Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2025

ΚΑΙ ΝΑ, ΠΟΥ Μ’ ΕΦΕΡΕ Η ΕΣΧΑΤΗ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ…

 (… τα σαλεμένα φρένα, μου είπαν να σε πάρω 

-πάντα της πράξης προηγείται η φαντασία -  

μαζί μου απόψε – ερημιά,  νύχτα -  στο Φάρο…)

 

Σε βλέπω μπρος μου, μες το μαύρο φορεμά σου

ψυχρή σαν μέταλλο, αγέρωχη κι απλώνω

γυμνό τον πόθο να ντυθεί τʼ αγκάλιασμά σου

λες κι έχω απλώσει τα δυο χέρια μου για φόνο!

 

Σʼ αγίζω…τρέμεις….τρέμω…τρέμουμε  απʼ τον πόθο

δειλά, όπως γέρνουν τα καλάμια όταν φυσάει

πάνω απʼ τη λίμνη ∙ τα ματόκλαδά σου νιώθω

στο πρόσωπό μου, σαν μετάξι που μεθάει.

 

Σκίζω τα χείλη σου… η γλώσσα μου άγριο χέλι

μες απʼ τα δόντια σου, ρουφάει την ψυχή σου

-πάνω απʼ το κάστρο το φεγγάρι ανατέλλει –

σκάβω τα σπλάχνα σου και λες:  «είμαι δική σου…

 

Κράτα με… σφίξε με…»   βογκάς κι εγώ σπαράζω

πονάς… συστρέφεσαι… τα νύχια σου στην πλάτη

μου μπήγεις - ξέσπασε ο αφρός- αίματα στάζω…

Σπέρμα φωτιά, που καίει τα φύκια, σπάει τʼ αλάτι!

 

Γέρνεις στο στήθος μου μετά λαχανιασμένη

κλαις τρυφερά και ψιθυρίζεις τ΄όνομά μου

σαν μια θηλιά απʼ το λαιμό μου κρεμασμένη

το στόμα ανοίγεις για να πιεις το φίλημά μου.

 

Και πίνεις… πίνεις τα φιλιά… τα δάκρυα πίνεις

«κράτα με… σφίξε με…»   μου λες ξανά.  Αχ, μίλα…

Μέσα σου μπαίνω… κι όλη νύχτα ανάβεις… σβήνεις

γιομάτη γλύκα… φως…. σκοτάδι… ανατριχίλα!

 

Κι εκεί, στην τέλεια ηδονή, στον οργασμό σου

«πεθαίνω… χάνομαι…»   μου λες  «κι εσύ μαζί μου…»

Μαζί σου, αγάπη μου…(Βυθίζω στο λαιμό σου

μια το μαχαίρι κι άλλη μια μες το κορμί μου!)

 

Τʼ άλλο πρωί, κάτι ψαράδες θα μας βρούνε

αγκαλιασμένους, να φιλιόμαστε στο στόμα…

«Είναι νεκροί εδώ και ώρα… « έτσι θα πούνε

αντί να πουν πως…  αγαπιόμαστε ακόμα!

……………………………………………………………

Πάντα της πράξης προηγείται η φαντασία!

Τα σαλεμένα φρένα, μου είπαν να σε πάρω

Μαζί μου απόψε -ερημιά, νύχτα- στο φάρο

Να, πού με έφερε η εσχάτη απελπισία!

 

[Ήταν το ποίημα  ΣΤΟ ΦΑΡΟ, ένα από τα ωραιότερα ερωτικά  ποιήματα, σύμφωνα με το σχόλιο της Σοφίας Κολοτούρου στο επίμετρο της δημοσίευσής  του στο ΠΟΙΕΙΝ. 

ΑΠΟΡΙΑΣ ΑΞΙΟ   που η συλλογή του Δημήτρη Σολδάτου     ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΓΙΑ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΥΤΣ,  Λευκάδα 2003 είναι εκτός εμπορίου!..

Το 2004 από τις εκδόσεις Ηλία Κοντογεώργη στη Λευκάδα κυκλοφόρησε η συλλογή ΚΑΦΕ ΡΕΤΡΟ όπου ο Δημήτρης Σολδάτος   χρησιμοποιεί πάλι τον παραδοσιακό ομοιοκατάληκτο στίχο, με διάφορες φόρμες

και τις απλές τετράστιχες ομοιοκατάληκτες στροφές,

αλλά με απολύτως σύγχρονη γλώσσα και έκφραση.

Σε αυτή τη συλλογή έχει επίσης μεταφράσει ξένα ποιήματα διασκευάζοντας τα με το δικό του ξεχωριστό τρόπο.  

Αντιπροσωπευτικό δείγμα η έμμετρη διασκευή της εισαγωγής του Ρεμπώ από το  ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ (ανθολογείται παρακάτω)

Σε ένα από τα γράμματα της προς τον Δημήτρη Σολδάτο η Κική Δημουλά αναφέρει  

«…. Τέλος πάντων, είσαι ανυπόφορα αξιοζήλευτος,

γι’ αυτό και είσαι έξω, «απόβλητος από τις αγορές του αιώνος»… είδε Καρυωτάκης,   Παπατσώνης  και  άλλοι… Εκείνο όμως που έχει σημασία είναι πόσα πολλά και ανάξια αφήνεις πίσω...».

 

 


ΣΥΝΗΜΜΕΝΗ ΕΙΚΟΝΑ:  Δημήτρης Ε. Σολδάτος «Ποιητής και Μαραθωνοδρόμος»

Στο εξώφυλλο του βιβλίου ο Δημήτρης Ε. Σολδάτος, με τον αριθμό 202 στη μέση, με το πρόσωπο στραμμένο ψηλά, κουρασμένος και πλήρης, απεικονίζεται σε σχήμα σταυρού με τα χέρια απλωμένα σε έκταση, ολόκληρος πάνω σε χειρόγραφους στίχους της Σοφίας Πόταρη, να τρέχει καταπάνω μας με το ένα πόδι στη γη και με παρρησία να συστήνεται:

«Ποιητής και Μαραθωνοδρόμος»

 

 

 

 

ΡΕΜΠΩ – ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ (εισαγωγή)
(μια έμμετρη διασκευή από τον Δημήτρη Σολδάτο) 

Καλά αν θυμάμαι, κάποτε η ζωή μου

ήταν μεθύσι, γλέντι! Το ελιξίριο

της ομορφιάς με γέλασε ένα βράδυ

κι όπως το ήπια πίκρισε η πνοή μου!

Με γλώσσα φιδινή απʼ το δηλητήριο

τους δαίμονες καλώ μες το σκοτάδι:

 

Ω, Φθόνε, Μίσος, ύπουλο εσύ Ψέμα!

Γεμίστε μου με λάσπη κι άμμο το αίμα,

των δήμιων τις κάνες να δαγκάσω

στʼ απόσπασμα μπροστά όταν θα φτάσω.

Σαν ύαινα πεινασμένη θα ουρλιάξω,

κάθε χαρά χιμώντας να σπαράξω!

 

Απόγνωση - θεά, σκορπιών μητέρα,

στου εγκλήματος στεγνώνω τον αέρα!

Την τρέλα ξεγελώ με φρικαλέο

κι ηλίθιο γέλιο. Σάπια άνοιξή μου,

σʼ αρχαίο συμπόσιο ψάχνει η όρεξή μου

κλειδί συμπόνοιας…Διάολε, τι λέω;

 

Στεφάνι πλέξε μου από παπαρούνες

αιμάτινες, στο θάνατο να τρέξω

και δος μου , Σατανά, φρίκες να παίξω:

οχιές φαρμακερές, μαύρες κουρούνες,

παχιές ορέξεις δος μου  - άγριες γουρούνες –

να κυλιστώ στην κόλαση απέξω!

 

Και όσοι τέτοιο ύφος αγαπάτε,

κεντρί, απʼ του θανάτου τη ρομφαία,

την πένα μου έχω κάνει, για να πάτε

στην κόλαση  – αναγνώστες, αν τολμάτε –

ενός καταραμένου συγγραφέα,

μες από τις σελίδες που κρατάτε…

(από  τη συλλογή του Δημήτρη Σολδάου  ΚΕΦΕ ΡΕΤΡΟ, εκδόσεις Ηλία Κοντογεώργη, Λευκάδα  2004  (βραβείο «Λάμπρου Πορφύρα» της Ακαδημίας Αθηνών, 2007).

 

ΑΛΛΕΣ ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ:

ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΣ, 1988,    ΖΩΝΤΑΝΟΙ ΝΕΚΡΟΙ  1989.

Nobel λόγω ατεχνίας, 2008, 
Nobel because of artlessness, 2009  (μετάφραση ορισμένων ποιημάτων στην Αγγλική γλώσσα).

Χ(ε)ίλια δίστιχα, 2010.

ΣΑΝ-ΤΑ ΜΑΥΡΑ ή Μούσα Λευκα(η)δία, 2010
ΛΗΓΩ  ΑΠ’ ΟΛΑ  (εκτός εμπορίου)  2012.

ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΒΙΒΛΙΩΝ  (στην ποιητική ευφορία)
ΣΟΝΕΤΑ   (εκτός εμπορίου)  2013
Ελευθερόψυχα  (εκτός εμπορίου)  2014
ΓΙΑ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΟΥΝ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ, 2015
ΔΙΣΕΚΤΑ ΣΟΝΕΤΑ    (εκτός εμπορίου) –2016


ΕΠΙΛΕΚΤΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ απ’ όλα τις αναρτήσεις του Ποητή μπορεί να διαβάσει κανείς στο ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ με το όνομά του:  

ΔΗΜΗΤΡΗΣ  Ε.  ΣΟΛΔΑΤΟΣ 

(ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΘΕΩΡΩ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ)

https://dimsol.blogspot.com/

 

 

 

 

ΚΑΘʼ ΟΔΟΝ 

(από τη συλλογή του Δημήτρη Σολδάτου  ΚΑΦΕ ΡΕΤΡΟ, 2004)

Στων οδών τις άκρες κάποια εικονοστάσια

μοιάζουν δεήσεις στις ψυχούλες εκεινών

που σε κάμπους, σε βουνά , σ’ ακροθαλάσσια

συναντήσαν τη σιωπή των ουρανών.

 

Ορισμένα έχουν στιχάκια συγγενών

στο κρύο μάρμαρο ή της θλίψης λίγες λέξεις

«Εδώ αγκάλιασε το θάνατο ο Αλέξης,

που δεν ήταν ούτε είκοσι χρονών».

 

Όταν νύχτα ταξιδεύεις, τ’ αναμμένα

φαναράκια τους μην σε μελαγχολούν.

Οι φλογίτσες  - σαν γλωσσίτσες που μιλούν -

σιγοτρέμοντας προσεύχονται για σένα.

Κόψε γκάζι κι άκου!  Αυτοί που φύγαν ήδη,

οι νεκροί οδηγοί σου λεν: Καλό ταξίδι!

 

 

ΣΤΗΝ ΟΥΡΑ

(από την εκτός εμπορίου  συλλογή του Δημήτρη Σολδάτου ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΓΙΑ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΥΣ 2003)

Και περιμένω στο ταμείο να πληρώσω

τα λίγα πράγματα που ψώνισα και λέω:

«αν βιάζεσαι έλα πιο μπροστά» - στον τελευταίο

και μεγαλώνει η χαρά μου άλλο τόσο.

 

Έτσι μπορώ να σε κοιτάζω, που τα ψώνια

κρατάς, τα πλήκτρα σαν χτυπάς στη μηχανή σου

«δέκα κι εξήντα…»  λες, κι ακούω τη φωνή σου,

βλέπω τα χέρια σου που δίνουν τα κουπόνια.

 

Παρατηρώ τους μορφασμούς, το φέρσιμό σου,

όταν ψιλά τα ρέστα δίνοντας γυρεύεις.

Χαριτωμένα που γελάς, που σοβαρεύεις

-διαβάζω πια κάθε γραμμή στο μέτωπό σου.

 

Ξέρω πως φτιάχνεις τα μαλλιά σου σαν βαριέσαι

ξέρω τα χείλη πως δαγκώνεις όταν λάθος

κάνεις μια πράξη και φαντάζομαι τι πάθος

θα ’χει το στόμα σου την ώρα που φιλιέσαι!

 

Ξέρω αν χαίρεσαι κρυφά κι αν υποφέρεις

ξέρω τι άρωμα φοράς - πότε τ’άλλάζεις

ξέρω ακόμα απʼ το θυμό σου πότε βράζεις

με ένα δύστροπο πελάτη. Μα δεν ξέρεις

 

κι εσύ πως έρχομαι για σένα κάθε βράδυ,

άγνωστος μέσα σε αγνώστους, να ψωνίσω

μήπως και βρω μια αφορμή να σου μιλήσω

και τʼ άγγιγμά σου το τυχαίο νιώθω…χάδι!

 

Πέρασε η ώρα…φτάνω μπρος απʼ το ταμείο

Κανείς ξωπίσω μου να δώσω τη σειρά μου.

Πάει…τελείωσε κι απόψε η χαρά μου…

«Οκτώ και πέντε…ευχαριστώ κύριε…αντίο…»

 

ΟΛΑ ΞΕΝΙΟΥΝΤΑΙ ΚΙ ΑΥΤΟ ΝΑ ΤΟ ΘΥΜΑΣΑΙ
Δημήτρης Ε. Σολδάτος «Ποιητής και Μαραθωνοδρόμος»

(γράφει στο FRACTAL η Μαρία Μαραγκουδάκη)

Πρόκειται για το τελευταίο βιβλίο του ποιητή, ένα βιβλίο για το αδιαίρετο, για το όλον της ύπαρξης σαν σύνολο αδιάσπαστο. Διαβάζουμε στη δεύτερη σελίδα:  «Ο ποιητής έχει μπροστά του 24 γράμματα,   Ο Μαραθωνοδρόμος 42 χιλιόμετρα   Απλώς αντιστρέφεις τον αριθμό…»   Ο Δημήτρης Ε. Σολδάτος έχει και τις δύο ιδιότητες.   Ο Μαραθωνοδρόμος ποιητής αν και έχει τερματίσει επανειλημμένως στα 42 χιλιόμετρα, είναι ένας εσαεί δρομέας μεγάλων αποστάσεων.    Ο ποιητής του Μαραθωνίου, αν και βραβευμένος από την Ακαδημία Αθηνών το 2007 με το βραβείο  Λάμπρου Πορφύρα για την ποιητική του συλλογή ΚΑΦΕ ΡΕΤΡΟ,  δεν τερματίζει ποτέ,  είναι κατ’ αντιστοιχία, ένας εσαεί ποιητής – δρομέας - αγωνιστής που έχει μπροστά του 24 γράμματα, μιας «.. και η ποίηση οφείλει να είναι μαραθώνια / Ειδάλλως ηττηθήκαμεν ομαδικώς».   Ο Δημήτρης Σολδάτος, στο τελευταίο του βιβλίo ανθολογεί ποιητικές συλλογές του,  γράφει στίχους,  διηγήματα,   διασκευές,    μνήμες,   αφιερώματα.   Δεν είναι τυχαίο που το πρώτο μέρος είναι αφιερωμένο στην ποίηση.   Επιδιώκει με τον τρόπο αυτό να δώσει κατευθείαν το στίγμα του.    Η ποίηση του Δημήτρη Σολδάτου έχει φως,  έχει αμεσότητα και είτε πεζόμορφη, είτε έμμετρη έχει πάντοτε ρυθμό, ακούμε τον ήχο των λέξεων, γιατί οι λέξεις του είναι μία παρτιτούρα μουσικής.   Υπάρχει μια διακειμενικότητα στη γραφή του. Ανιχνεύονται καταβολές από την λαϊκή παράδοση και επιρροές από τους μεγάλους μας ποιητές.   Ενίοτε συναντούμε λέξεις ή και παραλλαγές στίχων μιας ποίησης που πλέον υπάρχει στο συλλογικό ασυνείδητο, θα μπορούσαμε να πούμε πως κουνάει απαλά ένα μαντήλι, σαν χαιρετισμό στον Παλαμά,   στον Ελύτη,   στον Σικελιανό,   στον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη,   στον Σουρή,   στον Καρυωτάκη,    στον Σεφέρη  «όπου και να σε χαϊδέψω, το κορμί σου με πληγώνει».    Η ποίηση του δεν είναι χαμηλών τόνων και ο ποιητής δεν κρύβεται πίσω από λέξεις, αντίθετα έχει και δυναμισμό και δύναμη, τολμά να πει τα πράγματα με τ’ όνομά τους «..θα σας μιλήσει κάποιος που πέταξε απ’ το παράθυρο την αβρότητα / γεμίζοντας το στόμα με μπαρούτι».    Έχει μια εκπληκτική ικανότητα άλλοτε να παίζει με τις λέξεις,   «Λόγω στιγμής»   να  τις διασπά,   να τις συνθέτει,   άλλοτε πάλι να μετατοπίζει τις έννοιες των λέξεων και συχνά να αιφνιδιάζει τον αναγνώστη, όμοια με ταχυδακτυλουργό   «…Αλλά πιο εύκολα αλλάζεις νούμερο / Αν τα  παπούτσια σε στενεύουν / Παρά την ζωή σου / Ακόμα κι όταν έχει γίνει νούμερο…».   Ο Δημήτρης Σολδάτος σχολιάζει εύστοχα την εποχή, σχολιάζει πρόσωπα και καταστάσεις, γίνεται ανατρεπτικός,  αιχμηρός,   συχνά αναπάντεχος,    σαρκάζει:    «Οι ποιητές των Αθηνών   γράφουν κάτι στενάχωρα ποιήματα   σαν τα διαμερίσματά τους…   Οι ποιητές  των Αθηνών   γράφουν για το μηδέν και για το τίποτε   αλλά περισσότερο απ’ οτιδήποτε   ποθούν εκείνο που πάντοτε ήθελαν  κι   ας λένε πως το ‘χουνε χεσμένο:   την υστεροφημία…»  και αυτοσαρκάζεται:  «Από παιδί “την ψώνισα” μεγάλος πως θα γίνω   και προετοιμαζόμουνα σ’ έναν καθρέφτη μπρος;   εσπούδαζα το ύφος μου συνέντευξη να δίνω,   μα η τύχη δεν το θέλησε κι απόμεινα μικρός».     Ο ερωτικός Σολδάτος είναι γήινος ρεαλιστής και λυρικός συγχρόνως,  οι λέξεις του αναιρούν το βάρος της ύλης,   έχει πάθος,   σωματοποιεί το συναίσθημα.    Η συλλογή του με τίτλο   ΓΙΑ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΟΥΝ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ   είναι ένας ερωτικός χείμαρρος, ένας κατακλυσμός συναισθήματος και λέξεων. Εδώ η ποίηση και ο έρωτας ταυτίζονται σαν ένα αδιαίρετο ζευγάρι.  «Μην μιλάς   Τα λόγια σε λάθος χείλια   μοιάζουν περίστροφα σε λάθος χέρια.   Εύκολα σχίζεται τ’ όνειρο   σαν τσιγαρόχαρτο στα δάχτυλα άπειρου καπνιστή.   Λόγω στιγμής.   Μην μιλάς.   Συντονίζω το τύμπανο της καρδιάς μουσικής   στη μουσική των βημάτων σου…»   Στην ποιητική του συλλογή με τον αμφίσημο τίτλο  «Χ(ε)ίλια δίστιχα»   επιχειρεί να κερδίσει ένα στοίχημα και το κερδίζει.    Με ρίζες από τη μαντινάδα και την παράδοση γενικότερα, γράφει χίλια δίστιχα για τα χείλια,  για τα φιλιά,   για τον Έρωτα τελικά,   την κινητήρια αυτή δύναμη της ζωής.    Ένα κατόρθωμα ποιητικό που μόνο αν έχεις πείσμα και αντοχές ποιητή  -μαραθωνοδρόμου μπορεί να επιτευχθεί. Κάθε δίστιχο μια ολοκληρωμένη και διαφορετική κάθε φορά εικόνα, χίλιες ολοζώντανες και απολαυστικές εικόνες, με συνδετικό νήμα τα χείλια:   «Τα δυο σου χείλη με φιλιά θα αιματοκυλήσω,  κι   αν βάλεις μαύρο φόρεμα, εγώ θα στο χιονίσω…   Με το κεφάλι χαμηλά, ψηλόλιγνη, περπάτα,   τα χείλη σου γεμίσανε με πυρκαγιές τη στράτα…»!..   Με δικά του χειρόγραφα γράμματα κλείνει το βιβλίο στη σελίδα 509: «Φεύγω προς το παρόν,   μιας και μάλλον δεν μπορώ   να φύγω προς το μέλλον»   Στο οπισθόφυλλο διαβάζουμε:  «Όλα ξεχνιούνται   κι αυτό να το θυμάσαι…»

Τρίτη, 7 Ιανουαρίου 2025

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου