Τετάρτη 13 Μαρτίου 2024

Η ΠΟΙΗΣΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟΠΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΤΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ

 (… κάθε ποιητής και κάθε αναγνώστης  είναι  μοναδικός  και αναντικατάστατος…)


Δυο αλήθειες που υπογραμμίζει ο Γιώργος Μπλάνας στην ΕΙΣΟΔΟ των κειμένων για τον Τάσο Λειβαδίτη που περιλαμβάνονται στην τελευταία ενότητα του πρώτου τόμου της συλλογής ΠΟΙΗΤΕΣ ΣΤΗ ΣΚΙΑ, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2012. 

Δικαιολογώντας, στη συνέχεια,  την ένταξη του Λειβαδίτη στην εν λόγω συλλογή γράφει:  

«Ο Τάσος Λειβαδίτης δεν θα μπορούσε ίσως να θεωρηθεί ως ένας ποιητής που παρέμεινε στη σκιά όσο ζούσε  ή  μετά το θάνατό του.  Η εμπλοκή του στην πολιτική  και η μελοποίηση των στίχων του τον έκαναν ευρύτερα γνωστό ιδίως μετά το 1974.  

Πάντα όμως  παρέμενε στη σκιά των «μεγάλων»!.. 

Είναι ένα χαρακτηριστικό της ελληνικής κριτικής αυτό:  λειτουργεί σαν να είναι η λογοτεχνία  κρατική υπηρεσία.  Διευθυντές,  γραμματείς,  επιθεωρητές  και  απλοί υπάλληλοι. 

Αξίζει έτσι;   Όχι βέβαια…»  

Και συμπεραίνοντας καταλήγει: 

«Κατά κάποιον τρόπο,  τον Λειβαδίτη δεν τον έχουμε διαβάσει  ή  δεν τον έχουμε διαβάσει όσο μακριά μας πηγαίνει η ποίησή του…»

 

Αυτό το πέρα  μακριά επιχειρούν να διερευνήσουν στα κείμενα παρουσίασης του ποιητή  η Ασημίνα Ξηρογιάννη, η Εσμεράλδα Γκέκα και ο Αργύρης Παλούκας (ενδεικτικά αποσπάσματα στη συνέχεια αυτής της ανάρτησης)  

 

ΕΞΟΔΟΣ από την εισαγωγή με τα ΦΥΛΛΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ από το ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ της εν λόγω παρουσίασης:

«Ποιος ξέρει τι θα συμβεί αύριο  ή  ποιος έμαθε τι συνέβη χθες,

τα χρόνια μου χάθηκαν εδώ κι εκεί,  σε τρένα,  σε όνειρα

αλλά καμιά φορά η φωνή μιας γυναίκας καθώς βραδιάζει μοιάζει με το αντίο μιας ηλικίας που τέλειωσε

κι οι μέρες που σου λείπουν,  ω Φεβρουάριε,  ίσως μας αποδοθούν στον παράδεισο –

συλλογιέμαι τα μικρά ξενοδοχεία όπου σκόρπισα τους στεναγμούς της νιότης μου

ώσπου στο τέλος δεν ξεφεύγει κανείς,  αλλά και να πάει που; 

κι ο έρωτας είναι η τρέλα μας μπροστά στο ανέφικτο να γνωρίσει ο ένας τον άλλον –

Κύριε,  αδίκησες τους Ποιητές δίνοντάς τους μόνον έναν κόσμο

κι όταν πεθάνω θα ’θελα να με θάψουν σ’ ένα σωρό από φύλλα ημερολογίου

για να πάρω και το χρόνο μαζί μου!.. 

 

Κι όμως ό,τι μένει από μας να ’ναι στην άκρη του δρόμου μας

ένα μικρό μη με λησμόνει»

[από τη συλλογή του Τάσου Λειβαδίτη ΤΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ ΤΟΥ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΥ – Τρίτος Τόμος 1979 -1990] 

 



ΠΟΙΗΣΗ ΤΑΣΟΥ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙΧΕ ΔΙΑΒΑΣΕΙ ΣΤΑ ΦΟΙΤΗΤΙΚΑ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑ Η ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ

Νύχτες ακόλαστες,  πιστά,  σφοδρά συμπλέγματα,  γιγάντιες,

σα θόλοι ναού, ηδονές.  Κι άγνωστες,  πέρα από κάθε πρόσχημα,

τραχιές,  σα νίκες,  αμαρτίες!..

Και το πρωί επέστρεφε μόνος  κι  εξαντλημένος  κι ώριμος

κομίζοντας,  σα μια καινούργια αγνότητα,  το νέο αμαρτωλό του Ποίημα…

(ΚΑΒΑΦΗΣ, από τα ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1958 – 1964, μέρος δεύτερο ΠΡΩΤΟΥ ΤΟΜΟΥ : ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗ, εκδόσεις Κέδρος)

 

Το παραπάνω ποίημα για τον Κωνσταντίνο Καβάφη, γραμμένο από τον Τάσο Λειβαδίτη τη μακρινή δεκαετία του 1960, ήταν η πρώτη επαφή που είχε με την ποίηση του Λειβαδίτη η Ασημίνα Ξηρογιάννη.

Ενθουσιάστηκε μ’ αυτό καθώς (όπως σημειώνει στο κείμενο της παρουσίασης της στον πρώτο τόμο της συλλογής ΠΟΙΗΤΕΣ ΣΤΗ ΣΚΙΑ, Γαβριηλίδης 2012)

«… συναντούσα για πρώτη φορά έναν ποιητή που ’χε γράψει   ένα υπέροχο ποίημα για τον αγαπημένο μου ποιητή!..  Αυτό ήταν!.. Από τότε ξεκίνησα να διαβάζω Λειβαδίτη χωρίς δεύτερη σκέψη…».

Το παράπονό της όμως, ως φοιτήτρια φιλολογίας που ήταν εκείνο τον καιρό, ήταν που δεν είχε ακούσει ούτε λέξη για τον εν λόγω ποιητή «από τους νεοελληνιστές καθηγητές μας στο μάθημα της Λογοτεχνίας»!..  Από τότε δεν έπαψε να επιστρέφει στο έργο του Λειβαδίτη,  «απλά, γιατί δεν μπορείς να μην επιστρέφεις στην ομορφιά»!..

«Όμως τι σημαίνει για μένα αυτή η ποίηση και γιατί με αφορά;

Είναι μια ποίηση που νιώθω κάθε φορά ότι με κοιτά βαθιά μέσα στα μάτια.  Μια ποίηση που με ξεγυμνώνει και με αναγκάζει να βλέπω μέσα μου.  Παλεύοντας κι εγώ όλα τα χρόνια με την τέχνη του λόγου, έχοντας την αγωνία της γραφής, προσπαθώντας να βρω τη φωνή μου  και  ερχόμενη σε επαφή με διάφορους ποιητές, φτάνω να πω ότι ο Λειβαδίτης μού δίνει μαθήματα ποιητικής τέχνης:

απλότητα,   διαύγεια,   καθαρότητα.

Ποίηση δηλαδή χωρίς περιττά στολίδια, εύστοχη, δεόντως υπαινιχτική και διεισδυτική.   Ποιητής ειλικρινής, ατόφιος άμεσος, αληθινός,  συχνά αυτοαναφορικός:

«Κι η ποίηση είναι μια μεγάλη αλήθεια που την ανακαλύπτεις

ύστερα από χρόνια όταν δεν μπορεί να σου χρησιμεύσει πια σε τίποτα…»

 

Ένα άλλο στοιχείο στην ποίηση του Λειβαδίτη που εντυπωσιάζει την Ασημίνα Ξηρογιάννη είναι, όπως σημειώνει στην παρουσίασή της,  είναι οι επικίνδυνοι στίχοι του Ποιητή:  «Στίχοι που προκαλούν σοκ, στίχοι που λειτουργούν σαν μικρά πυροτεχνήματα, μικρές βόμβες στο τέλος των ποιημάτων… Εκεί που έχεις βολευτεί μέσα στο ποίημα, έρχονται και σου ταράζουν τα νερά, σε ξαφνιάζουν,  όπως για παράδειγμα:

«Κύριε,  αδίκησες τους Ποιητές δίνοντάς τους μόνο έναν κόσμο…»

 

«Μια μέρα θα βρέχει και θα πεθάνω από νοσταλγία…»

 

«Κι ίσως θα πρέπει να χαθείς ολότελα για να μάθεις κάποτε ποιος είσαι…»

 

«Ω εσείς που ναυαγήσατε σε θάλασσες που δεν ταξιδέψατε ποτέ…»

 

«Μόνο αφήστε με μες στο όνειρο γιατί εκεί κανείς δεν πεθαίνει…»

 

«Κι η Ποίηση είναι η λέξη που αποσιωπήθηκε για να μας οδηγεί σε ουράνιες παρανοήσεις…»

 

Δεν μένει ασχολίαστο το κοινωνικό πρόσωπο στην ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη. Γράφει η Ασημίνα Ξηρογιάννη:

«Πιστεύω ότι ο Λειβαδίτης αγαπά βαθιά τον άνθρωπο και τις πράξεις του, γι’ αυτό και τον τοποθετεί στο κέντρο του ποιητικού του σύμπαντος. Κατανοεί  και  ερμηνεύει συχνά τους ήρωες των ποιημάτων του, θίγοντας πάντα την υπαρξιακή της αγωνία…»

 

ΤΟ ΦΕΥΓΑΛΕΟ ΚΑΜΠΑΝΑΡΙΟ

(από την ενότητα ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟ στη συλλογή του Τάσου Λειβαδίτη ΒΙΟΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ, τρίτος τόμος ΠΟΙΗΣΗ 1979 – 1990)

Κάθε πρωί ξυπνώντας κρατάω τα κλειδιά ενός κόσμου που βασίλεψα μέσα στο όνειρο,

οι μύγες τρέχουν ταραγμένες σαν κάτι πολύ σπουδαίο να έχουν μόλις πληροφορηθεί

οι φτωχοί όταν τους ταπεινώνουν κοιτάζουν στο βάθος του καπέλου τους σα να ’ναι  εκεί προφυλαγμένη η αληθινή τους ζωή

πρόσωπα λησμονημένα που δεν θέλουν να πεθάνουν

τοπία εντελώς αδιάφορα σαν εκείνους που λένε πολλά

θυμάμαι,  παιδί,  τα τζιτζίκια  ή  τις μέλισσες  κι ύστερα τους χαμένους συντρόφους εδώ κι εκεί

κάποτε πιάναμε φιλίες με το άγνωστο πίσω απ’ τον καναπέ

αργότερα έφτασε μια νύχτα να τραβήξεις την κουρτίνα για ν’ αντικρίσεις όλο το ανεπίστρεπτο

κι αυτή η αλλόκοτη ευδαιμονία που νιώθεις καμιά φορά,  ακόμα κι όταν όλα γύρω σου έχουν γίνει στάχτη – ίσως αυτό είναι ο Θεός

οι αναμνήσεις δεν έχουν οίκτο, η σιωπή είναι η μόνη ελευθερία

η ματαιότητα είναι ένας κήπος όπου παίζουμε τους αθάνατους

μαντίλια αποχαιρετισμού ανεμίζουν στο βάθος -  ποιος φεύγει;  τι σημασία έχει,

η μητέρα  κι ο πατέρας πέθαναν,  τ’ αδέλφια πέθαναν,  πέρασαν τα χρόνια – ούτε τα φαντάσματά τους δεν εμφανίζονται πια,

λοιπόν, γιατί απορείτε που βιάζομαι;  είναι μια γνωριμία από μιαν άλλη ζωή και τρέχω να την ξαναβρώ,

στον καθένα μας υπάρχει ένα έγκλημα  που το ’χουμε ξεχάσει -  αλλά φοβόμαστε τον ύπνο

ο νέος που υπήρξα πεθαίνει ακόμα μες στους καθρέφτες…

 

κι αυτή η μυστική εύνοια που σου χαρίζεται όταν σ’ έχουν όλοι εγκαταλείψει

λοιπόν,  ποιος είμαι;  καιρός να γνωριστούμε καλύτερα – ένα καμπαναριό φεύγει μες στα σύννεφα

ω, ας μην τελειώσει αυτή η νύχτα που διαβαίνω  -  που διαβαίνω ανυπεράσπιστος  κι ωραίος…

 

«ΚΙ ΟΤΑΝ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΟΥΜΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟ, ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΙΟΛΑΣ ΝΕΚΡΟΙ…»

(… είναι ο πολύτιμος για την Εσμεράλδα Γκέκα στίχος

που προλογίζει το κείμενό της στον πρώτο τόμο της συλλογής ΠΟΙΗΤΕΣ ΣΤΗ ΣΚΙΑ όπου αναφέρεται στη γνωριμία της με την Ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη)   

Το ΜΙΚΡΟ ΒΙΒΛΙΟ έφτασε στα χέρια μου, με την όλη μαγεία των «μεγάλων ονείρων»  που θα μπορούσε να φτάσει ένα χριστουγεννιάτικο δώρο στα χέρια εντός εντεκάχρονου παιδιού… Μα όντας παιδί της πόλης, τα άστρα δεν ήταν το πρώτο μου αναγνωστικό.   Το Μικρό  Βιβλίο  για  Μεγάλα  Όνειρα έγινε το εγχειρίδιο μου στο σύμπαν της Ποίησης  και  του  Ονείρου,  το ανάγλυφο αλφαβητάρι μου,  όπου τυφλή ακόμα στην ασχήμια, ψηλαφούσα με αφράτα δάχτυλα τα πράγματα του κόσμου.  Και μπορεί ως παιδί ακόμα να μην καταλάβαινα τα σχετικά με τα πολιτικά φρονήματα του ποιητή,  ένιωθα ωστόσο το πανανθρώπινο πυρήνα που σιγόκαιγε στην ποίηση του Λειβαδίτη κι απειλούσε μ’ έκρηξη!..  Ο ανθρώπινος πόνος, η αγάπη,  η συντροφικότητα  και  κυριότερα το όνειρο, σαν ξανακερδισμένο γονίδιο πολλών χρόνων πριν,  έψαχνε μέσα μου τη θέση του, ανασκάλευε τις αισθήσεις μου,  με συγκινούσε βαθιά…  Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι,  επιθυμώντας τόσο έντονα να βαπτιστώ στην  Ποίηση,  βούταγα όλο και πιο βαθιά το κεφάλι μου στα νερά του Λειβαδίτη.  Δανειζόμουν τους συντρόφους,  τους έρωτες,  τα όνειρα,  ακόμη και τους νεκρούς του,  συμπληρώνοντας μ’ όλους αυτούς την ελλείπουσα εμπειρία μου στη ζωή, προσπαθώντας να γράψω σαν εκείνον…  Το άφθαστο απροσδόκητο της ποίησής του,  μου ανέβαζε την ανδρεναλίνη, με σήκωνε ψηλά  και  με κινούσε αλαφριά στους αιθέρες.  Η αλήθεια είναι ότι στη συνέχεια  το Λειβαδίτη τον εγκατέλειψα για πολλά χρόνια για να εξερευνήσω και άλλα μονοπάτια της Ποίησης.  Αυτό που συνδέει το τότε με το τώρα,  είναι ότι ανά καιρούς ανακαλύπτω στους στίχους μου ουσιώδεις ομοιότητες με τους δικούς του.  Πράγμα που για μένα, σύμφωνα με την παραλλαγή κάποιων στίχων του, εξηγείται ως εξής:  Η ανάμνηση της ποίησής  του συγκρατεί κάτι πολύ παραπάνω από αυτό που έζησα…   «Να ’σαι τόσο πρόσκαιρος  και  να κάνεις όνειρα τόσο αιώνια»!..  Τάσο Λειβαδίτη, είχες σε όλα τόσο δίκιο: σαν άνθρωπος μπορεί πράγματι να ήσουν πρόσκαιρος,  όμως ως  Ποιητής μας κληροδότησες όνειρα τόσο υπεραιώνια…  [αποσπάσματα από το κείμενο παρουσίασης στον πρώτο τόμο της συλλογής ΠΟΙΗΤΕΣ ΣΤΗ ΣΚΙΑ, εκδόσεις Γαβριηλίδης 2012]  

Τετάρτη, 13 Μαρτίου 2024

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου