Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2017

ΚΑΛΛΙΕΡΓΩ ΤΗΝ ΟΥΤΟΠΙΑ ΦΥΤΕΥΟΝΤΑΣ ΠΑΝΤΟΥ ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ

«Τα βράδια επεκτείνω τα όνειρα να μη μείνουν οι κήποι τραγική ψευδαίσθηση»!.. Κάπου μέσα βαθιά στο σκοτεινό δάσος, βαδίζει σταθερά ο Στέλιος Λουκάς. Κατευθύνεται προς τον κήπο του, τον οποίο έχει στολίσει με όλη την αθωότητα της ψυχής του, αλλά και με όλα τα συναισθήματα που του προκαλούν τα ακραία φυσικά φαινόμενα της εποχής μας. Ένας κήπος πλούσιος σε δάκρυα, αγωνία, ελπίδα, θάρρος, θλίψη!.. Γιατί «κήπος» για τον ποιητή δεν είναι μόνον η φύση –«η γη που μας φιλοξενεί»–, κήπος είναι: η αγάπη, η μνήμη, τα δάκρυα, ο πόνος, οι μέρες που έρχονται και κυρίως και πάνω απ’ όλα «ό,τι γαληνεύει τη δική σας ψυχή»… Πλησιάζοντας στον κήπο του ο ποιητής παίρνει το πινέλο του και πετάει σταγόνες φωτιάς, οι οποίες φυτρώνουν και γίνονται από αναμνήσεις - φόβος και από νοσταλγία - ελπίδα… «Τα βράδια ονειρεύομαι κήπους/  Καλλιεργώ την ουτοπία/ Φυτεύω παντού αυταπάτες/ Επινοώ νέους τρόπους επιβίωσης/ Επεκτείνω τα όνειρα/ Να μη μείνουν οι κήποι/ Τραγική ψευδαίσθηση...»!.. Αυτό είναι ένα δείγμα από την ποιητική συλλογή του Στέλιου Λουκά Ο ΑΜΥΘΗΤΟΣ ΚΗΠΟΣ, μια συλλογή, με την οποία πρέπει να χωθείς βαθιά μέσα στο σκοτάδι της ψυχής σου, και από εκεί να ξεθάψεις την αγάπη που έχει φυτρώσει. Στόχος του βιβλίου, δηλαδή, είναι να χαράξει στις καρδιές των αναγνωστών μια νέα ευαισθησία, μια νέα αντίληψη για τον άνθρωπο, τη φύση και τις ιδέες που κυριαρχούν στη ζωή.  Ο λυρισμός είναι η κυρίαρχη διάθεση, υπάρχουν όμως και στίχοι ή ολόκληρα ποιήματα με έντονο κοινωνικό χρώμα. Παράδειγμα το εναρκτήριο ποίημα της συλλογής με τις πολλές συνδηλώσεις και αναφορές στους σημερινούς ταραγμένους καιρούς: «Έμαθα μα θα ξανάρθω / Έχοντας υπερασπιστές στρατιές αγγέλων / και τάγματα ονειροπόλων ποιητών/ Έφυγα μα θα ξανάρθω με τον πρώτο ήλιο στα μάτια/ και όλα τ’ αηδόνια του παραδείσου στα χείλη/ Και τότε, μέσα στην απίστευτη βαρυχειμωνιά/ θ’ ανθίσει ο κήπος κι απ’ τη θάλασσα θα ειπωθεί/ ο έσχατος τρυφερός λόγος»!  [δείγματα γραφής από την ποιητική συλλογή ΑΜΥΘΗΤΟΣ ΚΗΠΟΣ του Στέλιου Λουκά με σχολιασμό του τίτλου και των βασικών ιδεών και επιδιώξεων του ποιητή     – ART by Paul Clee]



ΤΑ ΒΡΑΔΙΑ ΟΝΕΙΡΕΥΟΜΑΙ ΚΗΠΟΥΣ:
Οι στίχοι της συλλογής ΑΜΥΘΗΤΟΣ ΚΗΠΟΣ με ό,τι υπαινίσσονται, υπενθυμίζουν στον αναγνώστη τους αμύθητους κήπους που υπάρχουν γύρω μας αλλά και μέσα μας και τους οποίους έχουμε λησμονήσει ή έχουμε απαρνηθεί εξαιτίας της όποιας υλικής ευδαιμονίας ή των γκρίζων τοπίων που έχει δημιουργήσει οι δύσκολοι καιροί. Είναι καιρός, ο άνθρωπος να ανακαλύψει ή να ξαναανακαλύψει τους δικούς του αμύθητους κήπους και να τους καλλιεργήσει. Ο τίτλος του βιβλίου αλλά και το περιεχόμενό του κρύβουν και κάποια ειρωνεία κι έναν σαρκασμό για όλους εκείνους που συσσωρεύουν στη ζωή τους υλικά αμύθητα πλούτη. Εάν σε κάτι μας βοηθά η ποίηση είναι αυτό: με την ποίηση μικραίνει η απόστασή μας από το απίστευτο και την ουτοπία και συνειδητοποιούμε πιο γρήγορα την τραγικότητα της ζωής.
Το βιβλίο της μουσικής
Δεν έχει νότες
Μόνο απέραντες θάλασσες
Αγεωγράφητες
Ψηλά βουνά, δάση
Πουλιά κρυμμένα σ' ανείπωτα παραμύθια
Και χιλιάδες βιολιά
Πιάνα και τρομπόνια
Το βιβλίο της μουσικής
Όταν ανοίγει
Λευκά περιστέρια της μνήμης
Μας δείχνουν νέους ουρανούς
Ω εσύ μαγικό βιβλίο της μουσικής
Φτιαγμένο από όνειρα
Χιόνι, καθρέφτες και αθωότητα
Ο αμύθητος κήπος μου είσαι
Και η πηγή των δακρύων

Ο Στέλιος Λουκάς γράφει για τα υψηλά της ψυχής και του νου, για ακριβά κι εκλεπτυσμένα αισθήματα, αδιαφορώντας κατά κάποιο τρόπο για τα ευτελή, τα φτηνά, τα πρόσκαιρα και τα ασήμαντα. Φαίνεται πως το ποιητικό παιχνίδι, οι αισθήσεις, οι ιδέες, οι λέξεις-σύμβολα λειτουργούν ιαματικά και δημιουργικά, και τον οδηγούν σε κάποιο ξέφωτο ζωής, μακριά από την ασχήμια, τη σαπίλα και τη σκουριά της καθημερινότητας, που απεχθάνεται. Όλο αυτό είναι ένας δρόμος, που τον ακολουθεί με καθαρότητα, εντιμότητα και συνέπεια, και που, μέχρι στιγμής, τον δικαιώνει απολύτως τόσο σε καλλιτεχνικό όσο και σε ανθρώπινο επίπεδο. Η λέξη «κήπος» ή «κήποι», στην εν λόγω συλλογή, λειτουργεί ως σύμβολο που επιδέχεται ποικίλων ερμηνειών. Ο ίδιος ο ποιητής στο ποίημά του ΚΗΠΟΣ ΕΙΝΑΙ  μάς αποκαλύπτει σε τι αναφέρεται. Ο τίτλος της συλλογής θυμίζει αρκετά το «Η πιο μεγάλη χώρα», όπου εκεί υπονοούνταν το μεγαλείο της Σιωπής. Εδώ, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί πως ο ποιητής υπαινίσσεται την ομορφιά ή την αθωότητα ή, γενικά, έναν άλλο, καλύτερο, ανθρωπινότερο κόσμο. Ίσως και την ίδια τη γραφή. Είναι υπαρκτός εντέλει ο «Αμύθητος κήπος» του Λουκά ή νοητός; Προσβάσιμος ή απροσπέλαστος;
Ο λυγμός και ο καθρέφτης
Κι ανάμεσά τους ένας άνθρωπος
Που πενθεί τα όνειρά του
Λυγμός ή αυτό που λέμε απώλεια
Καθρέφτης ή αυτό που λέμε αλήθεια
.

«Ανασαίνω σε βέβηλους καιρούς» είναι ο εναρκτήριος στίχος του ομώνυμου ποιήματος και νομίζω διαγράφει το τοπίο στο οποίο κινείται ολόκληρη η ποιητική συλλογή του Στέλιου Λουκά με τίτλο «Αμύθητος κήπος».  Τα ένοχα βλέμματα, ο φόβος και τα δάκρυα, το μαύρο χιόνι, το μέλλον που αιμορραγεί, οι  άναρθρες κραυγές και η σκουριά είναι τα λυγρά σήματα μιας εποχής μέσα στην οποία το ποιητικό υποκείμενο αγωνίζεται να υπάρξει. Αντιστικτικά και ως υγιή άμυνα θα αντιπαραθέσει ένα ποιητικό σύμπαν που κατοικείται από τους χαρταετούς των επιθυμιών, τα παιδικά όνειρα, την ουτοπία και την ελπίδα. Οριοθετεί μια περιοχή στην οποία ο άνθρωπος θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Όλη η συλλογή αποτελεί μιαν ενότητα όπου  ο κήπος αναγορεύεται σε κεντρικό σύμβολο που  αρδεύει όλες τις σελίδες. Γίνεται  η ετεροτοπία για τις καταθέσεις των ονείρων και τον χώρο των θαυμάτων. Και η αθωότητα η άσκηση για να απεκδυθείς το περιττό προκειμένου να ανακαλύψεις τους μυστικούς κήπους.
Δεν υπάρχει ουρανός για τους απελπισμένους
Πηγή να ξεδιψάσει το πάθος
Θάλασσα ν' αγκαλιάσει τον τρόμο τους
Δεν υπάρχει βλέμμα ν' αγαπήσει
Παράφορα
Τα βήματά τους στην άβυσσο
Μόνο η μέρα που ξημερώνει
Κι αλλάζει την εικόνα των ονείρων
Θέλω να πω
Αλλάζει το φως που γίνεται πιο σκοτεινό
Όσο πλησιάζουν προς τη συντριβή
Ένα χέρι απλωμένο δεν υπάρχει
Μόνο το πουλί στον κήπο
Η ύστατη καταφυγή
Η αθωότητα που πάντα θα ξεφεύγει
Απ' τις προσδοκίες των τρελών κυνηγών. 

Ποίηση αφηγηματική και  τις περισσότερες φορές σε β’ πρόσωπο. Ο εξομολογητικός τόνος και η λυρική διάθεση είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της γραφής του. Ολιγόστιχα ποιήματα διάστικτα από εικόνες και σύμβολα που σημαίνουν το απλήρωτο κενό της ύπαρξης. Αλλά και η αγωνία της ποιητικής φωνής που αναζητά έναν «ουρανό για τους απελπισμένους», διαπιστώσεις ότι «η πολλή ευτυχία γίνεται μπόχα/ Στα στόματα των αστών» και ποιήματα όπως το παρακάτω δείχνουν ότι το υποκείμενο της γραφής έχει μια γενικότερη θέαση και εποπτεία του κόσμου.
«Κι ύστερα
Άρχισε να χιονίζει θάνατο
Η μικρή χώρα
Σκεπάστηκε από τόνους
Μαύρο δάκρυ
Μόνο στους λόφους
Άστραφτε
Το πορφυρό των λύκων».

Τα ποιήματα ποιητικής συγκροτούν επίσης μια ευδιάκριτη περιοχή. Το «Μην εμπιστεύεστε την ποίηση» με τη ρητορική άρνηση που δηλώνει, την αναγορεύει σε ενασχόληση επικίνδυνη για τις φαρμακείες της. «Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το αποτέλεσμα». Η  απόκρημνη τέχνη της αναδύεται και από το ποίημα «Στις λόχμες», όπου αντιστρέφονται οι ρόλοι και το ποιητικό εγώ διαπιστώνει ότι «Χωρίς να το καταλαβαίνω/ Γίνομαι θήραμα». Και σε άλλους στίχους θα αναδειχτεί η επίμονη αναζήτηση για την «αληθινή πατρίδα των ποιητών», για την μεγάλη τέχνη που επιστρέφει το φώς και την αθωότητα. Συνδιαλέγεται, επίσης, με  δύο εμβληματικές μορφές της ποίησης στη Θεσσαλονίκη τον Γιώργο Βαφόπουλο και τη Ζωή Καρέλλη, που αποτελούν οδόσημα στην ποιητική του πορεία, για να καταλήξει στην ακροτελεύτια αισιόδοξη αναφώνηση: «Ποιος είπε ότι οι ποιητές δεν κάνουν θαύματα;».

Να  ονειρευόμαστε όνειρα που δεν κυοφορούν προσδοκίες:
Ο κόσμος του Στέλιου Λουκά είναι συμπαντικός, γράφει ο Κώστας Λάνταβος στο Διάστιχο: «Εκτείνεται από τη φαινομενικά ασήμαντη καθημερινότητα και διατρέχει όλα τα μικρά και τα μεγάλα που αφορούν τη φύση, τον άνθρωπο, τις «αθέατες εκλάμψεις που φωτίζει η ζωή». Ο ποιητής παραμένει γήινος, δέκτης και πομπός ονείρων, προσδοκιών, συναισθημάτων, αφήνοντας «το φόβο ελεύθερο να γίνει ποίημα». Αυτή είναι η αποστολή του ποιητή: να μετατρέπει το αρνητικό σε θετικό, να μετουσιώνει την αδυναμία σε δύναμη για να «φτάσει στη χώρα του απίστευτου», κυνηγώντας παράλληλα μιαν «αθωότητα που πάντα θα ξεφεύγει».

Ο ποιητής μάς προτρέπει να φεύγουμε μακριά από την απληστία («εκεί όπου νηστεύουν την απληστία/ εκεί να πας»), εννοώντας βέβαια τη μανική συλλογή υλικών αγαθών. Αντίθετα, μας συνιστά να ονειρευόμαστε αλλά όχι «όνειρα/ που κυοφορούν προσδοκίες». Μας λέγει ακόμα πως και η νοσταλγία είναι επικίνδυνη όταν «γίνεται σαράκι».
Διαψευσμένος μάλλον από τις ουτοπίες που κυνηγούν ή επαγγέλλονται αιωνίως οι άνθρωποι, κηρύσσει την «ανυπακοήν», υπακούοντας μόνο «στη γλώσσα των κήπων». Συνομιλεί με τη Φύση και σ’ αυτήν δείχνει εμπιστοσύνη, γιατί προφανώς μόνον αυτή δίνει πολλά, σχεδόν τα πάντα, χωρίς να ζητά ανταλλάγματα –παρά μόνο το σεβασμό μας–, γιατί μόνον αυτή δεν τάζει ουτοπίες, αλλά είναι ο μόνος τόπος, η μόνη καταφυγή που προσφέρει γαλήνη. Ο Στέλιος Λουκάς σχεδόν ανεπαίσθητα προτείνει την επανένωση φύσης-ανθρώπων. Ο άνθρωπος άλλωστε αποτελεί οργανικό της κομμάτι, που επιμόνως και ανοήτως προσπάθησε να αποκοπεί και να πορευτεί χωρίς τη ζωογόνο παρουσία της.

Και ένα καταληκτικό σχόλιο για το εξώφυλλο του βιβλίου.
«Το έργο του Paul Clee «Νότιοι κήποι» πιστεύω πως είναι απολύτως συμβατό με το περιεχόμενο του βιβλίου. Ως προς το θέμα του και ως προς το ύφος του. Ο Paul Clee σε πολλά του έργα ζωγραφίζει όπως θα ζωγράφιζε ένα μικρό παιδί. Έτσι και τα ποιήματα του Λουκά κρύβουν μέσα τους κάτι από την αθωότητα και το βλέμμα ενός μικρού παιδιού, που ψηλαφεί για πρώτη φορά αυτόν τον κόσμο, τον Μικρό, τον Μέγα» (Παναγιώτης Γούτας)


[Τα σχόλια σε παρένθεση είναι από κριτικές για την ποιητική συλλογή ΑΜΥΘΗΤΟΣ ΚΗΠΟΣ των: Παναγιώτη Γούτα στο ηλεκτρονικό περιοδικό BOOKPRESS, του Μάκη Καραγιάννη στο περιοδικό Παρέμβαση  και του Κώστα Λάνταβου στο ηλεκτρονικό περιοδικό για το βιβλίο και τον πολιτισμό ΔΙΑΣΤΙΧΟ -  ART by Paul Clee]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου