Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2024

ΗΡΘΕ Ο ΚΑΙΡΟΣ ΠΙΑ ΝΑ ΠΩ ΤΙΣ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΜΟΥ

 (…φωναχτά  και  άρρυθμα…)


Να σηκωθώ ενώπιον όλων σας,

           Κύριοι Ποιητές, Κύριοι Ένορκοι,

Μαμά μπροστά σου να σταθώ, απ’ τον μπαμπά να μην κρυφτώ,

        Φίλες μου, φίλοι καρδιάς, και άντρες μου αγαπημένοι

και ν’ απαγγείλω τα λόγια από στήθους, σαν σε ποίημα.

Θα πω:

Κύριε, πολύ μ’ αγάπησες

Κι όταν είπες το Γενηθήτω μου

Μου ’σπειρες τη μελαγχολία τη νηφάλια μεσόστηθα,

Και μ’ άφησες αμάντρωτη,

όπως βέβαια συνηθίζεις

μ’ όλους».

 

Διαβάζοντας τους παραπάνω στίχους της Μαίρης Κλιγκάτση από το ποίημα Η ΜΑΜΑ Ο ΜΠΑΜΠΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ στη συλλογή ΠΛΕΥΡΙΚΑ, Γαβριηλίδης 2015,

αισθάνεσαι   

(αν συμφωνήσουμε με το σχόλιο του Γιώργου Λίλλη)

εκείνο το ρίγος που μόνο η αληθινή ποίηση μπορεί να σου μεταδώσει.

Και εξηγεί ο εν λόγω κριτικός:  

«Με μια αμεσότητα που σε καθηλώνει η Κλιγκάτση

με αυτό το πρώτο της ποιητικό βιβλίο αποδεικνύει

πως σήμερα μπορεί να γραφτεί σπουδαία ποίηση ερήμην των συνθηκών,

αρκεί κάποιος να μπει στην ποίηση καθαρός, όπως στα παγωμένα νερά ενός ποταμού.




Τα Πλευρικά, δεν είναι μια συλλογή ποιημάτων, αλλά μια ολοκληρωμένη σύνθεση.

Πρωταγωνιστές η Εύα, (η γυναίκα) και ο Αδάμ, (ο άντρας), σε ένα γλωσσικό ταξίδι που ξεκινά από το κεφάλαιο  ΑΥΤΗ ΚΑΙ Η ΦΩΝΗ  (η Γυναίκα ζωή και Άνδρας ο λόγος και η Γλώσσα πρωτόπλαστη και άκοπη),

για να καταλήξει στο Γενηθήτω και την ρίζα του Ιεσσαί

όπου η ποιήτρια συνομιλεί κατά την γνώμη μου με το Γλωσσικό πλέγμα του Πάουλ Τσελάν…

Η Κλιγκάτση σε αυτό το πρώτο της βιβλίο αναζητά την ουσία της επικοινωνίας, επιθυμώντας να της δοθεί το θάρρος να μιλήσει αληθινά...

Χρησιμοποιεί τα πρόσωπα των πρωτόπλαστων χωρίς να θέλει να εντάξει στην ποιητική της μια θρησκευτική χροιά,

αλλά επιδιώκοντας  να πιάσει το νήμα από την αρχή,

στις απαρχές του ανθρώπινου λόγου και έκφρασης,

στην εποχή ενός συμβολικού παράδεισου,

πριν εκδιωχθούμε και χάσουμε την αθωότητα και την αμεσότητα…

Η ποιήτρια δεν φοβάται να αναμετρηθεί με τις λέξεις

όταν αυτές είναι έτοιμες να σε ξεγυμνώσουν, να σε εκθέσουν.

Και γι΄ αυτό η ποίηση της δεν είναι απλά λέξεις,

αλλά δυνατές στιγμές αλήθειας:

 

«Έχει καρφωμένη μια λέξη στα πόδια.

Ορίζει το νευρικό της σύστημα,

διατρέχει στήλη σπονδυλική, στήλη άλατος μένει

Αυτή μετά, άρρητο σχήμα.

Σαν περνά η ώρα και δεν κάνει βήμα,

 φωνάζει στο Θεό της...»

 

 ΤΑ ΠΛΕΥΡΙΚΑ, λοιπόν, συμπεραίνει ο Γιώργος Λίλλης,

είναι ένα βιβλίο αναζήτησης, ένα βιβλίο προσκόλλησης στην βαθύτερη ουσία του ποιητικού λόγου  είναι

Η προσευχή της ποιήτριας που μπορεί να γίνει είναι και δική μας:

 

«Ρωτάς να μάθεις γιατί γράφω.

Άκου, λοιπόν, αφού

τόσο το θες:

  Γράφω για να θυμάμαι όσα δεν άρθρωσα

από συστολή μπροστά στ΄ ανομήματά σου.

  Κατάλαβες, Κτήνος του Ουμανισμού με τα Επτά

Κεφάλια;

  Από μια κλωστή κρατιέται η Ζωή σου κι ακόμα

αυνανίζεσαι.

 

Η Κλιγκάτση αναζητά τα ουσιώδη ερωτήματα της ύπαρξης. Προσκολλάται στον άνθρωπο, όχι όμως στην αμαρτωλή του φύση, δεν δογματίζει, αφήνετε ελεύθερη να πλανηθεί στην ψυχική ένωση με το υπερπέραν, όντας σαρκική, αναγνωρίζοντας τους περιορισμούς της...  

 

Στη συνέχεια

ΤΟ ΜΗΛΟ ΚΑΤΩ ΑΠ’ ΤΗ ΜΗΛΙΑ ΤΟΥ ΠΑΝΤΑ ΠΕΦΤΕΙ 

κι άλλες επιλογές από τα ΠΛΕΥΡΙΚΑ της Μαίρης Κλιγκάτση 

με ενδιάμεσα αποσπάσματα απ’ άλλες κριτικές για τη συλλογή  - Art by Wyman

 

 

ΤΟ ΜΗΛΟ ΚΑΤΩ ΑΠ’  ΤΗ ΜΗΛΙΑ ΤΟΥ ΠΑΝΤΑ ΠΕΦΤΕΙ

(κι άλλες επιλογές από τη συλλογή της Μαίρης Κλιγκάτση ΠΛΕΥΡΙΚΑ, Γαβριηλίδης 2015)

Σε κάθε γιο που γένναγε χάριζε κι από ‘να ασημένιο μήλο.

Του το κρεμούσε με λεπτή κλωστή απ’ το λαιμό.

Κι έπειτα εξηγούσε:

 

     Να η φωνή σου, και να η διαφορά μας

και να η απόσταση που μας χωρίζει,

αλλά γιά στάσου λίγο εκεί,

λίγο στο δέντρο αυτό ακούμπησε

να σας τραβήξω μια φωτογραφία.

 

     Νόμιζε η Γυναίκα πως αυτό εκεί το φίδι,

αυτό που πάντρεψε Άντρα και πειρασμό,

αυτό θα γιάνει και το σπλάχνο της.

 

     Κι έπειτα χτύπαε την κοιλιά,

άλλον γιο να μη γεννήσει.

Άλλη αμαρτία να μη δει,

αφού οι παλιοί ξέρουν καλά και λένε πως

 

το μήλο κάτω απ' τη μηλιά του πάντα πέφτει.

[ΤΟ ΜΗΛΟ του ΑΔΑΜ  από τη συλλογή της Μαίρης Κλιγκάτση ΠΛΕΥΡΙΚΑ, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2015]

ΚΛΙΜΑΚΑ ΑΤΤΙΚΗ 
Υπάρχουν μέρες που δεν αντέχω τίποτα· κανέναν.

Διαδρομές με το μετρό και τον ηλεκτρικό:

στάση Αττική, στάση Ομόνοια,

άνθρωποι που τα χέρια τους δεν ξέρουν τι να κάνουν,

εγώ που ανάξια διαχειρίζομαι όσα μου δόθηκαν,

ο καφετζής και η λατέρνα με τ' άδειο πανέρι,

η τσιγγάνα που με κυνηγά στην Κοραή να μου πει κάτι που ξέρω ήδη

(: πως είμαι απάντρευτη και με ζηλεύουν),

μια χροιά εκφωνητή που κάποτε αγάπαγα,

τα καλημέρα σας, τα καλησπέρα,

τα ζώα πριν τη σφαγή,

τα σταυρωμένα πρόβατα κι οι φόλες,

οι ψεύτες ζητιάνοι,

τα δακρυγόνα στις απεργίες, οι πορείες. 

Χάνω την ασταθή μου ισορροπία. 

Πέφτω στο κενό μεταξύ συρμού και αποβάθρας.

Mind the gap.

Παρακαλώ, υπολόγισε καλά το κενό.

Υπολόγισε με.

Αρπάζομαι από κλίμακα άχτιστη, μετέωρη.

Πρέπει να βγω στο φως.

Αιτούμαι φως.

Ανεβαίνω ένα - ένα τα σκαλιά της με μανία.

Μπλέκονται τα κορδόνια των παπουτσιών μου

μεταξύ έκτου και έβδομου.

Οι ίδιες και οι ίδιες εξετάσεις κάθε μέρα:

μνήμη θανάτου/ πένθος χαροποιό -πένθος χαροποιό/ μνήμη θανάτου.

Φωνή στο λαρύγγι: αξίωσέ με έ ν α σκαλί ακόμα.

Επίτρεψέ μου να τολμήσω πάλι κι ας σωριαστώ.

Πεθαίνω κάθε μέρα απ' το πάθημά μου.

 

από τη συλλογή της Μαίρης Κλιγκάτση ΠΛΕΥΡΙΚΑ, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2015]

 

ΠΛΕΥΡΙΚΑ 

(από την ομότιτλη συλλογή της Μαίρης Κλιγκάτση, Γαβριηλίδης 2015)

Η Εύα είχε κάποτε μια μάνα.

Ποτέ δεν τη γνώρισε μα ούτε και ποτέ ζήτησε να τη δει.

Λογαριασμός δικός της.

Παρ' όλα αυτά και για να συνεχίσω,

έχω μιαν απορία:

τι όνομα συζύγου δηλώνει στην ταυτότητα

και ποιος ειν' ο πατέρας; 


Λέει μάνα μόνο μάνα λέει και δείχνει πλευρό.
 

 

 

Η ΣΥΛΛΟΓΗ ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ΚΛΙΓΚΑΤΣΗ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΛΕΓΕΤΑΙ «ΕΥΑ»  

(… η επιλογή να μετονομαστεί  σε  ΠΛΕΥΡΙΚΑ  επηρεάζει την ανάγνωσή του καίρια, αυξάνοντας τις αναγνωστικές προσδοκίες, αποφαίνεται η   Ευτυχία Παναγιώτου…)

Στα ΠΛΕΥΡΙΚΑ  τίθεται εξαρχής το ερώτημα: Πώς μπορεί να γράψει μια σύγχρονη «απόγονος» της Εύας όταν η γλώσσα της εκπορεύεται, όπως υποτίθεται και η ίδια, από τα πλευρά του ανδρός της; (Εξαιτίας του κληροδοτημένου οντολογικού και κοινωνικού χωρισμού μας σε άντρες και γυναίκες και σε έμφυλους ρόλους, αισθάνεται κανείς την ανάγκη να διασαφηνίζει, προτού καν αναπτύξει τη σκέψη του, αν τα βιβλία που γράφουν γυναίκες είναι όντως «γυναικεία».) Η ενασχόληση της ποιήτριας  με το φύλο σχετίζεται με τη διαπίστωση της Τζ. Μπάτλερ στην ΑΝΑΤΑΡΑΧΗ ΦΥΛΟΥ ότι προτού γίνουμε πρόσωπα είμαστε έμφυλα προσδιορισμένοι.   Το έμφυλο υποκείμενο που πρωταγωνιστεί στα ΠΛΕΥΡΙΚΑ  γνωρίζει ότι, προτού γίνει οτιδήποτε άλλο, στο συλλογικό ασυνείδητο θα είναι πάντα κάποια αμαρτωλή «Εύα». Με την αφήγησή του αποπειράται ωστόσο να αποδράσει από τον λογοθετικό ετεροκαθορισμό του για να γίνει, όπως επιθυμεί, ο «εαυτός» του.   Ποιες οι προϋποθέσεις να συγκροτηθεί αυτός ο «εαυτός»;   Η Μαίρη Κλιγκάτση  θέτει τις δομές για την απόδραση της πρωταγωνίστριάς της από την παραπάνω αντίφαση με δύο τρόπους: ο ένας είναι η συνάρθρωση του θεολογικού μύθου με τα (βιβλικά) κείμενα, έμμεσος ισχυρισμός ότι ο θεολογικός μύθος διαχωρίζεται από την πίστη στον Θεό, εφόσον αποτελεί γραπτή και έμφυλη κατασκευή. Έτσι, στο πρώτο κεφάλαιο τοποθετεί το υποκείμενό της στη θέση της αναγνώστριας της ΓΕΝΕΣΗΣ  που μας ξαναλέει το μύθο όπως τον καταλαβαίνει, συγχρόνως υπονομεύοντάς τον. Η «Εύα», μαθαίνουμε, αποτελεί κληρονομιά «μύθου» και «μήτρας», δηλαδή μια συμβολική αφήγηση περί βιολογίας. Στο πρώτο κεφάλαιο μαθαίνουμε επίσης ότι η γυναίκα ονομάστηκε «Εύα» από τον Αδάμ, ότι ο λόγος ανήκει μόνο σ’ εκείνον και ότι η μόνη κληρονομιά της Εύας είναι το πλευρικό «σύνδρομο»:   «Η Εύα είχε κάποτε μια μάνα. Ποτέ δεν τη γνώρισε μα ούτε και ποτέ ζήτησε να τη δει. […]   Λέει μάνα μόνο μάνα λέει και δείχνει πλευρό…»   Ό,τι διαβάζουμε στη συνέχεια της συλλογής  είναι η ζωή του κειμένου συναρθρωμένη με το μύθο της Εύας και την αρνητική διαμεσολάβησή της στο σήμερα, κάτι που υπαινίσσεται η ποιήτρια  στο «εργόχειρο» της αφηγήτριας:  |Μπέρδεψα τις κλωστές σου στο εργόχειρο, Κύριε…»   Ο δυσεπίλυτος κόμπος, το εννοιολογικό μπέρδεμα, δεν προέχεται κατ’ ανάγκην ή μόνο από τις πράξεις του υποκειμένου, αλλά από το γεγονός ότι η ταυτότητά του έχει προσδιοριστεί πριν από τη γέννησή του και δεν υπάρχουν λέξεις-κλωστές δικές του. «Ποια είναι εκείνη η συνθήκη που προφυλάσσει και γεννά τον εαυτό;» ( ρωτά η αφηγήτρια, δίχως να παίρνει απάντηση.   Η υπονόμευση της αξιολογικής τάξης επιτυγχάνεται με τη διασάλευση της χρονικής τάξης, στο κείμενο που φέρει τον χαρακτηριστικό τίτλο «ΓΥΝΑΙΚΑ»:  «Γυναίκα ή Εύα, Τρίτη, Πέμπτη ή Κυριακή: κάτι ψελλίζουν για το χρόνο…»   Αυτή που κάποτε ήταν Εύα, όταν κοιτάζει τον καθρέφτη αισθάνεται πως είναι καθρέφτης του καθρέφτη της.   Η αφηγήτρια επιθυμεί να τροποποιήσει τους συμβολικούς συσχετισμούς που την ταυτίζουν με την Εύα γράφοντας ένα νέο ποίημα (νέα δημιουργία) αλλά αυτό έχει επιπτώσεις, όπως καθετί που επιδιώκει την αυτονόμησή του από το παλιό: στο βιβλίο αναπαρίστανται και κειμενοποιούνται οι επιπτώσεις μιας κακής κληρονομιάς: ο βιασμός της γυναίκας, η υποταγμένη προσευχή, η κτήση, το έμφυλο σώμα, και αναζητούνται συγγραφείς - σύμμαχοι – νέοι συγγενείς– στην προσπάθεια συγκρότησης λόγου (ενδεικτικά: Νίκος-Γαβριήλ Πεντζίκης,  Τζένη Μαστοράκη,  Σιμόν Βέιλ).   Η Μαίρη Κλιγκάτση συνθέτει και επιτελεί τη ζωή της σε μια γλώσσα - χώρα χαροποιού πένθους που αρνείται να δεχτεί ότι ενδέχεται και να μη γίνουμε ποτέ πρόσωπα… Η Εύα, παρότι στην πραγματικότητα σύμβολο, παραμένει στην ψυχική συνείδηση της αφηγήτριας πρόσωπο, μητέρα, στην οποία συχνά απευθύνεται:  «Τι νομίζεις ότι κάνεις, έτσι ανδρόγυνη που στέκεσαι και μας παρατηρείς στο αιώνιο μπαλκόνι;  Πώς να μας εννοήσεις, αφού ούτε εσύ η ίδια ακόμα δεν εννόησες αν είν’ η γλώσσα σου πρωτόπλαστη ή αν εσύ;»!..   Κι εφόσον μιλάμε για συμβολικό λόγο και όχι για ιστορική πραγματικότητα, η αφηγήτρια των ΠΛΕΥΡΙΚΩΝ μας ζητά να σκεφτούμε την αφήγηση εν κινήσει, όταν λέει:    «Μην μου τις λέξεις ελέγξεις.  Μην μου…» (αποσπάσματα από την κριτική της Ευτυχίας Παναγιώτου)

Κυριακή, 22 Σεπτεμβρίου 2024

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024

ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΡΕΛΗΣ…

 

(…στα Ποιήματα για Τσακισμένες Καρδιές και Σαλεμένα Μυαλά…)

«Πλέον, η ώριμη τρελή εγκαταλείπει τις παρυφές των παραμυθιών,     έστω και οργισμένων καθώς ήταν
και κάθεται με το στανιό στον κυνικό, τον σκληρό στίχο,
ο πλήρης αντικατοπτρισμός μιας πραγματικότητας
που υπάρχει γύρω μας, ένας κόσμος στον οποίο ζούμε:
πολλή κίνηση στους διαδρόμους του Λόγου...»
 
«Διόρθωση μη βρούμε τον μπελά μας.
Ο Ειρμός άφαντος, οίστρος επισκέπτεται μονάχα τη γάτα μου:
ένταλμα σύλληψης γαλής για διατάραξη κοινής ησυχίας…
Σσσς… Μη φωνάζεις.    Πρόσεχε.
Πρέπει να είμαστε politically correct…»  

 


Όταν ένα βιβλίο ξεκινάει με στίχους σαν κι αυτούς…



«Μεταβάλλομαι διαρκώς

Στροβιλίζομαι στον γαλαξιακό οργασμό ενός βρέφους

Γελάω με τ’ άστρα τ’ ουρανού σου

Και φεύγω στο Διάστημα με τη μαγική μου σκούπα…»

Μπορεί να αναρωτιέσαι:

« τι είναι αυτό που σε περιμένει στο υπόλοιπο του περιεχομένου…»

 

Η Μεταμόρφωση της Μαρίας Κατσοπούλου δεν είναι μόνο το παρόν ποίημα

αλλά και η θέση της στο ποιητικό σύμπαν μέσα από τους στίχους της…     (…καθώς…)

πετυχημένη και απαραίτητη  βρίσκει   τη μετάβαση της

από τα ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΡΕΛΗΣ, Εκδόσεις Γαβριηλίδης 2009   στα

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΣΑΚΙΣΜΕΝΕΣ ΚΑΡΔΙΕΣ ΚΑΙ ΣΑΛΕΜΕΝΑ ΜΥΑΛΑ,  Γαβριηλίδης 2012   

ο Νέστορας Πουλάκος στην παρουσίαση της εν λόγω συλλογής.

 

«Η ώριμη τρελή, λοιπόν,  εγκαταλείπει τις παρυφές των παραμυθιών»,      υπογραμμίζει ο κριτικός   και   αναλογίζεται  

τις αντιδράσεις του κοινού της γυναικείας λογοτεχνίας

στο άκουσμα ενός ποιήματος για τον έρωτα από τα ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΡΕΛΗΣ: 

 

«είχε μείνει αποσβολωμένο… 

Όμως, η αρχική ψυχρολουσία έφερε μετά το χειροκρότημα…»

«Όχι!..  Δεν είμαι ερωτευμένη

Φταίει που έφαγα πολλές σοκολάτες

Άδειασα ένα πακέτο σοκοφρέτες

Περιμένοντας το τηλέφωνο να χτυπήσει

 

Τελικά, απ’ ότι φαίνεται

Δε θα κάνω σεξ απόψε…»

………………………………….

«Θέλω να φωνάξω στον κόσμο

Να σπάσει τις τηλεοράσεις του

Να τα παρατήσει όλα και να βγει

Στο δρόμο να φωνάξουμε μαζί

Ν’ αδειάσει τους τραπεζικούς λογαριασμούς

Να σταματήσει να καταναλώνει θάλασσα, αέρα, γη

Θέλω να φωνάξω στον κόσμο

Να ζητήσει πίσω την ελευθερία που πούλησε

Για τη μεταμοντέρνα πρέζα του

Μ’ ακούτε;

Είστε όλοι σας πρεζάκηδες των MHz

και των φούρνων μικροκυμάτων

Είστε δημιουργήματα των ηλεκτρικών κενώσεων

Μιας κοπρολάγνας εξουσίας

Τροφή για τη μαύρη τρύπα που ονομάζεται πλανήτης Γη

Πουλημένοι»!..  (ΘΕΛΩ ΝΑ ΦΩΝΑΞΩ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ)

[αποσπάσματα από κείμενο που  διαβάστηκε στην παρουσίαση της ποιητικής συλλογής ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΣΑΚΙΣΜΕΝΕΣ ΚΑΡΔΙΕΣ ΚΑΙ ΣΑΛΕΜΕΝΑ ΜΥΑΛΑ  (Εκδ. Γαβριηλίδης, 2012)  και αναρτήθηκε στο Vakxikon.gr ]

 

Αποδελτιώνονται στίχοι από τα ποιήματα: 

POLITIKALLY CORRECT (βλέπε παραπάνω)

ΘΕΛΩ ΝΑ ΦΩΝΑΞΩ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ (βλέπε παραπάνω) 

ΣΕ ΝΟΣΤΑΛΓΩ,  Λείπεις μακριά στα όνειρα κάθε μοναχικής βραδιά μου…  

Urban Picture,   Η Πόλη!..  Δρόμοι άυπνων τροχοφόρων…  

ΟΝΕΙΡΕΥΟΜΑΙ,  Τη θάλασσα  τα κύματα  την άμμο  τα σώματά μας ενωμένα μέσα στο νερό…

ΠΑΥΣΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ,  Μια πρώτη νεότητα διανύαμε ξαπλωμένες σε διπολικές ουράνιες γέφυρες…

ΜΕΔΟΥΣΑ,  Είμαι μόνη.  Το σκοτάδι με καλύπτει με τα μεταξωτά του πέπλα…    και

ΧΩΡΙΣΜΟΣ:  ΕΝΑ ΜΙΚΡΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ,   Κάθε φορά προσπαθώ επί ματαίω να συγκρατήσω τα δάκρυά μου…

Art by  Olivier Lamboray

 

ΣΕ ΝΟΣΤΑΛΓΩ

Λείπεις μακριά

στα όνειρα κάθε μοναχικής βραδιάς μου

Και ατίθασος βιαστής του έρωτά μου γίνεσαι

 

Έχω ερωτευτεί τ’ όνομά σου

 

Μ’ αυτό ξυπνώ κάθε πρωί Πάντα με τον ίδιο απότομο τρόπο

Πάντα με τον ίδιο πόνο στο κορμί

Κι όταν στον Μορφέα δίνομαι ξανά

Το άγγιγμά σου γυρεύω

Αναζητώντας λίγη ακόμα αδρεναλίνη

Εθισμένη στο σκοτεινό φιλί σου.

 

Urban Picture

Η πόλη.

Δρόμοι άυπνων τροχοφόρων

Καίγονται ατελέσφορα τα ΟΧΙ

Επικυρώσεις αποφάσεων

Σε ασπρόμαυρες οικοδομές

Καπιταλιστικά ντουβάρια

Ο τρόμος του ευζην

Lifestyle blackout

Φτου κι απ΄την αρχή

Κελεύσματα κρυστάλλινων φωνών

Τα think tanks του διαδικτύου

Μελέτες καλωδιωμένων αντιδράσεων

Φωτιά οι νύχτες

Φέγγει ο φαιός κρατήρας του ανεκπλήρωτου

Επιστροφή στο αδιέξοδο

Και ένα βάλιουμ για καληνύχτα.

 

ΟΝΕΙΡΕΥΟΜΑΙ

τη θάλασσα τα κύματα την άμμο τα μαλλιά μου ανακατεμένα

τα σώματά μας ενωμένα μέσα στο νερό

Ονειρεύομαι το όνειρο που έζησα μαζί σου ένα καλοκαίρι που πέρασε

που ακόμα δεν το ζήσαμε, που περιμένω να έρθει που κάθε βράδυ αναρωτιέμαι

αν υπήρξε αν υπάρχει αν θα υπάρξει

Ονειρεύομαι την αρμύρα του φιλιού σου του κορμιού σου του χαδιού σου

τον αέρα που μου ψιθυρίζει στ' αυτί τ' όνομά μου

-έχει τη φωνή σου-

όλο και πιο δυνατά

να με σηκώνει από τη γη απαλά και βίαια να κλέβει το φιλί μου

Ονειρεύομαι

τη στιγμή που ο χρόνος θα πάψει να κυλάει

να σταματήσουν

οι μέρες οι ώρες τα λεπτά τα δευτερόλεπτα

να χαθώ στην αγκαλιά σου για πάντα

ονειρεύομαι...

 

ΠΑΥΣΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ

μια πρώτη νεότητα διανύαμε

ξαπλωμένες σε

ράγες σιδηροδρόμων

διπολικές ουράνιες γέφυρες

 

διαστημικά χαμόγελα

-nice to cyber-meet you-

 

απουσία πεμπτουσίας

-παύση διαρκείας

 

δοθήκαμε

στης Νύχτας τις σκοτεινές τις Τέχνες

κάτω από το άγρυπνο βλέμμα της Εκάτης

δυο άγνωστες - γνωστές Μαρίες

Αμαρτωλές Αγίες

 

τα μάτια της Madonna

ακόμα αιμορραγούν

 

ΜΕΔΟΥΣΑ

Είμαι μόνη

Το σκοτάδι με καλύπτει με τα μεταξωτά του πέπλα

Κοιμίζει τα φίδια μου με βέβηλα νανουρίσματα

Τυλίγομαι στη μαύρη νεφέλη τ’ ουρανού

Ίπταμαι χορεύοντας το βαλς των νεκρών.

 

Είμαι μόνη

Οι μακρινές φωνές παλιών εραστών

Γεμίζουν δάκρυα τα μάτια μου

Η αγάπη χάθηκε για πάντα

Από τότε που με τύλιξε το έρεβος.

 

Είμαι μόνη

Κατάρες ρίχνω στο φως που μ’ εγκατέλειψε

Τα φίδια μου ξυπνούν και λυσσασμένα σφυρίζουν

Με τις διχαλωτές φαρμακερές τους γλώσσες

Γυρίζω πίσω στη σπηλιά μου.

 

Είμαι μόνη

Θα συνεχίσω να πετρώνω τους άντρες

Με το βλέμμα μου

Μέχρι να βρεθεί ένας Περσέας να με αποκεφαλίσει.

 

ΧΩΡΙΣΜΟΣ:   ΕΝΑΝ ΜΙΚΡΟΣ ΘΑΜΑΤΟΣ

Κάθε φορά προσπαθώ επί ματαίω

να συγκρατήσω τα δάκρυά μου.

Αυτήν τη φορά

ένα φιλί στο μάγουλο συνοδεύει την είσοδο.

Συζήτηση εκ βαθέων,

να πούμε όσα δεν τολμούσαμε μέχρι τώρα.

Το κύκνειο άσμα

επισφραγίζεται με στίχους σαν αυτόν:

 

«Where do we go now but nowhere»!..


Χωρίς νόημα πια οι λέξεις,

παρά μόνο να ξαλαφρώσουν οι ψυχές μας.

Άδεια τα ποτήρια,

άδειες κι οι καρδιές μας από πόνο.

Το βλέμμα μου σε σένα

Το δικό σου στον τοίχο απέναντι.

Σιωπή.


Το αντίο ένα χάδι παρηγοριάς κατά την έξοδο.


Κλείνω την πόρτα.

Τα δάκρυα δεν αντέχουν άλλο φυλακισμένα στους αδένες τους.

Ξεχύνονται.

Τα αποτσίγαρα στο τασάκι το τελευταίο δώρο από σένα.

Το αδειάζω κι αυτό στα σκουπίδια.

Βάζω μουσική.

Οι ώρες περνούν κι ακόμα δε λέω να κοιμηθώ.

Απόψε έχουμε πένθος.


Συνηθίζεται το ξενύχτι σε τέτοιες περιπτώσεις.


Μικρός θάνατος ο χωρισμός.

Θα τον τιμήσω μ' ένα ψόφιο κονιάκ

και το πρωί μ' έναν καφέ.

Μου λείπεις ήδη

Μα είναι ήδη αργά.

 

Η ΜΑΡΙΑ ΚΑΤΣΟΠΟΥΛΟΥ γεννήθηκε στην Αθήνα το 1984. Σπούδασε Ιστορία στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ποιήματα και κείμενά της έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά. Έχει τη στήλη ΤΡΑΓΙΚΕΣ ΦΙΓΟΥΡΕΣ στο ηλεκτρονικό περιοδικό Γραμμάτων και Τεχνών “Vakxikon” (www.vakxikon.gr) και συνεργάζεται ως συντάκτρια και κριτικός βιβλίων με το Artistbook.gr. Έργα της: ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΡΕΛΗΣ, Γαβριηλίδης, 2009 ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΣΑΚΙΣΜΕΝΕΣ ΚΑΡΔΙΕΣ ΚΑΙ ΣΑΛΕΜΕΝΑ ΜΥΑΛΑ, Γαβριηλίδης, 2012…. και άλλα στοιχεία και ποιήματα στο ιστολόγιο με το όνομά της: http://mmagika.blogspot.gr/

Πέμπτη, 19 Σεπτεμβρίου 2024

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2024

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΖΩΗ; ΚΑΠΟΙΑ ΕΥΤΥΧΙΣΕΝΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΣΕ ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΕΚΔΟΧΕΣ

 

(… περί ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ  κι άλλες ΥΓΡΑΣΙΕΣ

από ΠΑΛΙΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ Μίμη Σουλιώτη κι ακόμα παραπέρα…)

Ορισμένοι παίρνουν την Ποίηση πολύ στα σοβαρά!..  Επενδύουν  και  μιζάρουν μόνο σ’ αυτήν!..

Για παράδειγμα  δεν παντρεύονται ή, κι αν παντρεύτηκαν πριν,    τραβιούνται μη κάνουν παιδί· 

αμολάν προκατειλημμένη γενειάδα   ξεχνώντας ότι ο Μπαχ τεκνοποίησε μια εικοσάδα και δήλωσε μετά:

«Όποιος δουλέψει όσο εγώ, θα γράψει το ίδιο καλά  με μένα» 

ξεσκίζοντας ευαισθησίες, ταλέντα και ύψη.

Αποξεχνιούνται στην πλήξη των καλών και των κακών τους στίχων  και   προσπαθούν να σκέφτονται με ποιητικό τρόπο.

 

Τόση εμπαθής σοβαρότητα

παράγει ποιητές με ποιητικό ύφος, ποιητικούς στίχους

και μπόσικα ποιήματα!..

 

[τάδε έφη Μίμης Σουλιώτης  «συνομιλώντας»  ίσως με ένα

ΑΚΟΜΑ ΠΙΟ  ΟΜΟΡΦΟ ΠΟΙΗΜΑ… του Θ.Δ. Φραγκόπουλου]

 

Έγραφε λοιπόν ο Ποιητής:

 

Ακόμα και το   πιο όμορφο   Ποίημα που υπάρχει

δεν είναι τίποτα   σε σύγκριση

με κείνο το Ποίημα που   στιγμιαία γεννιέται

μέσα σου    τη στιγμή που διαβάζεις

το Ποίημα κάποιου άλλου

 

Κρίμας που   ένα τέτοιο Ποίημα

δεν γίνεται ποτέ του    να γραφτεί

-από σένα ή   από οποιονδήποτε άλλον!..

 


Στην κορύφωση του μεσόκοπου βίου του, ο Μίμης Σουλιώτης,    (σχολιάζει ο Πάνος Θεοδωρίδης)

φιλόλογος κατά το λειτούργημα και οξύς κατά τους υπόλοιπους συνδικαλισμούς της ζωής,

εκδίδει τις ΠΑΛΙΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ, συλλογή τριάντα οκτώ ποιημάτων, υπό το motto    «ο νους παλαιούμενος ανηβά»…

Ο Ποιητής Σουλιώτης    παράγει αγαθά προϊόντα μιας θεματικής ποιητικής, μερικές φορές περισσότερο προϊόντα, αλλά αν σκεφτεί κάποιος

ότι οι ποιητικές αστοχίες υλικού,

ακόμη και στην πιο εκτιμημένη ποίηση,

σπανίως δεν έχουν διψήφιο ποσοστό ανά συλλογή,

αυτό είναι κατανοητό.

Πίσω και πέρα από τη σουλιωτική (μπρρρ!) ποιητική, υπάρχουν οι οδηγοί του, πρώτιστα ο Καβάφης και βεβαίως η λογιστική του Γιώργου Σαββίδη…

Ευχερώς μπορεί κάποιος να ξεχωρίσει από το σώμα των ποιημάτων δέκα θυμοσοφικά:

(«Οι καλές μέρες»,   «Παλιές αξίες»,   «Χειμαδιό»,

«Μετά τα φυσικά»,   «Όσο περνούν τα χρόνια»,

«Λιπαρά»,   «Πιο γέρος»,   «Ο Χάρος»,    «Δωματίλα»,

«Προς την αιωνιότητα»),

επτά ποιήματα για το σινάφι

( παραδείγματος χάριν  ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΤΣΙΠΟΥΡΟ…)

και εννέα γενικής λίμπιντο

(«Να υπάρχεις»,   «Η στίξη»,    «Οι κάλτσες»,

«Δακρύζεις για δυο πράγματα»,

«Τις μέρες που σ’ ερωτεύομαι», «Συζυγικοί διάλογοι», «Μερικές είναι όμορφες» και άλλα).

Ξεχωρίζω το ποίημα Ο ΧΑΡΟΣ:

«Για την ώρα νικάει αυτός

αλλά θα τον ισοφαρίσω

όταν θα έχω πεθάνει

και κηδεμένος με σακάκι φωτεινό κίτρινο, 

με παπουτσίχρωμη γραβάτα και γραβατιές κάλτσες

και με τη σκελέα της Σκουάντρα Ατζούρα από μέσα

και τον ψιλό μου κασκορσέ,

η ωνιά του χει περάσει»,

 

και το δίστιχο ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΠΟΥ ΣΕ ΕΡΩΤΕΥΟΜΑΙ: 

«... γίνομαι ο Αυτός που Ποτέ Δεν Πεθαίνει»…

Στη συνέχεια ανθολογούνται ενδεικτικά τα Ποιήματα:

ΠΡΕΣΠΕΣ,  Μήπως θα ’πρεπε να γράψω για μια Σιωπή…

ΥΓΡΑΣΙΕΣ ,  Τι είναι η ζωή; Παρά κάποια τυχαία περιστατικά σε ποικίλες εκδοχές…  

Η ΑΝΤΙΘΕΤΗ ΣΧΕΣΗ,  Τις μέρες που σ’ ερωτεύομαι γίνομαι

Αυτός που Ποτέ  Δεν  Πεθαίνει   

ΜΕΡΙΚΕΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΤΙΝΑ ΟΜΟΡΦΕΣ   κι ας

εξανεμίζονται      στα Ποιήματα,   θα έλεγε ίσως ο Μίμης Σουλιώτης  

ΕΠΙΜΥΘΙΟ αποσπάσματα από ένα κριτικό σημείωμα του Πάνου Θεοδωρίδη για την ποίηση του Μίμη Σουλιώτη

 

ΜΗΠΩΣ ΘΑ ’ΠΡΕΠΕ ΝΑ ΓΡΑΨΩ ΓΙΑ ΜΙΑ ΣΙΩΠΗ…

(… σε Ποιήματα Υγρά  για κάτι  Παλιές Ηλικίες…)

Είναι  ώρες - ώρες θάλασσα κι οι Πρέσπες,

μεγάλη, πρασινο-γάλαζη και γκρίζα,

δεν την περνάς με καντιλλάκ ούτε με βέσπες∙

εδώ λόγια πολύγλωσσα και τ' άλογο πειθήνιο

σέρνει το κάρο με γκιούμια από αλουμίνιο

σύρριζα στων βράχων την ξέξασπρη μαρκίζα.

Τόπος τερματικός. Παλιές σκιές

από φως πλάγιο και πιωμένο

περιπολούν άοπλες. Βαραίνουν οι φασολιές,

το νερό αραίωσε, γδέρνεται η βάρκα

στην περιττή ακρογιαλιά∙ τα βράχια πέτρινες μασέλες,

τα οστά του Σαμουήλ γδυτά χωρίς τη σάρκα.

Γελάδια βόσκει στ' αναδυμένα μέρη

το παιδόπουλο∙ προσεχής Έλλην από χέρι,

αξύριστος, λιγνός, λείψανο αχνό στ' αγέρι

τα σαλαγάει σφυρίζοντας με το στόμα και το χέρι

[ΠΡΕΣΠΕΣ από τη συλλογή του Μίμη Σουλιώτη ΠΑΛΙΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ, εκδόσεις ΕΡΜΗΣ 2002]

 

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΖΩΗ;

Παρά κάποια ευτυχισμένα περιστατικά σε ποικίλες εκδοχές…  (παραδείγματος χάριν…)

Είχαμε καθίσει για καφέ το απόγευμα,

Πέμπτη όπως πάντα,

ήλιος λιτός Φεβρουαρίου και γλυκός σαν Οκτωβρίου

με αρκετά πουλιά στις φυλλωσιές

και ποικιλία τζαζ από τα σαθρά ηχεία.

Κουβεντιάζαμε διάφορα και είχες σκαλώσει τα πόδια σου

στην τρίτη καρέκλα,

τα γόνατα και η ανεβασιά τους είχαν πάρει την κλίση

προς την θηλυκιά λεκάνη σου και τους μηρούς

και οι καμπύλες του μπλουτζίν μού φέρναν έξαψη.

            Αποήπιαμε,

γύρισα στον ξενώνα και μπήκα στο μπάνιο

γιατί είχα μουσκευτεί καθισμένος αντίκρυ σου.

Τι είν’ η ζωή, παρά μερικά ευτυχισμένα περιστατικά

αυτού του τύπου σε ποικίλες εκδοχές.

Είχε να μου συμβεί από τα μαθητικά πάρτι

τότε που ανοίγαμε «τρύπες στα μπούτια» με Ανταμό-

αλλά την distance-ρεύση, χωρίς αγγίγματα-χουφτώματα,

την άναφη, είχα να την πάθω από το δημοτικό,

την φευγαλέα γλυκούτσικη γλύκα που τρεμίζει.

Θέκκιου, εκ των υστέρων

για το άθελά σου σκόπιμο ποζάρισμα

[ΥΓΡΑΣΙΕΣ του Μίμη Σουλιώτη – ART by ITALIA fisheye]

 

Η ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΣΧΕΣΗ

(…  τις μέρες που σ’ ερωτεύομαι γίνομαι… 

Αυτός  που  Ποτέ  Δεν  Πεθαίνει…)

Η γαμιαία σχέση είναι οριστική, ξεκάθαρη

και με τα χρόνια ανθεκτική, τελειωτική,

ανακουφίζει και αναπαυτική,

έχει ορίζοντα και συμφιλιώνει

εξαντικειμενικεύεται μ’ ένα παιδί.

Ενώ εσύ μπήγεις τις τσιρίδες, ξεσπάς για όλα… 

 

Μέγγενη της ψυχής,  θύελλα!..

 

ΜΕΡΙΚΕΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΤΙΝΑ ΟΜΟΡΦΕΣ…   (λέει ο Ποιητής…)

… μια ομορφιά ψυχής τις γλυκαίνει

παθαίνουν την εσωτερική φύτρωση του φωτός

που τις κάνει λιγότερο γερασμένες

κι όσα χρόνια τις συναντώ στον δρόμο μου

προσέχω ότι το φως ισοφαρίζει με την υγράδα τους

και δεν διακρίνεται το χνούδι ή μόλις…

 

 (Έτσι είναι…) 

Όταν είμαστε καλοπροαίρετοι το φως μαλακώνει  και  μαλακώνει κι εμάς…   (αλλά…)

Οι μέρες της ευτυχίας πέρασαν   και δεν το ξέραμε,

Στο εξής πρέπει να ευτυχήσουμε στη δυστυχία,

Να την κάνουμε να μπάζει από ευτυχία,

Να της μοιάζει   σαν η καλύτερή της εφεδρεία.

 

 

ΠΟΙΗΤΕΣ:    συλλέκτες  ήχων  που δονούν τον αέρα

με την τυχαιότητα  ΡΑΔΙΕΝΕΡΓΟΥ ΣΚΟΝΗΣ…

 [αποσπάσματα από ένα κριτικό σημείωμα του Πάνου Θεοδωρίδη για την ποίηση του Μίμη Σουλιώτη]

Εντύπωση προκαλεί η παραγωγική έκρηξη του ποιητή την τελευταία πενταετία:   ΑΒΓΑ ΜΑΤΑΙΑ  (1998),     ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ  (1999)     ΥΓΡΑ  (2000),   Ο ΗΛΙΟΣ στη σκοτία μαζί με τις ΠΑΛΙΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ (2002)   Το 1972 εμφανίστηκε η ολιγοσέλιδη ΣΒΟΥΡΑ.    Τα διεισδυτικά Ποιήματα ΕΝ ΠΑΡΟΔΩ το 1974.    Μια βαριά και επιβλητική συλλογή, η πλέον αντιπροσωπευτική του, που ονόμασε ΒΑΘΙΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ, είναι έργο του 1992.    Η αναμέτρηση με τον θάνατο και η τάση για ξεθώριασμα έχουν τη μορφή μιας ανάσας πριν από την τελική πτώση που προβλέπεται και εκτίθεται λεπτομερειακά. Το άγγιγμα των γυναικών γίνεται ανάερο, τα τοπωνύμια που τον βασάνισαν αφήνονται ανερμήνευτα, υπάρχει κάπου - κάπου και μια έπαρση αναγραφής σιβυλλικών για τους αγεωγράφητους, παραθεμάτων που μπορεί να αρέσκονται στην αστική τοπογραφία, αλλά νομίζουν ότι πέραν των Αμπελοκήπων κατοικούν βραδύγλωσσοι κομιτατζήδες.   Το ζήτημα είναι ότι οι Σουλιώτες δεν είχαν ποτέ πρόβλημα με την Αθήνα, ενώ χειμάζονται στη Θεσσαλονίκη.    Κάποτε πρέπει να ιστορηθεί ο καιάδας μιας περιφερειακής πρωτεύουσας.  Από έναν Ρόθκο, όχι από έναν Νταβίντ.   Δεν είναι άδικο: την Αυστραλία τη δημιούργησαν κατάδικοι, ενώ την Αγγλία μέτοικοι.   Τουλάχιστον τρεις από τους ποιητές του γνωστού κυκλώματος στο οποίο ανήκω και κατηγορείται ότι σπατάλησε τον ποιητικό ιχώρα της φτωχομάνας έχουν περάσει από βλέμματα δικαστών.   Όχι παράδοξα, για λόγους που έχουν κάποια ποιητική ανταύγεια μέσα στις δικογραφίες…

Κυριακή, 15 Σεπτεμβρίου 2024