει τα πάντα με τη σοφία ενός σεξπηρικού «τρελού»,  ενός δήθεν τρελού…

Αυτό, λοιπόν, που διαφοροποιεί τον Σκαρίμπα από τους περισσότερους λογοτέχνες είναι η ειρωνεία… Ένα γνώρισμα που μπορεί να το συναντάμε συχνά σε πεζογράφους  αλλά σπανιότερα σε ποιητές  (υπάρχει στον καβάφη,  τον Καρυωτάκη,  τον Καρούζο…)  Η ανατρεπτική  και  συχνά αντιποιητική ποίηση του Σκαρίμπα είναι μια ανάσα στην κορυφαία, αλλά βαριά κι ασήκωτη, νεοελληνική ποίηση.  Υο ΗΜΙΟΛΟΚΛΗΡΟΝ είναι ένα από τα λιγότερο γνωστά ποιήματα του Σκαρίμπα, που συνοψίζει περίφημα τα παραπάνω:

«Να είσαι απλός  και  περιττός,    αυτό είναι κάτι.

 

Να μη ’σαι τίποτα   (ούτε απαραίτητος)   επίσης είναι!..

 

Να κλεις με νόημα   (βλακείας ένεκεν)   τόνα σου μάτι.

 

Κάνε το κι έσο   ημιβέβαιος  και  μείνε.

 

Μείνε ημιόχις   ημιναινές  -  κράτα ημιπόζα!..

 

Εσύ ημίβλεπτος   ημιαν – φας   και  - τότε – τέλεια

 

η φήμη θάρτει σου   σαν μια Κυρία   ημιμιμόζα

 

λίγον τι κρύα   και  λίγον μπλάβη   από τα γέλια…


Ο ΣΤΑΘΜΑΡΧΗΣ που…

«Δίνει το σινιάλο  - το καθήκον -  για τη διασταύρωσή μας στην αιωνιότη…»

Θόλωνε το βράδυ και το τραίνο είχ’ έμβει

στον ερημικό σταθμό βαρύ κι ατόφιο

λες τό’ χε τυλίξει σ’ αχνά πέπλα η ρέμβη

έτσι ως ξάφνου στάθ’ κε ακίνητο και ψόφιο.

 

Σήμανε η καμπάνα κι έτριξαν οι θύρες,

ούρλιαξε ’να σφύριγμα και αυτό εκινήθη

πλάι σε μια παράτα αγερώχες φιλύρες

που κώπηλατούσαν –λές στητές– στη λήθη.

 

Λίγο ακόμα κι όργιο –αρθρωτή γουστέρα–

θα ’φευγε ως είχ’ έρθει μες σ’ ατμών τολύπη

κι εγώ πάλι μόνος στη θλιμμένη εσπέρα,

Με συντρόφισσά μου, θα ’μενα, τη λύπη.

………………………………………

Άξαφνα ως γλυστρούσε – σ’ ένα παρεθύρι

ένα χέρι εξαίσιο μου ’γνεψε και πάει,

μια σειρά άσπρα δόντια, δυό μάτια σαπφείροι

μου ’στειλαν –και φύγαν– φίλημα στα χάη!

 

Έμεινα … Η μέρα είχε κιόλας φύγει,

του σταθμού μου, γύρω, η ερημία αλύχτα·

κείνες οι φιλύρες πήγαιναν με ρίγη

Και με βήμα στράτιωτικό στη νύχτα…

 

Ω, έσύ, κυρά χέρι, δόντια, μάτι
όνειρο και τραίνο που την πας τη νιότη,
έδωσα σινιάλο –το κ α θ ή κ ο ν– για τη
διασταύρωσή μας στην αιωνιότη…

 [από το βιβλίο: Γιάννης Σκαρίμπας, «Ουλαλούμ – Ευατούληδες – Βοϊδάγγελοι», Κάκτος, Αθήνα 1976, σελ. 53-54]

 

Ο ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ ΕΙΝΑΙ Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΑΓΝΟΤΗΤΑΣ… 

Ο Ρίλκε  στο ΒΙΒΛΙΟ της ΦΤΩΧΕΙΑΣ  και του  ΘΑΝΑΤΟΥ,  μίλησε για μια ταπεινή ράτσα, για ένα σχεδόν χαμένο είδος ανθρώπων, που βρήκε τον αληθινό πλούτο μέσα στο ευτελές και το ασήμαντο.  Μίλησε επίσης και για μια γενιά τυφλή, που άφησε τη ζωή της να σπαραχθεί μες στις μεγάλες πόλεις, στα στολίδια,  στις σπατάλες, στα νοσοκομεία, στις άχρηστες γέννες  και  στο φόβο του θανάτου…

Μόνο ο Σκαρίμπας μπόρεσε να επεκτείνει… το μεγάλο Ρίλκε, γεγονός πολύ δυσάρεστο για όσους, λόγω στερεοτύπων προφανώς, δεν εκτίμησαν την ποίησή του, όσο την ποίηση άλλων Ελλήνων. 

Αυτό το τεράστιο χάσμα των γενεών, που δεν είναι τελικά ηλικιακό, δηλαδή βιολογικό, αλλά ποιοτικό, το χάσμα που προκύπτει από τη λαθεμένη θεώρηση της ομορφιάς και των θησαυρών της ζωής, είναι το μεγαλύτερο βάρος στην ψυχή των δύο ποιητών και άρα το σημείο όπου ταυτίζονται!.. Μέσα από το Ρίλκε  και το Σκαρίμπα ανακαλύπτεις  την τερατωδία των μεγαλουπόλεων, το βίαιο διαχωρισμό του ανθρώπου από τον εαυτό του,  μιας και η απομάκρυνση ενός ανθρώπου από τον άλλο άνθρωπο, δεν είναι τίποτα μπροστά στην απομάκρυνση από τον εαυτό του,  στην πνευματική απομόνωση του να ζεις σα να μην είσαι εσύ, να είσαι και να μην είσαι,  να ενσαρκώνεις την πιο σκοτεινή πλευρά της ρήσης του Αρθούρου   Ρεμπώ,  «εγώ είμαι ένα άλλος»!..

[απόσπασμα από κείμενο της Αγγελικής Κορρέ για το Γιάννη Σκαρίμπα από τον πρώτο τόμο της σειράς ΠΟΙΗΤΕΣ ΣΤΗ ΣΚΙΑ εκδόσεις Γαβριηλίδης 2012]

 

 

ΣΠΑΣΜΕΝΟ ΚΑΡΑΒΙ…

Σπασμένο καράβι να ’μαι  πέρα βαθιά· 

έτσι  να ’μαι·   με δίχως κατάρτια,  με δίχως πανιά

να κοιμάμαι,

 

Νάν’ αφράτος ο τόπος κι η ακτή νεκρική    γύρω - γύρω,

με κουφάρι γυρτό και με πλώρη   εκεί    που θα γείρω.

 

Νάν’ η θάλασσα άψυχη και τα ψάρια νεκρά   έτσι νάναι! –

και τα βράχια κατάπληκτα και τ’ αστέρια μακριά

να κοιτάνε…

 

Δίχως χτύπο οι ώρες και οι μέρες θλιβές   δίχως χάρη –

κι έτσι κούφιο κι ακίνητο μες σε νύχτες βουβές

το φεγγάρι.

 

Έτσι νάμαι καράβι γκρεμισμένο, νεκρό   έτσι να ‘μαι –

σ’ αμμουδιά πεθαμένη και κούφιο νερό,

να κοιμάμαι…

 (από τη συλλογή του Γιάννη Σκαρίμπα ΟΥΛΑΛΟΥΜ 1936)

 

Η αλήθεια είναι πως η πραγματικότητα μας καταπλακώνει… 

Τόσον καιρό αφήνουμε τα δοκάρια να τα τρώει το σαράκι  και όλο λέμε αύριο κι αύριο θα τα φτιάξουμε!..

Φυσικά, τα πράγματα της ζωής δεν φτιάχνονται με λόγια… Οι πολιτικές τακτικές και στρατηγικές διαχείρισης κρίσεων έχουν ψοφήσει πια και μυρίζουν αφόρητα.  Κι εμείς έχουμε εγκαταλείψει την προσπάθεια… Συνεχίζουμε να αγνοούμε πως η πραγματική  δυναμική πολιτική σχετίζεται με την ικανότητά μας να βλέπουμε τον κόσμο και να τον ζούμε διαφορετικά…

Το έργο του Σκαρίμπα – γύρω από το οποίο στρέφονται οι σημερινές μου αναρτήσεις – δείχνει με χίλιους δυο τρόπους προς αυτή την κατεύθυνση. 

Ας τον προσέξουμε τον Ποιητή…

Αφού και μόνο να διαβάζεις Ποίηση σήμερα είναι πολιτική πράξη… Είναι, κατά το Σκαρίμπα, Ο ΣΤΑΘΜΑΡΧΗΣ που…

«Δίνει το σινιάλο  - το καθήκον -  για τη διασταύρωσή μας στην αιωνιότη…»


ΕΞΟΔΟΣ

Η αλήθεια είναι πως η πραγματικότητα μας καταπλακώνει… 

Τόσον καιρό αφήνουμε τα δοκάρια να τα τρώει το σαράκι  και όλο λέμε αύριο κι αύριο θα τα φτιάξουμε!..

Φυσικά, τα πράγματα της ζωής δεν φτιάχνονται με λόγια… Οι πολιτικές τακτικές και στρατηγικές διαχείρισης κρίσεων έχουν ψοφήσει πια και μυρίζουν αφόρητα.  Κι εμείς έχουμε εγκαταλείψει την προσπάθεια… Συνεχίζουμε να αγνοούμε πως η πραγματική  δυναμική πολιτική σχετίζεται με την ικανότητά μας να βλέπουμε τον κόσμο και να τον ζούμε διαφορετικά…

Το έργο του Σκαρίμπα – γύρω από το οποίο στρέφονται οι σημερινές μου αναρτήσεις – δείχνει με χίλιους δυο τρόπους προς αυτή την κατεύθυνση. 

Ας τον προσέξουμε τον Ποιητή…

Αφού και μόνο να διαβάζεις Ποίηση σήμερα είναι πολιτική πράξη… Είναι, κατά το Σκαρίμπα, Ο ΣΤΑΘΜΑΡΧΗΣ που…

«Δίνει το σινιάλο  - το καθήκον -  για τη διασταύρωσή μας στην αιωνιότη…»

 

Σε μια επιστολή του το 1970 ο Σκαρίμπας καταθέτει την ψυχή του ως εξής:

«Έκλαψα για την απολεσμένη ζωή μου, να είμαι νομοταγής πολίτης μέσα στις πόλεις.  Ευυπόληπτον σκατό (μετά των ομοίων μου), υποκοριστικός άνθρωπος του κόσμου»

Στην κρίσιμη εποχή μας έχουμε ιδιαίτερη ανάγκη μια τέτοια γλώσσα,  καυστική,  προκλητική,  αλλά και αυτοκριτική,  μια γλώσσα που να σατιρίζει όλους τους υποτιθέμενους   «σωτήρες» οι οποίοι, πιο υποκριτικοί από ποτέ, δηλώνουν πως είναι ακόμα εδώ για να μας «σώσουν»…  Αλίμονό μας!...

 

 Η ΦΑΝΤΕΖΙΣΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ 

(ο Κ. Στεργιόπουλος  και  Μανόλης Αναγνωστάκης σχολιάζουν την ποίησή του…)

«… η ανανέωση που έφερε η ποίηση του Σκαρίμπα δε βρίσκεται τόσο στη ΜΟΡΦΗ όσο στην οπτική γωνία, στη διατάραξη των λογικών συνειρμών, στο φαντεζίστικο χρώμα, στο γροτέσκο και την παραμόρφωση του πραγματικού…  Πρόκειται για μια ποίηση, βγαλμένη απ’ τη λαϊκή νοοτροπία ενός παράξενου και ιδιόρρυθμου ανθρώπου, που διασταυρώθηκε με ορισμένα διαβάσματα: τον Καρυωτάκη, τον Φιλύρα, τον Πόε, για να εκφράσει και ποιητικά την ιδιοτυπία του. Το σκηνικό και τα πρόσωπα μένουν στην ποίησή του παντού αναλλοίωτα: η Χαλκίδα, τα βαπόρια και τα τραίνα, οι αρλεκίνοι, οι πιερότοι κι οι παλιάτσοι, οι μοιραίες κυρίες, όλα κοιταγμένα μέσα απ’ τις διαθλάσεις του δικού του πρίσματος κι όλα προσχήματα και μέσα για απόδραση…  (Κ. ΣΤΕΡΓΙΟΠΟΥΛΟΣ, η ιδιόρρυθμη ποίηση του Γ.Σ. )   «Ο στίχος όχι πολύ φροντισμένος, ατημέλητος, με την ατημελησία του ανθρώπου που είναι πάντα κομψός, χωρίς ίχνος εκζήτησης, στίχος τολμηρός, συχνά εξαρθρωμένος. Η ρίμα ξεπηδά απροσδόκητη, ευρηματική, συχνά σα σκέτο καλαμπούρι, για να ξαφνιάσει, να κρύψει ένα χαμόγελο ή ένα λυγμό… Όλη η ποίηση του ΣΚΑΡΙΜΠΑ ελίσσεται μέσα σ’ ένα κλίμα σκέρτσου, αφέλειας, πονηριάς, σαν κλόουν, που παίζει με τα αισθήματα και τις λέξεις, που αναποδογυρίζει την τάξη των πραγμάτων, που εξαρθρώνει την τρέχουσα λογική, που κάνει τούμπες ανάμεσα στη σοβαροφάνεια και την ανεμελιά…»   (Μ. Αναγνωστάκης)

Τετάρτη, 28 Φεβρουαρίου 2024

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου