Δευτέρα 3 Ιουνίου 2019

ΠΩΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ΧΩΡΙΣ ΤΑ ΔΕΣΜΑ ΤΩΝ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΩΝ, ΑΦΗΝΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΑΛΗΘΙΝΟ ΚΟΣΜΟ (Πλάνη και Αλήθεια στον τροχό της δοκιμασίας τους)


ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ είναι το 14ο ποιητικό βιβλίο του Σταύρου Ζαφειρίου που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Νεφέλη στις αρχές του 2019. Και είναι το όγδοο στη σειρά από τις εκδόσεις Νεφέλη. Μετά το  ΑΥΤΟΑΝΟΣΟ, ένα μελόδραμα (2017), το ΔΥΣΚΟΛΟ (2014),  το ΠΡΟΣ ΤΑ ΠΟΥ, μια πολεμική ιστορία (2012), το ΕΝΟΧΙΚΟΝ, ο μονόλογος ενός δράστη (2010), κρατάμε στα χέρια μας ακόμα μια ποιητική σύνθεση του Σταύρου Ζαφειρίου με ισχυρές φιλοσοφικές, κοινωνιολογικές και μεταφυσικές προεκτάσεις. Τα Φυσικά Πράγματα έρχονται να διευρύνουν την προβληματική του ποιητή γύρω από το γνωστό και άγνωστο μέρος του κόσμου, καθώς και τη θέση του όντος μέσα σ’ αυτόν. 
Στα ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ υποκείμενο της αφήγησης, με μια έννοια, είναι ο ίδιος ο Άνθρωπος και αντικείμενο της πλοκής μια  Ιστορία απελευθέρωσης από τα δεσμά των ψευδαισθήσεων με αμφίρροπη την έκβαση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στην Πλάνη και την Αλήθεια, που όντας ασκήσεις πρακτικής «στην κλίνη του Προκρούστη» καθιστούν το φως της γνώσης «μια λάμψη για να δεις πώς της δημιουργίας η φωνή καίγεται στον πυρρίχιο των φυσικών πραγμάτων»
Παρακολουθούμε, λοιπόν, στις επτά ενότητες του βιβλίου την εξελικτική πορεία προς τον Αληθινό Κόσμο με αφετηρία την αλληγορία του πλατωνικού σπηλαίου-φυλακής (σχετικό παράθεμα από την Πλάτωνος Πολιτεία προηγείται της εισαγωγικής ενότητας) έως την Έξοδο- Κάθαρση, όπου μπορεί τα (φυσικά) πράγματα να μπαίνουν στη θέση τους, ο άνθρωπος όμως εξακολουθεί «να πορεύεται το ίδιο τυφλός και στο σκοτάδι και στο φως»:
«Εδώ είναι… η κατάσταση των φυσικών πραγμάτων,
στα ερείπια ξεχώνοντας οι ανασκαφές τους μύθους,
ιδέες που αλώθηκαν απ’ τις κερκόπορτές τους» (Εν αρχή σελ. 13)
«Σ’ αυτό το σπήλαιο,
κατοικημένο απ’ τη συνήθεια των δεσμών,
σκηνή της έξωσης και απόλυση μιας φύσης,
τροφή για το αρπακτικό του πλάσματός της» (Εν αρχή σελ. 14)
«Στο χέρσωμα που βρέθηκες
ποιος είναι ο σπόρος που καρπίζει τις αισθήσεις
στο αίτημα της άνοιξης για μια διατεταγμένη ευδαιμονία;
Ανηφορίζοντας τη χθόνια μαρτυρία των ματιών,
μήπως και φτάσεις στην υπόσταση του ύψους,
εσύ ο ων, ο πριν αιχμάλωτος που σώζεις τα λουριά σου,
για να ζευτείς στο αλέτρι των δικών σου αυλακιών…» (επιλογικά σελ. 64)
«…σήκω επάνω / τα μάτια κλείσε
τον ήλιο κοίτα / κι αποχαιρέτησε,
όχι τις βεβαιότητες που δεν ενδίδουν πια,
όχι την Αλεξάνδρεια που χάνεις·
προπάντων όμως μην παρασυρθείς
και για τα ανωφέλετα θρηνήσεις…» (επιλογικά σελ. 65)
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στάδια αυτής της πορείας που αφηγείται ο ποιητής στα πέντε κεφάλαια του κύριου μέρους της ποιητικής σύνθεσής του.
Έτσι, στο 1ο Κεφάλαιο, «ο άνθρωπος, εξορισμένος στην ελευθερία, περιπλανιέται για να βρει τη νέα αλήθεια», στο 2ο ξετυλίγεται «ένας ακόμη αρχαίος μύθος που θα παίξει τον δικό του ρόλο στη συνέχεια: πώς ο άνθρωπος μαθαίνει για το δρόμο του στον φυσικό του κόσμο»:
«Μαζί θα χτίσουμε τα χάσματα της πλάσης,
αλλάζοντας τη σχέση των πραγμάτων με τα πράγματα…

Και το κοπάδι άκουσε κι αφέθηκε.
Και το κοπάδι βάλθηκε να χτίζει
και να στεριώνει τα έργα του
στοιχειώνοντας τους χτίστες…

Χάρη του ανθρώπου, πύρα του ουρανού
καθώς η βάτος γίνεται καύσιμο της βροχής
και η πλημμύρα σπρώχνει τη φωτιά στην ενδοχώρα…» (αποσπάσματα από το 1ο Κεφάλαιο σελ. 18 και 19)
«Θα έρθουν μέρες πυρκαγιάς μες στη νεροποντή
και μέρες που θα πλημμυρούν στην ανομβρία.
Θα ’ρθει καιρός – πόσο καιρό χρειάστηκες
να συνοψίσεις σ’ έναν μύθο όλους τους μύθους,
τον τύπο της παραβολής
σε απόλυτη οδηγία μιας αλήθειας
που διαλαλεί το ιδεατό,
μα διαλαλείται απ’ την αλήθεια των δεσμών της;»…
(«Κοινή η ζωή, μα ο βίος της
στύγα ξεχωριστή για τον καθένα»)
(αποσπάσματα από το 2ο κεφάλαιο σελ. 30 και 31)
Στο 3ο Κεφάλαιο «ο άνθρωπος βρίσκεται αμήχανος ανάμεσα στο Τραγούδι και στη Σιωπή των Σειρήνων, και αναποφάσιστος μπροστά στις επιλογές ενός παιχνιδιού», ενώ στο 4ο τον βλέπουμε «να χάνεται στους μαιάνδρους άυλων φύσεων». Η έμφαση στη δεδομένη σύγχυση του ανθρώπου εξαιτίας του χάσματος «ανάμεσα σε ό,τι συλλαμβάνουν οι αισθήσεις και σε ό,τι του λένε πως υπάρχει μετά από αυτές», είναι προφανής:
«Μέλλον και μέλλον!
Ή κάποιο μέλλον έρμα του σκαριού,
για να κρατά τα ύφαλα στα ίσια.

Με τέτοια λάμψη των νοητών αστερισμών
και τον εξάντα να μετρά το πλάτος του καθρέφτη,
ευθυγραμμίζοντας την αίρεση της όρασης
με την ορθοδοξία των ειδώλων,
τι να δεχθείς αληθινό;

Πώς, κλείνοντας τ’ αυτιά με μελισσόκερο,
νομίζεις θα προστατευτείς
από το ολέθριο τραγούδι των σειρήνων,
ενώ η απειλή είναι η σιωπή τους»
(αποσπάσματα από το 3ο Κεφάλαιο σελ. 36)
«Είναι φορές που ακινητείς το πεπρωμένο
σαν δάχτυλο μετρώντας τους σφυγμούς.
Εδώ δεν έχει λόχμες να κρυφτείς απ’ τους κρυμμένους,
εδώ η πυξίδα δεν σου δείχνει διαφυγές,
μονάχα την καταφυγή σε μια χειρονομία
να τυλιχθεί η συνείδηση στη βέργα
της σκέψης που μοχθεί.

Ο δρόμος κόβεται στη διακοπή της κτίσης·
μένουν το τέλος και η αρχή, μα ούτε που ξέρεις
ποια είναι τούτη η αρχή κι αν φτάνει σ’ ένα τέλος,
ποιο τέλος ξεκινά απ’ την αρχή,
ποιοι μεθυσμένοι οδηγοί μπαίνουν στο άλλο ρεύμα…»
(αποσπάσματα από το 4ο κεφάλαιο σελ. 46)
Οπότε στο τελευταίο 5ο Κεφάλαιο της αφήγησης ο άνθρωπος εξακολουθεί «να πελαγοδρομεί» στις συμπληγάδες μεταφυσικών αποριών. «Η τραγωδία παραμένει τραγωδία και η ανάγκη καθορίζει την πλοκή»:
«Να είσαι· μα αν δεν μπορείς να είσαι η ζωή,
τι θα σου χρειαστεί το νόημά της;
Κι όταν δεν είσαι,
ποιος θα σου πει τι νόημα έχει να μην είσαι;    
Παλιάτσου λόγια, θα σκεφτείς, και θα ’χεις δίκιο.
Πώς να διακρίνει μια μουτσούνα παλατιού
την ύπαρξη απ’ τη ζωή και τη ζωή
από τα κουδουνάκια του σκουφιού της;
Όμως παλιάτσος ήμουν, κι έχω παραμείνει
ο κοσμικός διασκεδαστής των σοφιστών
τόσο καιρό που υπάρχω δίχως να είμαι»
(αποσπάσματα από το 5ο Κεφάλαιο σελ. 58)
Ένα ιδιαίτερο στοιχείο και σ’ αυτό το βιβλίο του Σταύρου Ζαφειρίου είναι τα παραθέματα με τα οποία εμπλουτίζει τη σύνθεσή του ο ποιητής. Είναι τρόπον τινά η συνομιλία του ποιητή με το πνεύμα μεγάλων στοχαστών και φιλοσόφων και η διεύρυνση του προβληματισμού που εγείρουν οι αναζητήσεις τους. Έτσι στην αρχή του βιβλίου παρατίθενται αποσπάσματα από τα Μετά τα Φυσικά του Αριστοτέλη και από το Λόγο εις τους Κοιμηθέντας του Γρηγορίου Νύσσης. Την εισαγωγική ενότητα (Εν Αρχή), όπως και στο 1ο Κεφάλαιο προλογίζουν στοχασμοί από την Πολιτεία του Πλάτωνα και από το Κεφάλαιο  Β της Γενέσεως. Ένα απόσπασμα από την τραγωδία του Σοφοκλή Οιδίπους Τύραννος προηγείται του 2ου Κεφαλαίου και οι στίχοι από τη Ραψωδία μ της Ομήρου Οδύσσειας είναι το μότο του 3ου Κεφαλαίου. Στο 4ο Κεφάλαιο ο αφορισμός από την Ποιητική του Αριστοτέλη έχει την τιμητική του και στο 5ο ο Άμλετ του Σαίξπηρ. Τέλος, επιλογικά, επανέρχεται ο ποιητής στον Πλάτωνα και την Πολιτεία του.  
Η εικόνα του εξωφύλλου που συνοδεύει κι αυτή την ανάρτηση είναι του Σταύρου Παναγιωτάκη. Και με ΚΛΙΚ στο σύνδεσμο που κοινοποιείται στα σχόλια διαβάζετε επιλεγμένα αποσπάσματα απ’ όλες τις ενότητες του βιβλίου.



ΚΟΜΜΟΣ ή ΠΑΡΑΒΑΣΗ (θρίαμβος υποκριτικής, απαγγελία λόγου ηδυσμένου, καθώς ο έλεος φορτώνει στην εμπάθεια τους ανοιχτούς λογαριασμούς του με το φόβο):
Τώρα που αλλάζει ο φωτισμός και ο χορός
θρηνολογεί σιβυλλικούς θανάτους,
πώς λείπεις απ’ τον ρόλο σου
και κόβεις βόλτες στα επεισόδια άλλων αφανισμών!
Πώς περπατάς ξυπόλητος σε ξένους οδυρμούς,
πληγώνοντας τα πόδια σου
στις κοφτερές γωνίες των χρησμών τους!
Θρίαμβος υποκριτικής, απαγγελία λόγου ηδυσμένου,
καθώς ο έλεος φορτώνει στην εμπάθεια
τους ανοιχτούς λογαριασμούς του με τον φόβο.

Κι ενώ βολεύεις τον τροχό
μες στην αλληγορία κάποιου ήλιου,
κι ενώ φαντάζεσαι επωδές
αμάθητος στην εξημέρωσή τους,
δένοντας το ξεμάτιασμα
κόμπο στα οξύμωρα των κομπογιαννιτών
-πόσο ανέτοιμος για τέτοια ποιητική!
Φορμαλισμός κι αισθητική σ’ έχουν απομακρύνει
απ’ το περιεχόμενο και την καταγωγή του,
αφήνοντας αφύλαχτη την πάροδο και τη βροχή
να γίνει λάσπη στα καθάρσια ποτάμια.

Πάντες οι χείμαρροι πορεύονται εις την θάλασσαν!
Κατηφοριά η γη·
και φυσικά, καμιά στιχουργική δεν είναι ικανή
να αντιστρέψει προς τη μάνα του το ρεύμα.
 [ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, εκδόσεις Νεφέλη 2019, απόσπασμα από το 1ο Κεφάλαιο σελ. 21-22]

ΠΟΙΟΣ ΝΙΚΗΣΕ; ΠΟΙΟΣ ΕΧΑΣΕ; ΤΑ ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΑ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ ΔΕΝ ΥΠΕΙΣΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΕ ΤΕΤΟΙΕΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ (αποσπάσματα από το 2ο κεφάλαιο σελ. 27-29)
Στην κόγχη μασουλώντας το αντίδωρο
-«Να μ’ ασημώσεις με βροχή», είπε η μάντισσα,
διαβάζοντας την ανοιχτή παλάμη.
«Βροχή ζητώ γιατί βροχή μου παίρνεις.
Κι άσε με να μιλώ σιγά,
να μη μ’ ακούει το θεριό
κι ανταριαστεί με την κοιμηθιά του.
Στενάχωρο άστρο σου είναι χαρισμένο
και το κυλάς στα σπλάχνα σου σαν τσέρκι.
Ύπνο καλό δεν χόρτασες, κέντρισμα
στα ματόφυλλα σου δίνουνε ανήμπορες λαχτάρες,
κι ούτε λυχνάρι ούτε χάση φεγγαριού να τις γητεύει.
Πόνο σου φέρνει η άρνηση και περπατάς
μ’ ένα κεφάλι μέσα σου καρφιού
που σου ’μεινε απ’ την σταύρωση των άλλων
ώρα βαθιά, όπου γυρνούσε ο χαλασμός
ανάποδα τη φτερωτή της εγκατάλειψής τους.
Κι εδώ, κοίταξε εδώ που σμίγουν οι γραμμές,
βλέπεις τον δρόμο; Κι όχι μονάχα έναν που σε πάει,
δρόμοι πολλοί λογιώ-λογιώ, κι απ’ τον καθένα
κιόλας έχει νικήσει ο ερχομός σου.
Κι αν τις μετρήσεις, μια με μια, βγαίνουν διπλές
οι θυμωμένες μέρες που έχεις ζήσει,
διπλά τα λόγια απ’ όσα θα σου φτάναν.
Λόγια παραπανίσια είναι λόγια
«που κυνηγούν σαν σκύλοι την ουρά τους
όταν δεν έχουν κάτι άλλο να δαγκώσουν»

-Όμως αυτός ο ανόφθαλμος που ξαποσταίνει
πλάι σου στη ράχη φορτωμένος τόσο χώμα,
τι γυρεύει;
Ποιοι τάφοι έκλεισαν πίσω του, ποιες πράξεις
επαλήθευσαν το παραμιλητό του μέλλοντός του;

Τραχιές ανάσες σκιάζουν τώρα τα πουλιά
κι οι καλαμιές ανακαλούν τα χορικά του αρχαίου πένθους:
και όταν ήρθε θάνατος, και όταν ήρθε αρρώστια,
κι όταν θάμα κι αντίθαμα γινήκανε στον κόσμο

-«Τέκνον τυφλού (τάχα τυφλός
ή όλο το φως είναι σκοτάδι;)
εγώ, της μοίρας μου ο ομόκλινος και γιος,
ο εκ του δράματος με τα σφαγμένα μάτια,
μην έχοντας άλλη ζωή έξω από αυτό το αίμα,
σ’ ενιαυτούς όπου αγνοούσα πως το αίμα
είναι ο τρόπος να γνωρίσω τη ζωή,
μάρτυρας κι ελιγμοδηγός υπόγειων διαδρομών,
κουτσαίνοντας ανάμεσα στον χλευασμό και τη συμπάθεια·
εγώ που αφουγκράζομαι στο κέλυφος του αυγού
το θρόισμα του νεοσσού πριν απ’ την έξοδό του
και στο έδαφος οσφραίνομαι τη σήψη των νεκρών
-μα, ποιοι είναι αυτοί που αισθάνομαι και δεν μπορώ να δω;
Σε ποιο βασίλειο αυτοπτών μας έβγαλε η ομίχλη;

Η ΒΟΛΙΚΗ ΣΟΥ ΛΥΣΗ Η ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ (αποσπάσματα από το 3ο κεφάλαιο σελ. 37-39)
Όχι, δεν άντεξες ποτέ
το έπος που παιδεύει τ’ όνομά σου·
κι οι νύμφες με τα βακχικά βυζιά
μες στα δωμάτια της ημιδιαμονής
ποτέ δεν σ’ άντεξαν.

Τόποι εκτός, τοπία που προσπέρασες
ακολουθώντας νυχτοφάγες πανσελήνους
-έτσι κι αλλιώς, μια και ήρθες μέχρι εδώ
τι νόημα έχει να εκθέτεις τη συνήθεια;
Νοστάλγησε λοιπόν, και θα ’ναι η μνήμη
που θα σου δώσει οδηγίες για το πώς.

Θα είναι η μνήμη,
που βοσκά σε τεχνητούς λειμώνες,
τα πένθη μηρυκάζοντας, φλόμο και σάπιες ρίζες,
καθώς μασά τεμπέλικα,
σίγουρη πως θα πάρεις απ’ αυτήν
ό,τι η ίδια δεν μπορεί να το χωνέψει.
Κι ούτε σβουνιές για να λιμάνεις τα χωράφια σου
ούτε αριθμοί για να συγκρίνεις εκατόμβες.

Κοντεύοντας τα μάτια σου στη γη – ή μήπως
φέρνοντας τη γη στο ύψος των ματιών σου; -
μόνο θα δεις τον κουρνιαχτό
που μες στη φούρια του σηκώνει το παιχνίδι;
Θάρρος ή αλήθεια;
Διάλεξε! Και μετά θ’ αντιληφθείς
πως οι κανόνες του δεν έχουν πίσω πόρτα,
ότι στις στάχτες του ενός
σκαλίζεις τα’ ολοκαύτωμα της άλλης.

Και είπε η μνήμη:
«Κανένα θάρρος δεν κατέχει το κλειδί,
καμιά αλήθεια δεν γυρνά στην κλειδαριά της.
Κι οι δυο δεν θέλουνε να φορτωθούν μπελάδες·
τραβάνε έξω την ουρά τους μια χαρά
μόλις η μέγγενη τους σφίξει το κεφάλι.

Όταν το αίμα ξεπερνά τη μυρωδιά του
και η σφαγή ποτίζει τη μπροστέλα του χασάπη,
κι οι δυο τους ντύνονται κουρέλια φυλακής
και κάνουν πως στοχάζονται,
ξοδεύοντας το βλέμμα στο ταβάνι.

Λοιπόν! Αλήθεια ή θάρρος;
Λιάνισμα της διαλεκτικής,
για να τραφούν οι ορδές της ουτοπίας
ή ζύγιασμα του γερακιού
πάνω απ’ το θήραμα που αντέχει να σηκώσει;

ΟΜΩΣ ΣΤΗΝ ΑΜΕΤΑΒΛΗΤΗ ΣΤΙΓΜΗ ΕΙΝΑΙ ΠΟΥ ΕΝ ΤΕΛΕΙ ΘΑ ΚΡΙΘΕΙ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ (αποσπάσματα από το 4ο κεφάλαιο σελ. 48-50)
Πόσο κενό χρειάζεται
για να κυλήσει από τη χούφτα σου το χώμα
και πάντα κάτι μένει στην παλάμη.
Κόκκος στον κόκκο αδειάζοντας
και πάλι λείπει ο κόκκος
που θα στεριώσει το γλυπτό του διχασμένου ζώου·
το πήλινο ομοίωμα – μια προβολή της άδοξης ψυχής
ενώ το σώμα υπονοεί το ικρίωμά της·
κι όπου αν το στρέψεις να κοιτά
το ίδιο προπέτασμα του κρύβει τη λεπίδα,

σαν λόγος καλοθελητής του λόγου που υπάρχει,
υπερασπίζοντας τη χάρη της ζωής
μπρος στην απρέπεια της εξιχνίασής της.

Καθώς η έδρα κρύβεται
πίσω από την αποφορά του γηραλέου ιδρώτα.
απολεπίζοντας το φαλακρό κρανίο, μειδιώντας
στο ενδεδειγμένο σκεπτικό της πολιτείας

-«δεν πρέπει να ξυπνάς πριν την ανάσταση,
προτού δοθεί το σύνθημα της παλιγγενεσίας»,
ήχησε σαν κατήχηση η φωνή.
«Αλλιώς, τι να τα κάνει ο ουρανός
τόσα πουλιά πιασμένα στον ιξό του;
Προς τι οι αργυραμοιβοί,
οι τσακωμοί του σιναφιού για την προμήθεια;
Ούτε και πρέπει ν’ αγνοείς
τις λογικές αρχές της αυθεντίας:
κάθε που ακούς να τρίζει το στερέωμα
είναι οι μυλόπετρες που αλέθουν τη σοδειά του·
κι όταν κοπάζει η ταραχή
είναι ο καινούριος θερισμός
που αθόρυβα έχει αρχίσει».

«Να τραγουδάς τη συντριβή», είπε ο αντίλαλος.
«Στους ηττημένους θα δοθεί η υστεροφημία,
σ’ αυτούς που αρνήθηκαν να είναι νικητές.

Σου λένε φως, μα είναι απλώς η έκλαμψη
των αποτυχημένων δοκιμών της αλχημείας·
σου λένε ον, μα είναι ο δύστηνος γυμνός
που περιφέρεται στα δράματα της συγκατάβασής του.
Γλυκάθηκε ο κυνόδοντας
τόσο καιρό στον σβέρκο του ελαφιού
που πίστεψε στο τίμημα της αθωότητάς του,
τόσο καιρό που ωρίμασε η συναναστροφή
της βαρβαρότητας με τον βαρβαρισμό της.
Όμως, κι όταν σου γίνει νοητό πως η πραγματικότητα
δεν θέλει σφάχτες και σφαχτά να εξαπατώνται
απ’ το ανιστόρητο της σκοπιμότητάς τους
ούτε απ’ την αισθητική του εξιλασμού,
θα ’χεις ακόμη μπόλικη δουλειά
για να ξεδοντιαστούν οι επαγγελίες».

ΕΞΟΔΙΟΝ ΑΣΜΑ (η τραγωδία όμως παραμένει τραγωδία και η ανάγκη καθορίζει την πλοκή):
Ποιος τρόμος τώρα ζει μες στα χαλάσματα,
απρόθυμος να μοιραστεί με λόγια
όσα τεκμήρια του άφησε η χίμαιρα
πριν κανιβαλιστεί από τους μύθους;
Και κάθε πράξη που περνά δεν τη γυρίζει πίσω·
κι ας επιμένουν οι οργασμοί των θεατών,
κι ας έχει καθαγιαστεί η ταξική μοιχεία.

Υπάρχει βέβαια εποπτεία κι ετοιμότητα
για την αντιμετώπιση κάθε ενδεχομένου·
αν τύχει ας πούμε και σκιστεί πάνω στην ταραχή
το στοργικό περίβλημα που ντύνεται η βία.

Οι διαφημίσεις όμως πέφτουνε στην ώρα τους
και διαρκούν όσο διαρκεί
το γλυκερό ιντερμέδιο της θάλασσας,
φέρνοντας στην ακτή τ’ άδεια κοχύλια,
το αδειανό εκείνων που ναυάγησαν
σε λάθος απαντήσεις.

Για λάθος λέξεις; Ούτε καν!
Για ένα αχ! που συμπυκνώνει όλο τον πόνο,
για λίγο αλάτι στο γωνιάδι των ματιών.

Κάτω απ’ τα βλέφαρα που μένουνε ασάλευτα
ένας βαρκάρης λυρισμός κωπηλατώντας
-για μια αναδυόμενη; Ποιών αφρών;
Ακόμη κι αν η Χάρυβδη
φυτέψει λαγκαδιές στο βάραθρό της,
θα έρθει η Σκύλλα να τροχίσει τους γκρεμούς,
να κρεουργήσει το όνειρο
της ευτραφούς ρητορικής των παραλίων
-για μιαν ελπίδα; Ούτε καν.

Οι μισθοφόροι των θεσμών παραμονεύουν
στ’ αντίφωνα των αληγών, στης Μέδουσας
τη χάλκινη αγκύλη – με ποια αφορμή;

Θερίζει στ’ όνομα του απρόσκλητου ανέμου
το δίκοπο των λυτρωτών
τα στάχυα που είναι στο βυθό
θαρρώντας πως θροούν στην επιφάνεια.

Και μη ρωτήσεις πώς μπορείς
να κάνεις διαγραφή τις αντιφάσεις,
πώς ν’ απαλλάξεις την ευχή απ’ τη βλαστήμια.
Όταν χρωστάς τα επίχειρα
δεν παίρνεις νέα δανεικά απ’ τις προφάσεις.
[αποσπάσματα από το 5ο Κεφάλαιο στη συλλογή του Σταύρου Ζαφειρίου ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, εκδόσεις Νεφέλη 2019, ενότητα στην οποία ο άνθρωπος, συνεχίζοντας να πελαγοδρομεί, μπλέκεται σε καινούριες μεταφυσικές απορίες. Η τραγωδία όμως παραμένει τραγωδία και η ανάγκη καθορίζει την πλοκή]

(επιλογικά) ΑΣΚΗΣΕΙΣ (επειδή ήρθε η ώρα να μπουν –ή να μην μπουν – τα πράγματα στη θέση τους, με τον άνθρωπο να πορεύεται το ίδιο τυφλός και στο σκοτάδι και στο φως – Πλάνη κι αλήθεια στον τροχό της δοκιμασίας τους
ΑΣΚΗΣΗ
-Ποια γνώση σου επιτρέπει να γνωρίσεις;

Κι η κάθε γνώση πρακτική στην κλίνη του Προκρούστη,
τάνυσμα και ακροτομή σε αρρωστημένα μέλη
-σου δόθηκε η μάθοδος,
μα οι δεξιότητές σου πάσχουν στα σημεία.
Στο φως το φως! Κι όλο το φως
για ό,τι προφτάσεις ν’ αντιγράψεις
από την τέχνη των καρφιών
πριν μπει σε τάξη ο Γολγοθάς
κι εμφανιστεί η τέχνη του θανάτου.

ΑΣΚΗΣΗ
-Είναι το διότι η γνώση του γιατί;
Αρκεί να είναι;

Στο αδράχτι γνέθεις το ιερό για να το κάνεις πίστη,
μα με σφοντύλι από φελό
το νήμα που τυλίγεται σαν σέλας στον σταυρό
το ξετυλίγει η ανεμική και το ξεναξεφτίζει.

Κι όλο το φως μια λάμψη για να δεις
πως τη δημιουργίας η φωνή
καίγεται στον πυρρίχιο των φυσικών πραγμάτων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου